Το Ισπανικό Μανιφέστο ‘’Για την ανάκτηση της οικονομικής, νομισματικής και λαϊκής κυριαρχίας: Η Έξοδος από το Ευρώ‘ με την δημοσιοποίησή του προκάλεσε συζητήσεις και είχε σημαντικό αντίκτυπο ειδικά στην Αριστερά . Τα επιχειρήματά του δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα και να αγνοηθούν από μια κοινωνία που μαστίζεται από βαθιά οικονομική κρίση και μεγάλη κοινωνική και πολιτική αναταραχή.
Το μανιφέστο δεν αναπτύσσει ένα εναλλακτικό πρόγραμμα διεξόδου για τη χώρα, γιατί θεωρεί ότι αυτό πρέπει να είναι ο καρπός της συμφωνίας και της ενότητας των πολλών αλλά επισημαίνει ότι η ισπανική κοινωνία βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι και εάν επιλεγεί ο σωστός δρόμος θα γίνουν εφικτοί οι στόχοι που επιδιώκει η Αριστερά. Το μανιφέστο κατά συνέπεια απαιτεί πολιτική αποσαφήνιση σε κάτι που θεωρεί ουσιαστικό και ζωτικής σημασίας. Την έξοδο από το ευρώ.
H υποστήριξη του μανιφέστου είναι εντυπωσιακή , όχι μόνο από τις πολλές εκατοντάδες των υπογραφών , αλλά από την κοινωνική αποδοχή την οποία εισέπραξε και που αποκαλύπτει ότι η κοινωνία αναρωτιέται και ανησυχεί για το μέλλον της χώρας αναζητώντας τρόπους για να αποφευχθεί η οριστική καταστροφή.
Πρέπει να επισημανθεί ότι πολλοί από τους υπογράφοντες έχουν αδιαμφισβήτητη επαγγελματική κοινωνική και πολιτική αναγνώριση. Δεν υπάρχει ακόμη ολοκληρωμένη εικόνα για το σύνολο των υπογραφών διότι η διαδικασία συνεχίζεται αλλά μπορεί να υπογραμμιστεί η υποστήριξη των ιστορικών Josep Fontana και David Ruiz, καθώς και των δημοσιογράφων Rodrigo Vázquez de Prada, Pascual Serrano, Mercedes Arancibia, Ginés Fernández, Miguel Riera και Ramón Pedregal. Υπογράφουν , επίσης, κοινωνιολόγοι, νομικοί, ερευνητές, επιστήμονες, καθηγητές και δάσκαλοι. Οικονομολόγοι και αναλυτές που ασχολούνται με την τρέχουσα κρίση όπως οι Martin Seco, Manuel Muela, Rosario Segura, Alberto Montero, Antonio Gallifa και Pedro Montes .Πολιτικοί και συνδικαλιστές όπως οι Julio Anguita, Diosdado Toledano, Ramon Franquesa, Manuel Monereo, Albert Escofet, Sebastian Martin Recio, Hector Illueca, VíctorRíos M. Teresa Molares, Joan Tafalla, Víctor Casco, Javier Aguilera και Agustín Moreno. Επίσης πολλά στελέχη και μέλη των κοινωνικών κινημάτων , συλλογικοτήτων, επαγγελματιών και ανέργων που αντιλαμβάνονται την επισφαλή και κρίσιμη κατάσταση την οποία διέρχεται η χώρα.
Είναι επείγον να συζητηθεί και να συνειδητοποιηθεί η κεντρική πρόταση του Μανιφέστου. Το σύνθημά του, ‘’Έξοδος από το ευρώ’’ μπορεί να αποτελέσει τον πυρήνα για την ενότητα ενός κοινωνικού κινήματος που περιλαμβάνει όλους εκείνους που θεωρούν αναπόφευκτη την πολιτική ρήξη για να ανοίξει μια συνταγματική διαδικασία που θα θέσει τις βάσεις για την αναγέννηση της χώρας και θα σπάσει την παγίδα της αγωνίας, του φόβου και της ανασφάλειας στην οποία βρίσκεται εγκλωβισμένη η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών.
Είναι ώρα για δέσμευση και δράση
ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ
Η δραματικτή κοινωνική και οικονομική κατάσταση στην οποία είναι βυθισμένη η κοινωνία μας απαιτεί μια πολιτική ικανή να δημιουργήσει τις συνθήκες για την έξοδο από την κρίση. Πρόκειται για επείγουσα αναγκαιότητα. Ο χρόνος έχει μεγάλη σημασία λόγω των κινδύνων επιδείνωσης και υποβάθμισης που υπάρχουν, για την τεράστια κοινωνική δυστυχία που προκλήθηκε από την εμμονή στις πολιτικές προσαρμογής, στη λιτότητα και την ιδιωτικοποίηση του δημοσίου. Το δόκανο στο οποίο έχουμε πιαστεί αποτελείται από καταστροφικά επίπεδα ανεργίας , από υπερχρέωση της χώρας προς το εξωτερικό που είναι αδύνατο να αντιμετωπιστεί και από την εξέλιξη των δημόσιων οικονομικών που οδηγούν στην οικονομική χρεοκοπία του κράτους .Πάνω από 6 εκατομμύρια άνεργοι, πάνω από 2,3 δισ. ευρώ ακαθάριστων υποχρεώσεων προς το εξωτερικό , καθώς και ένα δημόσιο χρέος που ανέρχεται σχεδόν σε 1τρις ευρώ, αυξάνεται συνεχώς και πλησιάζει το 100% του ΑΕΠ, είναι στοιχεία που συνιστούν μια ανεξέλεγκτη καταστροφή, θέτουν σε κίνδυνο την κοινωνική συμβίωση και κατεδαφίζουν θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα
Μια κρίση αυτού του μεγέθους έχει πολλές και περίπλοκες αιτίες: από τη γενική κρίση του χρηματιστικοποίησης του καπιταλισμού μέχρι τη σπατάλη και τη διαφθορά μέσω της εφαρμογής ενός φορολογικού συστήματος τόσο αντιδραστικού όσο και άδικου. Αλλά, ακόμη και με τον κίνδυνο της απλούστευσης της ανάλυσης, προκειμένου να διερευνηθούν οι λύσεις διεξόδου , ο κύριος λόγος για αυτή την ζοφερή κατάσταση, πρέπει να αποδίδεται στην ενσωμάτωση της χώρας μας στο κοινό νόμισμα.
