Πηγή:www.reporter.gr
Επίτιμος διπλωμάτης διηγούνταν ότι, στη διάρκεια εκδήλωσης για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του περασμένου φθινοπώρου, παρατήρησε ότι οι ΗΠΑ τάσσονται υπέρ μιας οικονομικής πολιτικής με κεϊνσιανά χαρακτηριστικά σε αντίθεση με τη σκληρή λιτότητα της Ε.Ε. Αμέσως, παριστάμενος σχολιογράφος, τον οποίον δεν κατονόμασε (υποθέτω, ωστόσο, ότι ίσως ανήκε στην κατηγορία όσων προέβαλλαν τον Βενιζέλο – όχι τον Ελευθέριο- ως νέο Τσόρτσιλ και τον Παπαδήμο ως σύγχρονο Κιγκινάτο), έσπευσε να σημειώσει ότι «εμείς κάναμε λάθη, πρέπει να τα δούμε» κ.ο.κ. «Ε ναι, κάναμε – και μάλιστα βαρύτατα», μου είπε ο διπλωμάτης, «τα παραδεχθήκαμε, αυτοδακτυλοσκοπηθήκαμε, δεχθήκαμε μειώσεις μισθών και ανεργία, να μη συζητήσουμε επιτέλους και μήπως η θεραπεία αποδεικνύεται λάθος ή μήπως δεν αποβλέπει πράγματι στην αποθεραπεία μας;».
Ανακαλώ τη συζήτηση με αφορμή την καταστροφή της Κύπρου, επειδή έχω την αίσθηση ότι οι περισσότεροι από μας τείνουμε ακόμη, μέσα σε αυτήν την κρίση που σοβεί γύρω μας, να παίρνουμε το ένα ή το άλλο μέρος απορρίπτοντας κάθε αντίθετη ανάγνωση, ενώ οι συνιστώσες είναι πολλές και ενδέχεται να ισχύουν ταυτόχρονα περισσότερες ερμηνείες, ανεξάρτητες από εθνικά πάθη ή λεονταρισμούς. Σπεύδοντας να διευκρινίσω ότι δεν έχω τις απαντήσεις, αποπειρώμαι να καταγράψω μερικά ερωτήματα, που νομίζω ότι δεν είναι πλέον δυνατόν να αντιπαρερχόμαστε:
– Η συνδρομή ειδικών συνθηκών και ευθυνών για την υπερχρέωση του δημοσίου ή των τραπεζών καθεμιάς από τις προβληματικές χώρες (για την Ελλάδα π.χ. η καταστρεπτική από πλευράς δαπανών διακυβέρνηση Καραμανλή και, σε δεύτερο χρόνο, οι άστοχοι χειρισμοί Παπανδρέου) είναι άραγε η μόνη αιτία του χρέους ή συμβάλλει στο πρόβλημα και η διαχείριση του ευρώ, που ενισχύει τα πλεονάσματα του Βορρά (και δη της Γερμανίας, αφού π.χ. τα ολλανδικά νοικοκυριά είναι υπερχρεωμένα) έναντι του Νότου; Αν ισχύει και αυτό, πώς θα εξομαλυνθεί αυτή η τάση χωρίς διαφορετική διαχείριση του νομίσματος ή απευθείας στήριξη των ελλειμματικών από τους πλεονασματικούς εταίρους;
– Αν η διαχείριση του νομίσματος δεν αλλάζει και η ευρωπαϊκή ενοποίηση δεν προχωρεί, μέχρι πόσο θα παραμένει απόλυτη προτεραιότητα η παραμονή μιας χώρας στο ευρώ; Πόση οικονομική ασφυξία εντός του ευρώ είναι προτιμότερη από μια τραυματική επανεκκίνηση εκτός αυτού;
– Πώς προσδοκάται ανάπτυξη χωρίς παροχή ρευστότητας στην οικονομία; Και από πού θα βρεθεί η ρευστότητα, όταν τα προγράμματα λιτότητας συνδυάζουν περικοπές μισθών και κερδών με αύξηση φόρων, στραγγίζοντας την αγορά από εσωτερικά κεφάλαια και συντηρώντας ταυτόχρονα την αβεβαιότητα για το μέλλον των προβληματικών χωρών στην ευρωζώνη– που με τη σειρά της αποθαρρύνει τις ξένες άμεσες επενδύσεις;