Ομιλία της Νάντιας Βαλαβάνη σε εκδήλωση-συζήτηση του ΙΣΤΑΜΕ, του Δήμου Αλίμου και της Πρωτοβουλίας κατά του Νεοναζισμού με θέμα την απάντηση στο Νεοναζισμό σήμερα.
«Αγαπητές φίλες και φίλοι,
Μελετώντας εδώ και χρόνια το έργο του Μπρεχτ και την ιστορική εμπειρία του Μεσοπολέμου και της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, έχω πεισθεί ότι για να κλείσει ο δρόμος στο ρίζωμα του νεοναζιστικού φαινόμενου στην Ελλάδα, είναι ανάγκη να υπάρξουν πολλαπλά αντιφασιστικά μέτωπα. Ανάμεσα τους και το ευρύτερο δυνατό από άποψη σύνθεσης δυνάμεων και, αναγκαστικά, πιο περιορισμένο από άποψη στόχων: Αυτό που συμπεριλαμβάνει όλες τις πολιτικές δυνάμεις που διαφοροποιούνται απέναντι στο νεοναζισμό. Άρα και τα κόμματα που προωθώντας ή αποδεχόμενα την προώθηση ενός νεοφιλελεύθερου οικονομικού και κοινωνικού προγράμματος έχουν ευθύνη για το φούντωμα αυτού του φαινόμενου.
Αυτό ενέχει δύο κινδύνους, τους οποίους θέλω να θέσω προκαταρκτικά και ανοιχτά στη σημερινή συζήτηση, που οργανώθηκε με πρωτοβουλία του ΙΣΤΑΜΕ – και αν δεν κάνω λάθος, είναι η πρώτη του είδους που διεξάγεται στη χώρα μας και στην οποία θα ήθελα να δω να συμμετέχουν επίσης το ΚΚΕ και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες:
– Να αναζητήσουμε τον κοινό τόπο που θα μπορούσε να υπάρξει ανάμεσα στα 6 από τα 7 κόμματα της Ελληνικής Βουλής και μιας γκάμας εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων σε μια τέτοια κατεύθυνση, αποσιωπώντας τις εξαιρετικά σημαντικές μεταξύ μας διαφορές στην προσέγγιση και την ανάλυση, άρα και σ’ ένα πρόγραμμα δράσης απέναντι στο νεοναζιστικό φαινόμενο. Αυτό θα έκανε ελάχιστα πειστική, άρα και αναποτελεσματική ακόμα και για τα ζητήματα που θα μπορούσαμε να συμφωνήσουμε, οποιαδήποτε κοινή προσπάθεια.
– Να επιχειρήσουμε ν’ ανιχνεύσουμε έναν τέτοιο κοινό τόπο προτάσσοντας σε κάθε βήμα, μπροστά στο φόβο της δημιουργίας ενός πολιτικού «χυλού» που θα μας παγίδευε, ό,τι μας χωρίζει σε σχέση με το συγκεκριμένο θέμα: Με τρόπο ώστε, τελικά, για κάθε κατάφαση να υπάρχουν πολλαπλάσιες αρνήσεις και πρακτικά η επίκληση της αναγκαιότητας και της δυνατότητας κοινής δράσης σε ένα περιορισμένο πρόγραμμα στόχων να μετατρέπεται σε προσχηματική θέση για να μην υπάρξει ένα ξεκάθαρο «όχι».