Όπως όλοι πλέον αναγνωρίζουν , δεν υπήρχαν οι προϋποθέσεις για την εφαρμογή ενός κοινού νομίσματος μεταξύ χωρών με τόσο άνισες οικονομίες και χωρίς την πρόβλεψη ενιαίας φορολογίας. Η δημιουργία του, εισήγαγε το πλαίσιο για την εφαρμογή αντιδραστικών και αντικοινωνικών πολιτικών όλων των ειδών, σύμφωνα με το νεοφιλελεύθερο δόγμα, το οποίο βρήκε την απόλυτη έκφρασή του στην οικοδόμηση της Ευρώπης του Μάαστριχτ . Όπως φάνηκε από τη πρώτη στιγμή το κράτος πρόνοιας δεν είναι συμβατό με την Ευρώπη του Μάαστριχτ.
Το ευρωπαϊκό μανιφέστο παρουσιάστηκε στην εφημερίδα ΕΠΟΧΗ με τίτλο ‘‘Τρεις και μία ρήξεις με την κυρίαρχη ευρωπαϊκή πολιτική’‘ και με εισαγωγή του Χ.Γ. την οποία δημοσιεύουμε κάτω από το κείμενο των εννέα Ευρωπαίων οικονομολόγων που συνέταξαν το μανιφέστο.
“Τι να κάνουμε με το χρέος και το ευρώ; Ένα μανιφέστο»
Η Ευρώπη βουλιάζει στην κρίση και την κοινωνική αποδόμηση κάτω από την πίεση της λιτότητας, της ύφεσης και της στρατηγικής των «δομικών μεταρρυθμίσεων». Η πίεση αυτή είναι μεθοδικά συντονισμένη σε ευρωπαϊκό επίπεδο κάτω από την ηγεσία της γερμανικής κυβέρνησης, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Υπάρχει πλατειά συναίνεση ότι οι πολιτικές αυτές είναι παράλογες ή ακόμα και «αναλφάβητες»: η οικονομική λιτότητα όχι μόνο δεν μπορεί να μειώσει το άχθος του χρέους, αλλά οδηγεί σε συνεχώς ανατροφοδοτούμενη ύφεση και προκαλεί μεγαλύτερη ανεργία και απόγνωση στους λαούς της Ευρώπης. Ωστόσο, αυτές οι πολιτικές θεωρούνται λογικές από τη σκοπιά της αστικής τάξης. Αποτελούν ένα βάναυσο τρόπο — μια θεραπεία σοκ — για ανάκαμψη του κέρδους, διασφάλιση των χρηματιστικών εισοδημάτων και εφαρμογή των νεοφιλελεύθερων αντι-μεταρρυθμίσεων. Αυτό που συμβαίνει είναι βασικά η νομιμοποίηση από τα κράτη των διεκδικήσεων του χρηματιστικού κεφαλαίου πάνω στην παραγωγή. Γι’ αυτό ακριβώς η κρίση παίρνει τη μορφή μιας κρίσης δημόσιου χρέους.
Ένα λανθασμένο δίλημμα
Η κρίση αποκαλύπτει ότι η προηγούμενη νεοφιλελεύθερη πολιτική για την Ευρώπη δεν ήταν βιώσιμη. Προϋπέθετε ότι οι ευρωπαϊκές οικονομίες ήταν πιο ομοιογενείς από ό,τι είναι στην πραγματικότητα. Οι διαφορές μεταξύ χωρών αυξήθηκαν λόγω της διαφορετικής ένταξής τους στην παγκόσμια αγορά και της διαφορετικής ευαισθησίας τους απέναντι στη συναλλαγματική αξία του ευρώ. Οι πληθωριστικές τάσεις δεν συνέκλιναν και τα χαμηλά πραγματικά επιτόκια ευνοούσαν εντατικές ροές κεφαλαίων μεταξύ κρατών και έντονες «φούσκες» στο χρηματοπιστωτικό και οικιστικό τομέα. Όλες αυτές οι αντιφάσεις — που επιτάθηκαν με την εφαρμογή της νομισματικής ένωσης — προϋπήρχαν της κρίσης, αλλά εκτινάχθηκαν με τις κερδοσκοπικές επιθέσεις ενάντια στο δημόσιο χρέος των πιο εκτεθειμένων χωρών.
Οι κοινωνικές και φιλολαϊκές εναλλακτικές στην κρίση αυτή απαιτούν μια τολμηρή επανίδρυση της Ευρώπης, διότι απαιτείται ευρωπαϊκή και διεθνής συνεργασία για την αναδιάρθρωση της βιομηχανίας, της οικολογικής αειφορίας και της απασχόλησης. Καθώς όμως μια συνολική επανίδρυση μοιάζει να είναι ανέφικτη με τον άμεσο συσχετισμό δυνάμεων, η έξοδος από το ευρώ προτείνεται ως άμεση λύση σε διάφορες χώρες. Το δίλημμα μοιάζει να είναι μεταξύ μιας διακινδυνευμένης «εξόδου» από την ευρωζώνη και μιας ουτοπικής ευρωπαϊκής εναρμόνισης που να αναδύεται μέσα από τους αγώνες των εργαζομένων. Κατά την άποψή μας, πρόκειται για ένα λανθασμένο δίλημμα και εκείνο που είναι σημαντικό είναι να εργαστούμε για μια βιώσιμη πολιτική στρατηγική άμεσης αντιπαράθεσης.
Η έξοδος από το ευρώ αποτελεί βασική προϋπόθεση, όμως δεν αρκεί
Να σπάσουμε τον πόλο του ευρώ .Να χτίσουμε την ευρω-αφρικανο-μεσογειακή Alba του διεθνούς εργατικού κινήματος .Με την ευκαιρία της πρόσφατης δημοσιοποίησης του ευρωπαϊκού και του ισπανικού μανιφέστου
των L. Vasapollo , R. Martufi , J. Arriola
1. Η κρίση του καπιταλισμού όχι μόνο δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά γίνεται όλο και πιο έντονη εξαιτίας της αδυναμίας του κεφαλαίου να αναπτύξει ένα νέο εφικτό μοντέλο συσσώρευσης, τονίζοντας έτσι – όλο και πιο ξεκάθαρα – το συστημικό της χαρακτήρα.
Θα πρέπει να επισημάνουμε ότι εδώ και πολύ καιρό μιλάμε για μία συστημική κρίση (σε δομικό και παγκόσμιο επίπεδο), κι αυτό διότι η κρίση αυτή καθιστά σαφή την πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους στις πιο ανεπτυγμένες χώρες ή όπως εμείς συνηθίζουμε να τις αποκαλούμε, στις χώρες του ώριμου καπιταλισμού. Είναι εμφανής πλέον, η τεράστια καταστροφή στην οποία υπόκεινται οι “πλεονάζουσες παραγωγικές δυνάμεις”, είτε πρόκειται για τις δυνάμεις της εργασίας είτε για το ίδιο το κεφάλαιο (όταν αυτό γίνεται αντιληπτό ως εργαλείο δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας), ενώ παράλληλα δεν υφίστανται πια οι προϋποθέσεις εκείνες για την αποκατάσταση ενός νέου μοντέλου αξιοποίησης του κεφαλαίου, που θα ήταν σε θέση να εξασφαλίσει την “ορθή” αποδοτικότητα των επενδύσεων. Γίνεται έτσι, σχεδόν ανέφικτη καθώς και ασύμφορη από άποψη κερδοφορίας, η δημιουργία κατάλληλων συνθηκών που θα επέτρεπαν ενδεχομένως την έναρξη μιας νέας διαδικασίας καπιταλιστικής συσσώρευσης, ακόμη και σε περίπτωση αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου.
Αυτό σημαίνει ότι η σταθερή υπερπαραγωγή εμπορευμάτων και κεφαλαίων, στις ώριμες καπιταλιστικές χώρες, δεν βρίσκει πια διέξοδο, ούτε στις διάφορες μορφές με τις οποίες παρουσιάζεται προσπαθώντας να ξεφύγει από την οικονομική κρίση ούτε σε λύσεις πιο διαρθρωτικού χαρακτήρα, αναδεικνύοντας έτσι όλο και περισσότερο τον συστημικό χαρακτήρα της παγκόσμιας κρίσης . Κι αυτό διότι οι ίδιες οι σχέσεις παραγωγής βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους, καταστρέφοντας για πρώτη φορά, ακόμη και την αναγκαστική συνύπαρξη εργάτη-αφεντικού
Η κρίση έχει συστημικό χαρακτήρα διότι το χάσμα ανάμεσα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, του εκσυγχρονισμού και της κοινωνικοποίησης των σχέσεων παραγωγής διευρύνεται όλο και περισσότερο. Πρόκειται για μία κρίση που έχει φτάσει σε σημείο να επηρεάζει ακόμη και τις ίδιες τις κοινωνικές σχέσεις όλων των χωρών του ώριμου καπιταλισμού και μάλιστα με τέτοιον τρόπο που οι νεοεισερχόμενοι στην αγορά εργασίας ή της μη εργασίας ή της εργασίας που τους στερείται (δηλαδή τα υποκείμενα εκείνα που θ’ αποτελέσουν την τάξη του προλεταριάτου και θα μετατραπούν, εν συνεχεία, σε αντικείμενο πλήρους εκμετάλλευσης) να μην αποδέχονται και να μην διακρίνουν πλέον, δυνατότητες πολιτικής, πολιτιστικής, κοινωνικής και οικονομικής χειραφέτησης εντός της κοινωνίας του κεφαλαίου.
Είναι σε όλους μας γνωστό (εξάλλου αποτελεί τμήμα της ρητορικής του ΣΥΡΙΖΑ) ότι δεν υπάρχει καμιά Ευρωπαϊκή συνθήκη, καμιά νομοθεσία, που να προβλέπει την εκδίωξη μιας χώρας-μέλους από την ευρωζώνη. Επίσης, δεν υπάρχει καμιά συνθήκη που να προβλέπει την οικειοθελή αποχώρηση μιας χώρας από αυτήν. Το ερώτημα, παρ’ όλα αυτά, παραμένει: υπάρχει μέλλον για τη χώρα μας μέσα στο ευρώ και, αν ναι, ποιο είναι αυτό; Επιπλέον, η παραμονή ή όχι μιας χώρας στην ευρωζώνη είναι αποκλειστικά και μόνο δικό της ζήτημα, δική της επιλογή; Το κοινό νόμισμα είναι ένα «αγαθό» που δόθηκε στους «Ευρωπαίους» και αυτοί (δηλαδή οι ευρωπαϊκοί ιμπεριαλισμοί) δεν είναι σε θέση να αποφασίσουν ποιος θα συμμετέχει ή όχι σε αυτό, δεν είναι σε θέση να αποφασίσουν αν θα διώξουν κάποιον;
Το αν θα μείνει ή θα φύγει η Ελλάδα από το ευρώ δεν είναι μόνο απόφαση «δική της» (δηλαδή της κυβέρνησής της). Η διεθνής πολιτική δεν διεξάγεται μόνο στη βάση των διεθνών συνθηκών και του… «αμοιβαίου σεβασμού των λαών», το αντίθετο. Αν ήταν έτσι, δεν θα υπήρχαν ούτε εμπορικοί πόλεμοι, ούτε εμπάργκο, ούτε πόλεμοι, ούτε ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις. Το κοινό νόμισμα δεν είναι η «κοινή ευημερία των Ευρωπαϊκών λαών», αντίθετα είναι το όχημα για την κερδοφορία των Ευρωπαϊκών ιμπεριαλισμών. Επομένως, η τύχη του δεν θα αφεθεί εύκολα και χωρίς λυσσώδη μάχη στα χέρια ενός λαϊκού κινήματος, ελληνικού ή όχι, με ή χωρίς Ευρωπαϊκές συνθήκες. Το πρόβλημα ευρώ περιπλέκεται ακόμα περισσότερο από το ότι οι Ευρωπαϊκοί ιμπεριαλισμοί έχουν φτάσει σε ένα σημείο όπου η όποια κερδοφορία του ενός εξαρτάται πλέον από τις απώλειες του άλλου.
Τα πολλά ευρώ: οι αποκλίνουσες στρατηγικές του «κοινού» νομίσματος
Υπάρχει μια απλή πραγματικότητα: υπό τις τρέχουσες συνθήκες ταξικής πάλης στις Ευρωπαϊκές χώρες και ανεξάρτητα από την έκβαση της ελληνικής κρίσης, το κοινό νόμισμα δεν πρόκειται να συνεχίσει να υπάρχει για πολύ. Η ελληνική «ιδιαίτερη περίπτωση» μπορεί μόνο να επιταχύνει ή να επιβραδύνει την τελική κατάληξη – πολλώ δε μάλλον που καθόλου ιδιαίτερη δεν είναι.
Το νόμισμα (που συνήθως συμπληρώνεται με το επίθετο «εθνικό») δεν είναι, όπως ισχυρίζεται ο νεοφιλελεύθερος μύθος, απλώς ένα μέσο διευκόλυνσης των ανταλλαγών. Κάθε καπιταλιστικός σχηματισμός (με την εξαίρεση της ευρωζώνης) έχει το δικό του νόμισμα• υπάρχουν πολύ σημαντικοί λόγοι για αυτό. Μεταξύ πολλών άλλων, το νόμισμα συμπυκνώνει το επίπεδο ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων σε αυτόν το σχηματισμό και ουσιαστικά «μετράει» τη θέση του στην ιμπεριαλιστική αλυσίδα. Οι αγορές, εγχώριες και διεθνείς, «βαθμολογούν» τις επιδόσεις της αστικής τάξης κάθε χώρας στην ταξική πάλη μέσα από τη βαθμολόγηση του νομίσματός της (και των εμπορευμάτων που είναι τιμολογημένα σε αυτό, μεταξύ των οποίων και το κρατικό ή άλλο χρέος).
Η εισαγωγή του κοινού νομίσματος ήταν μια τυχοδιωκτική κίνηση που προσπάθησε να απαντήσει στην ιστορική παρακμή και υποβάθμιση του Ευρωπαϊκού κέντρου που ακολούθησε τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Και, αντίθετα από την κοινή οικονομίστικη ερμηνεία των πραγμάτων από την Αριστερά, δεν ήταν μια οικονομική αλλά μια πολιτική κίνηση. Ένα στοίχημα, δηλαδή, που δεν στηρίχτηκε σε κοινά συμφέροντα όσο σε αποκλίνουσες προσδοκίες και εκβιασμούς: η Γαλλία περίμενε να περιορίσει τη βιομηχανική Γερμανία με βάση την πολιτική της ισχύ και τις συμμαχίες της (εξού και η είσοδος της Ελλάδας στην Ένωση), η Γερμανία πάλι να «υποτάξει» οικονομικά την πολιτικά και στρατιωτικά ισχυρότερη Γαλλία.
Η στάση πληρωμών, η επιστροφή στη δραχμή και η έξοδος από την Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζονται από τους καθεστωτικούς μηχανισμούς προπαγάνδας ως οικονομικός και κοινωνικός Αρμαγεδδών, που μεταξύ άλλων θα έχει δραματικές επιπτώσεις στην υγεία του λαού, μιας και τα φάρμακα είναι μεταξύ των προϊόντων πρώτης ανάγκης που θα βρίσκονται σε έλλειψη στην «αλβανοποιημένη» χώρα μας.
Πριν αντιμετωπίσουμε το ζήτημα της διαχείρισης της υγειονομικής κρίσης μετά την επιστροφή σε εθνικό νόμισμα, ας δούμε συνοπτικά ποια είναι η υγειονομική κατάσταση της χώρας σήμερα, δύο χρόνια μετά την έναρξη των μνημονιακών «θεραπειών» και πώς προδιαγράφεται το μέλλον τής εντός ευρώ «διαχείρισης» της υγειονομικής κρίσης.
Η παρατεταμένη περίοδος υγειονομικού κινδύνου
H ραγδαία αύξηση της ανεργίας, η αύξηση των εργαζομένων που βρίσκονται σε καθεστώς εργασιακής ανασφάλειας και η μείωση των εισοδημάτων της λαϊκής οικογένειας είναι μεταξύ των βασικών συνεπειών των μνημονίων που εφαρμόζονται στην Ελλάδα. Η οικονομική κρίση θέτει σε καθεστώς «ευπρόσβλητης εργασίας» σχεδόν το 50% των μισθωτών εργαζομένων. Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό για την Ασφάλεια και την Υγεία στην Εργασία, το 60% των Ευρωπαίων και το 80% των ελλήνων εργαζομένων θεωρεί ότι η οικονομική κρίση θα οδηγήσει σε επιδείνωση των συνθηκών ασφαλείας και υγείας στο χώρο εργασίας.
Η κατάσταση εργασιακής ανασφάλειας έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο την ένταση φαινομένων κατάθλιψης αλλά και την εκδήλωση «οργανικών» νοσημάτων, όπως η αρτηριακή υπέρταση, οι καρδιοπάθειες και ο καρκίνος [1]. Όσον αφορά την Ελλάδα, η περισσότερο συζητημένη στη διεθνή βιβλιογραφία συνέπεια της κατάστασης αυτής είναι η σημαντική αύξηση των αυτοκτονιών (αύξηση 17% το 2011 σε σχέση με το 2009) και η ακόμα σημαντικότερη αύξηση των ανθρώπων που αποπειράθηκαν να αυτοκτονήσουν (1,1% το 2009 και 1,5% στο 2011). Όπως είναι αναμενόμενο, οι απόπειρες αυτοκτονίας είναι περισσότερο συχνές σε ανθρώπους που έχουν υποστεί μεγάλη υποβάθμιση του εισοδήματός τους ή έχουν μείνει άνεργοι [2], [3]. Συγχρόνως, επιδεινώνονται οι δείκτες νοσηρότητας και θνητότητας που σχετίζονται με οργανικά νοσήματα, όπως ο καρκίνος και η αρτηριακή θρόμβωση [4], [5], θέμα το οποίο ελάχιστα έχει συζητηθεί μέχρι σήμερα.
Στη συνθήκη αυτή, η ζήτηση των υπηρεσιών υγείας αυξάνεται, με το κύριο βάρος να πέφτει στο δημόσιο και ασφαλιστικό σύστημα υγείας, όπως επιβεβαιώνεται από την αύξηση κατά 20% της χρήσης των υπηρεσιών των δημόσιων νοσοκομείων και τη μείωση κατά 15% της αντίστοιχης των ιδιωτικών (μέσος όρος σε εθνικό επίπεδο). Το ερώτημα που προκύπτει είναι εάν η οικονομική κατάσταση και η οργάνωση του Εθνικού Συστήματος Υγείας και των ασφαλιστικών φορέων μπορεί να καλύψει τις ανάγκες περίθαλψης. Η απάντηση είναι κατηγορηματικά «όχι». Η χρόνια υποχρηματοδότηση, τα διαρθρωτικά προβλήματα και η διαφθορά του δημόσιου συστήματος υγείας, η περαιτέρω μείωση της χρηματοδότησης και η επίταση της υποστελέχωσής του που επιβάλλονται από τις πολιτικές του Μνημονίου, καθώς και οι σοβαρές ελλείψεις σε φάρμακα, αντιδραστήρια και υλικά (που προκύπτουν και ως αποτέλεσμα εκβιασμών που το τελευταίο διάστημα ασκούν οι πολυεθνικές εταιρείες και οι προμηθευτές) έχουν ως άμεση συνέπεια την πυροδότηση μείζονος υγειονομικής κρίσης στο ΕΣΥ, την οποία θα πληρώσει κυριολεκτικά με τη ζωή της η εργατική τάξη και τα μικρομεσαία λαϊκά στρώματα της πατρίδας μας.
Πριν από λίγες μέρες (30.05.2013) το Ινστιτούτο Ρόζα Λούξεμπουργκ διοργάνωσε στο Βερολίνο ημερίδα με σκοπό να παρουσιαστεί η μελέτη περί ευρωζώνης που συνέταξαν ο Χάϊνερ Φλάσμπεκ και ο Κώστας Λαπαβίτσας για λογαριασμό του Ινστιτούτου. Η ημερίδα έγινε με τη σφραγίδα του γερμανικού κόμματος Ντι Λίνκε και ευρεία συμμετοχή της γερμανικής Αριστεράς, καθώς και εκπροσώπων του ΣΥΡΙΖΑ, του ΑΚΕΛ και άλλων ευρωπαϊκών αριστερών κομμάτων. Η κάλυψη από τα διεθνή και κυρίως τα επίσημα γερμανικά ΜΜΕ υπήρξε ευρύτατη.
Η «μελέτη Φλάσμπεκ-Λαπαβίτσα» τεκμηριώνει τη θέση ότι η κρίση της ευρωζώνης οφείλεται στο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που έχει αποκτήσει η Γερμανία εντός της ΟΝΕ – κυρίως ως προς την περιφέρεια – επειδή έχει κρατήσει χαμηλά το μοναδιαίο κόστος εργασίας. Μετά από τρία χρόνια κρίσης το πρόβλημα όχι μόνο δεν έχει λυθεί, αλλά απεναντίας έχει λάβει νέες διαστάσεις, καθώς η Γερμανία κερδίζει ανταγωνιστικότητα ακόμη και σε σχέση με μεγαλύτερες οικονομίες όπως αυτή της Γαλλίας και της Ιταλίας. Στο σημείο που βρίσκεται σήμερα η ευρωπαϊκή οικονομία εάν δεν υπάρξει εκ βάθρων αλλαγή της γερμανικής οικονομικής πολιτικής, το πρόβλημα θα παραμείνει ουσιαστικά άλυτο.
Καθώς όμως τέτοια αλλαγή δε διαφαίνεται και η κρίση μέλεται να συνεχιστεί, η «μελέτη Φλάσμπεκ – Λαπαβίτσα» προτείνει τη θεσμοθέτηση μηχανισμού εξόδου από την ΟΝΕ και τη σταδιακή επιστροφή σε σύστημα ελεγχόμενων ισοτιμιών. Το ευρώ, καταλήγει συμπερασματικά, έχει αποτύχει και η Αριστερά πρέπει να θέσει όρους και να διαμορφώσει προτάσεις για το μέλλον που θα επιτρέψουν στις ευρωπαϊκές κοινωνίες να ανασάνουν.
Το συνέδριο χαρακτηρίστηκε από έντονη αντιπαράθεση και υψηλούς τόνους. Δε θα μπορούσε άλλωστε να γίνει διαφορετικά, καθώς τέθηκε επί τάπητος και ανοικτά το ταμπού της γερμανικής αλλά και της υπόλοιπης ευρωπαϊκής Αριστεράς, δηλαδή η ίδια η ύπαρξη του κοινού νομίσματος. (περισσότερα…)
Φουντώνει η δημόσια συζήτηση για τα »δεινά» του ευρώ
»Μόνη ελπίδα το εσκούδο»
Αναδημοσιεύουμε χωρίς σχόλια απο το bankingNews.gr ρεπορτάζ για την συζήτηση που έχει ανάψει στην Πορτογαλία με αφορμή το βιβλίο του καθηγητή οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας ,João Ferreira do Amaral, »Γιατί πρέπει να φύγουμε απο το ευρώ».
Πηγή: ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ
Θραύση κάνει στην Πορτογαλία το βιβλίο του Joao Ferreira do Amaral, το οποίο αναζητά τον «ένοχο» για τα οικονομικά δεινά που υφίστανται οι Πορτογάλοι.
Το βιβλίο με τίτλο «Γιατί πρέπει να φύγουμε από το ευρώ» έχει πυροδοτήσει μια άνευ προηγουμένου συζήτηση στην Πορτογαλία (τηλεοπτικά debate, δημόσιες διαλέξεις, άρθρα στις εφημερίδες) για τα αίτια της οικονομικής κρίσης στην χώρα. Το δίλημμα που τίθεται είναι εάν για αυτήν την κατάσταση ευθύνεται η πολιτική της λιτότητας στο πλαίσιο του προγράμματος διάσωσης ή αν υπαίτιο για την κρίση είναι το ίδιο το ευρώ.
Και ενώ η δημόσια συζήτηση αναλώνεται στο εάν η Πορτογαλία έχει πράγματι μπροστά της ένα ρεαλιστικό μονοπάτι να επιτύχει την οικονομική ανάκαμψη μέσα στην Ευρωζώνη, ο συγγραφέας του βιβλίου είναι κατηγορηματικός: «Η Πορτογαλία δεν έχει καμία ελπίδα να ανακάμψει γρήγορα με το να είναι μέρος μιας νομισματικής ένωσης με ένα τόσο ισχυρό νόμισμα. Ευτυχώς, αυτό το ζήτημα έχει πάψει να αποτελεί ταμπού και πλέον γίνεται ευρεία συζήτηση τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό».
Σύμφωνα με τον συγγραφέα του βιβλίου, ο οποίος είναι καθηγητής οικονομικών στο Πανεπιστήμιο της Λισαβόνας και έχει υπηρετήσει στο υπουργείο Οικονομικών, μόνη ελπίδα για την Πορτογαλία είναι η επιστροφή στο εσκούδο, κάτι που θα σήμαινε τη ραγδαία υποτίμηση του νομίσματος αλλά ταυτόχρονα θα καθιστούσε τα προϊόντα της χώρας πιο φθηνά και θα εκτόξευε τις εξαγωγές.
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός της Πορτογαλίας Pedro Passos Coelho επιμένει ότι η έξοδος της Πορτογαλίας από την Ευρωζώνη θα συνιστούσε μια καταστροφή για την χώρα και ότι εάν δεν ανταποκριθεί στις μνημονιακές της υποχρεώσεις, τότε θα αναγκαστεί να εγκαταλείψει το ευρώ.
Η μελέτη συνδράμει στο διάλογο που ανοίγει σε ολόκληρη την Ευρώπη με σκοπό να δοθούν καίριες και αποτελεσματικές απαντήσεις στο φαινόμενο της κρίσης τηε ευρωζώνης. Επιστρέφει στις απαρχές της Νομισματικής Ένωσης αναλύοντας τις δομικές της αδυναμίες, τα λάθη που έγιναν στη συνέχεια και την πορεία της μετά την παγκόσμια ύφεση του 2008-9. Παράλληλα εξετάζει το σημερινό πολιτικό περιβάλλον και τους λόγους για τους οποίους τα μέχρι τώρα σχέδια δεν αποτέλεσαν την αποτελεσματική λύση για την έξοδο από την κρίση. Χαρακτηριστικό της μελέτης είναι ότι τεκμηριώνει τις ευθύνες της Γερμανίας για την κρίση της ευρωζώνης, ιδίως την πολιτική παγώματος των μισθών με στόχο την προώθηση των εξαγωγών. Δεδομένου ότι η γερμανική πολιτική συνεχίζεται απαράλλακτη, πλέον απειλείται η ίδια η ΕΕ με διάλυση. Είναι προτιμότερο να εξετάσει η Ευρώπη την εγκατάλειψη της ΟΝΕ, την έξοδο των χωρών της περιφέρειας που πλήττονται και την επιστροφή σε σύστημα ελεγχόμενων ισοτιμιών. Η δημόσια συζήτηση που πλέον έχει λάβει διαστάσεις στη Γερμανία θα παίξει καίριο ρόλο στη διαμόρφωση απόψεων στν υπόλοιπη Ευρώπη.
Όπως αναφέρει το Ινστιτούτο Ρόζα Λούξεμπεργκ για τη μελέτη:
«Η Ευρωπαϊκή Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ) βρίσκεται πλέον σε βαθιά κρίση και ένας αυξανόμενος αριθμός παρατηρητών αμφισβητούν την ικανότητα της ΟΝΕ να επιβιώσει της κρίσης. Τι έχει πάει στραβά; Είναι οι διαγνώσεις που συνήθως προσφέρονται έγκυρες; Γιατί οι θεραπείες που συνταγογραφούνται δεν αποδίδουν; Μπορεί αυτό που πραγματικά συμβαίνει να είναι ότι η ευρωπαϊκή πολιτική υψηλού επιπέδου να αδυνατεί να κατανοήσει την αιτία της κρίσης και να την αντιμετωπίσει με ένα συνεπές σχέδιο;
Για να βρεθούν πειστικές απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα είναι αναγκαίο να επιστρέψουμε στις ρίζες της νομισματικής ένωσης και να προσδιορίσουμε τις κακοτεχνίες που έχουν επιβαρύνει την ύπαρξή της, από την έναρξή της μέχρι το σημείο όπου κρίνεται αν θα διατηρηθεί ή θα διαλυθεί μετά τη μεγάλη ύφεση του 2008-2009.»
Η επίσημη παρουσίαση της μελέτης θα πραγματοποιηθεί στις 30 Μαΐου στο Βερολίνο σε ημερίδα που διοργανώνει το Ινστιτούτο Ρόζα Λούξεμπουργκ.
Οπως ήταν αναμενόμενο, οι δηλώσεις του Οσκαρ Λαφοντέν υπέρ μιας συντεταγμένης διάλυσης του ευρώ, και της άμεσης αποχώρησης Ελλάδας και Κύπρου, άνοιξαν μια έντονη συζήτηση επί του θέματος στην γερμανική Αριστερά, και κυρίως στη βασική της έκφραση, το κόμμα «Η Αριστερά», πιο γνωστό ως Ντι Λίνκε (Die Linke).
Μπορούμε πολύ συνοπτικά και σχηματικά να διακρίνουμε τρεις τάσεις στην ως τώρα μορφή που έχει πάρει η διαπάλη των απόψεων εντός του κόμματος.
Κατ’αρχήν μια σειρά από αρνητικές, έως απαξιωτικές αντιδράσεις, κυρίως από την δεξιά τάση του Ντι Λίνκε, που εκφράζεται κύρια από το «Φόρουμ Δημοκρατικός Σοσιαλισμός» και έχει ως βάση τα ανατολικογερμανικής προέλευσης στελέχη του κόμματος. Σ’αυτήν πρόσκειται και η μια εκ των δύο προέδρων του κόμματος Κάτια Κίπινγκ. Από αυτήν την πλευρά ακούστηκε με τον πιο ηχηρό τρόπο το «ναι στο ευρώ» ως συστατικό στοιχείο της πολιτικής του Ντι Λίνκε καθώς και ο χαρακτηρισμός των απόψεων του Λαφοντέν ως «εθνικιστικές» και επηρεασμένες από τις αντι-ευρώ απόψεις του νεοϊδρυθέντος δεξιού κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία».
Οι αριστερές απόψεις εξέφρασαν μια στήριξη με διαβαθμίσεις και διαφοροποιήσεις στον Λαφοντέν, αποδεχόμενες την ουσία της ανάλυσής του για την δομή της ευρωζώνης, και αντιμετωπίζοντας το θέμα της εξόδου από το ευρώ είτε ως λύση ανάγκης για τις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο από την κρίση, είτε προβάλλοντας το σύνθημα «όχι ευρώ πάση θυσία», είτε συνδυάζοντας αυτές τις δύο τοποθετήσεις. Σ’αυτό το πλαίσιο κινείται σε γενικές γραμμές η παρέμβαση της Σάρα Βάγκενκνεχτ, από τις πιο γνωστές προσωπικότητες της γερμανικής Αριστεράς, που είναι σήμερα αντιπρόεδρος του κόμματος και αναπληρωτής πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας, που παρουσιάζουμε σήμερα στην Ισκρα.
Τέλος μεγάλο βάρος έχει η τοποθέτηση αυτού που θα χαρακτηρίζαμε ως «κομματικού κέντρου», που εξέφρασε με τον πιο εύγλωττο τρόπο ο άλλος πρόεδρος του κόμματος, και ηγετική μορφή του συνδικαλιστικού κινήματος, Μπεντ Ρίξινγκερ. Ο Ρίξινγκερ απέρριψε την άποψη του Λαφοντέν για διάλυση του ευρώ αλλά αρνήθηκε κατηγορηματικά να την εξισώσει με εθνικισμό ή με τον δεξιό ευρωσκεπτικισμό της «Εναλλακτικής για τη Γερμανία». Πρόκειται για «κριτική από τα αριστερά» τόνισε, αποδεχόμενος την ανάγκη ανοίγματος της συζήτησης πάνω σ’αυτό το θέμα.
Θα επανέλθουμε σύντομα με μεταφράσεις άλλων κειμένων σ’αυτήν την άκρως ενδιαφέρουσα και κρίσιμη για την πορεία της Αριστεράς συζήτηση που διεξάγεται στην «κοιλιά του κτήνους» της μερκελοκρατούμενης Ευρωπαϊκής Ενωσης.
ΣTAΘΗΣ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗΣ
ΟΧΙ ΣΕ ΑΝΕΥ ΟΡΩΝ ΔΕΣΜΕΥΣΗ ΣΤΟ ΕΥΡΩ
Άρθρο της Σάρας Βάγκενκνεχτ*, αντιπροέδρου του DIE LINKE («Η Αριστερά») στην Junge Weltστις 7 Μαϊου 2013
Την τελευταία εβδομάδα κατηγορήθηκα από διάφορα μέσα ενημέρωσης ότι δεν διαχωρίζω αρκετά τη θέση μου από το νεοϊδρυθέν κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AFD). Από την άλλη πλευρά, είδαμε θέσεις που βλέπουν με σκεπτικισμό το μέλλον της ζώνης του ευρώ να κινούνται προς την κατεύθυνση του AFD. Και τα δύο είναι λάθος.
Ας αρχίσουμε με το AFD: Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι το AFD είναι ένα δεξιό συντηρητικό κόμμα που ιδρύθηκε με ένα σκληρό νεοφιλελεύθερο προφίλ. Πολλοί από τους ιδρυτές του υποστηρίζουν εδώ και χρόνια τη μείωση των μισθών και τις κοινωνικές περικοπές στη Γερμανία. Ο ιδρυτής του κόμματος Μπερντ Λούκε ήταν το 2005 ένας από τους υπογράφοντες της έκκλησης για «μεγαλύτερη συγκράτηση των μισθών» στη Γερμανία. Το AFD δεν θέλει υψηλότερους φόρους για τους εκατομμυριούχους αλλά περισσότερες φορολογοαπαλλαγές για τους πλούσιους. Ένας από τους εκπροσώπους τους καλεί τους ανέργους και τους συνταξιούχους να παραιτηθούν από το δικαίωμα ψήφου.Για όλους αυτούς τους λόγους, το AFD δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελέσει επιλογή για όσους έχουν ένα ελάχιστο επίπεδο κοινωνικών απαιτήσεων. Αυτά είπα στην συνέντευξή μου στο κανάλι NTV, στην οποία δυστυχώς έγιναν πολύ επιλεκτικές αναφορές.
Υπάρχει μόνο ένας σημείο όπου το AFD έχει πράγματι υποτιμηθεί από την Αριστερά: είναι η κριτική που ασκεί στην ευρωπαϊκή πολιτική της Μέρκελ. Όταν οι εκπρόσωποι του AFD τονίζουν ότι η υποτιθέμενη διάσωση του ευρώ είναι στην πραγματικότητα μια διάσωση των τραπεζών, όταν απαιτούν οι ιδιώτες επενδυτές, και όχι οι φορολογούμενοι, να πληρώσουν τις ζημίες και όταν ζητούν ένα κούρεμα του χρέους των χωρών που πλήττονται από την κρίση, τότε βρίσκονται στις θέσεις που η Αριστερά υποστηρίζει εδώ και καιρό. Η απόφαση για την Ευρώπη του συνέδριου του AFD στηρίζεται στο γεγονός ότι το ευρώ βλάπτει τον Ευρωπαϊκό Νότο, γιατί στερεί από αυτές τις χώρες την δυνατότητα της άμυνας έναντι της γερμανικής εξαγωγικής επίθεσης μέσω της υποτίμησης του νομίσματος. (περισσότερα…)
Ο Κώστας Λαπαβίτσας, ο Κώστας Μελάς και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος απαντούν στο δίλημμα «εντός ή εκτός ευρώ»
Εφημ ΑΥΓΗ
Ο Σταύρος Καπάκος και ο Χρήστος Σίμος τους έθεσαν τις παρακάτω ερωτήσεις:
1. Μετά τη δεύτερη απόφαση του Eurogroup για την Κύπρο εκφράζονται απόψεις για επανεξέταση της θέσης του ΣΥΡΙΖΑ για το ευρώ ή της θέσης του ΑΚΕΛ για το ευρώ; Θεωρείτε ότι υπάρχει τέτοιο θέμα ή ότι μπορούν να αναζητηθούν λύσεις στο πλαίσιο της Ευρωζώνης;
2. Τι δείχνουν οι άλλες εμπειρίες, όπως της Ιταλίας, της Ισπανίας, της Πορτογαλίας, της Ιρλανδίας, της Ρουμανίας ή της Ουγγαρίας κ.ά. όσον αφορά το νόμισμα και την ύπαρξη η όχι Μνημονίου
3. Πώς κρίνετε το κλίμα ευρωσκεπτικισμού που διαπιστώνεται στην Ευρώπη; Υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις για την κρίση στην Ευρωζώνη; Για παράδειγμα η πρόταση που εκφράζει ο Στιούαρτ Χόλαντ, που τάσσεται υπέρ της πρότασης της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής ήδη από το 2011 (Νιου Ντιλ, ομόλογα από ΕΤΕπ κ.ά.) ή η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για ευρωπαϊκή διάσκεψη για το χρέος αποτελούν ικανοποιητικές ιδέες;
Ενώ η κρίση στην ζώνη του ευρώ είναι σύμμετρη, οι οικονομίες είναι διαφορετικές. Οι λαοί της περιφέρειας, πληρώνουν πολύ πιο ακριβά το μάρμαρο της κρίσης από ότι οι λαοί της Γερμανίας και των δορυφορικών της χωρών. Η αποδιοργάνωση και η διάλυση της ελληνικής οικονομίας, το βαθύ έλλειμμα ανταγωνιστικότητάς της, το αναιμικό κοινωνικό της κράτος, που εξατμίζεται, το ότι μπήκε πρώτη στον έλεγχο της τρόικας, τα βασικά μακροοικονομικά της μεγέθη, αλλά και οι άλλοι απόλυτα αρνητικοί οικονομικοί και κοινωνικοί δείκτες, κάνουν την κρίση στην Ελλάδα να παίρνει την πιο οξεία και δραματική μορφή. Η βαθιά ύφεση όμως, καθιστά και πιο εύκολη, την εκτός ευρώ, δυνατότητα ανάκαμψης. Η συντριβή και φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, σε συνδυασμό με την ύπαρξη της πιο ισχυρής κομμουνιστογενής αριστεράς σε όλη την Γηραιά Ήπειρο, μετατρέπουν τον οικονομικά αδύναμο κρίκο και σε πολιτικοκοινωνικό αδύναμο κρίκο. Έτσι, όπως είναι τα πράγματα, δεν μπορούμε να περιμένουμε εμείς από τους άλλους μεσογειακούς λαούς, αλλά οι άλλοι μεσογειακοί λαοί περιμένουν από εμάς.
του Κώστα Παπουλή
Τον Δεκέμβρη του 2011, στην συνδιάσκεψή του, το Μ.Α.Α. διάλεξε την καθαρή θέση για το ευρώ και τις κρυστάλλινες κουβέντες για τα πράγματα, όπως εξελίσσονται στην «μνημονιακή» Ελλάδα. Προσωρινά βρεθήκαμε λίγοι, και σε πολιτική «μοναξιά», αλλά αμέσως μετά, αρχίσαμε να ακουγόμαστε στην πολιτική ζωή, για να δικαιωθούμε πλήρως -δυστυχώς μέσα από την κυπριακή τραγωδία-.
Στην τοποθέτηση μου στην συνδιάσκεψη τότε, είχα πει (βλ: Γιατί το ευρώ είναι το κεντρικό ζήτημα, που παραθέτω στο τέλος του άρθρου, 4ο σημείο*):
«Ως γνωστόν, οι ελληνικές τράπεζες, επιβιώνουν χάριν στην ρευστότητα που τους παρέχει η ΕΚΤ, και τώρα τελευταία η κεντρική τράπεζα της Ελλάδας (μέσω του ειδικού μηχανισμού, που πάλι ελέγχεται από την ΕΚΤ). Πως θα διαπραγματευτείς με κάποιον που σε ελέγχει; Άλλωστε, είναι σχεδόν βέβαιο, ότι από την στιγμή που θα προχωρήσει η χώρα σε στάση πληρωμών, έναντι του εξωτερικού χρέους, η ρευστότητα θα διακοπεί. Είναι σαν να έχουν διαμαρτυρηθεί οι επιταγές σου και εσύ να πηγαίνεις να ζητάς καινούργιο μπλοκ. Σε μια τέτοια περίπτωση, πρέπει να ανασυγκροτηθεί αμέσως η Κεντρική Τράπεζα της Ελλάδας, να εκδοθεί η νέα δραχμή, να εθνικοποιηθούν οι τράπεζες, για να μην καταρρεύσει το τραπεζικό σύστημα. Αλλά ακόμη και στην απίθανη περίπτωση που δεν διακοπεί αμέσως η ρευστότητα, για λόγους σταθερότητας του ευρώ, η Ελλάδα πάλι δεν μπορεί να βγει από την κρίση, γιατί δεν διαθέτει μέσα οικονομικής πολιτικής.»
Η γενικόλογη αντιμνημονιακή θέση (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝ. ΕΛΛΗΝΕΣ), όπως εκφράστηκε στις τελευταίες εκλογές, δήλωνε ότι η έξοδος από το ευρώ δεν υφίσταται ως πιθανότητα, γιατί οι ευρωπαϊκές συνθήκες, δεν επιτρέπουν την εκδίωξη ενός μέλους από την ζώνη του ευρώ. Όταν τους λέγαμε, ότι άμα η Ελλάδα δεν πειθαρχήσει, θα της κόψουν τη ρευστότητα για τις τράπεζες και θα φύγει άρον-άρον, με την «θέλησή» της, έκαναν ή τους κουφούς, ή έλεγαν ότι υιοθετούμε το δίλημμα του αντιπάλου. Όταν μάλιστα, ο Α. Αλαβάνος, περιέγραψε δημόσια την αλήθεια, πριν τις εκλογές, οι γνωστοί μηχανισμοί τον επικήρυξαν για άλλη μια φορά.
Τώρα όμως είναι τα δύσκολα, για την άλλη πλευρά που η πολιτική της «δοκιμάστηκε» στην Κύπρο. Ιδίως, για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ, τον κύριο «εθνικό μας νόμισμα είναι το ευρώ». Έτσι, έχουν αρχίσει να ακούγονται απίθανα πράγματα. «Η επιστροφή στην δραχμή είναι εθνική αναδίπλωση», είναι η επίσημη θέση. Αλήθεια, πότε θα μας απαντήσουν στο ερώτημα: τι είναι η ευρωζώνη; Τι είναι η Ε.Ε.; που η μη συμμετοχή σε αυτές, συνιστά οπισθοδρόμηση; Υπάρχει γερμανικός ιμπεριαλισμός, ή όχι; Δικαιούμαστε να πούμε όχι σε αυτόν;
Είναι σαφές, ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, όπως άλλωστε και του ΚΚΕ, ζουν σε μια εικονική πραγματικότητα γεμάτη ιδεοληψίες, όσον αφορά τα τεκταινόμενα στην ζώνη του ευρώ, τις σχέσεις των εθνών κλπ Για τον ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο, γιατί ως κόμμα καιροσκοπικό, που φτιάχνει γραμμή από τις δημοσκοπήσεις, βρίσκεται για πρώτη φορά αντιμέτωπος με μια κοινή γνώμη που είναι υπέρ της δραχμής.
Θέμα εξέτασηςγια έξοδο της Κύπρου από το ευρώ θέτει ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ,Άντρος Κυπριανού αποκλειστικά στην εκπομπή 24Ωρες και στους Ν. Μαρκέτο και Σ. Παπαδόπουλο.
Ο Γ.Γ. του ΑΚΕΛ, υποστήριξε ότι εδώ και αρκετό καιρό τίθεται το ερώτημα αν θα πρέπει να μείνουμε ή όχι στο ευρώ.
Δείτε τι δηλώνει για το δίλημμα ευρώ ή σκληρά μέτρα της Τρόικα.
Ύστερα από συνάντηση με τον πρόεδρο του Eurogroup Ζαν-Κλοντ Γιούνγκερ, στην Αθήνα, όπου διαπιστώθηκε η πλήρης συμφωνία τους, ο Αντώνης Σαμαράς αναχωρεί για Βερολίνο και Παρίσι, όπου θα συναντηθεί στις 24 και 25 του μηνός με την Α. Μέρκελ και τον Φ. Ολάντ. Το αίτημά του είναι να δοθεί μια «ανάσα» στην κυβέρνησή του, ήτοι επιμήκυνση κατά δύο χρόνια του προγράμματος περικοπών δημοσίων δαπανών, απολύσεων κοκ. Βασική πολιτική αποσκευή του είναι η γραμμή της «παραμονής στο ευρώ».
Μ’ αυτή συντάσσεται, ασφαλώς με διαφοροποιήσεις ως προς τη διαπραγματευτική τακτική και τους στόχους, η αξιωματική αντιπολίτευση του Σύριζα-ΕΚΜ, που διά στόματος εκπροσώπου του Π. Σκουρλέτη φρόντισε, λίγες μόνο ημέρες πριν από το πρωθυπουργικό ταξίδι, σε μια ένδειξη υποστήριξης –πώς αλλιώς μπορεί να εκληφθεί αυτό;–να δηλώσει: «Κανείς από τον Σύριζα δεν θέτει θέμα εξόδου από το ευρώ».
Η παραμονή στο ευρώ σε όποια παραλλαγή της, την πιο σκληρή, «πάση θυσία», ή την πιο ήπια, «όχι τόσες θυσίες», σημαίνει ούτως ή άλλως περικοπές μισθών, συντάξεων, κοινωνικών υπηρεσιών πολλών δισ. ευρώ, 14 για την ακρίβεια τα επόμενα δυο χρόνια, σύμφωνα με τελευταίες εκτιμήσεις της τρόικας (Der Spiegel), προκειμένου να λάβει η Ελλάδα την επόμενη δόση του τελευταίου δανείου, ύψους 31,5 δις. ευρώ. Τα περιθώρια διαπραγμάτευσης, όπως φανερώνει σύμπας ο γερμανικός Τύπος, είναι ελάχιστα.
Ο Α. Σαμαράς, αποφασισμένος ούτως ή άλλως λόγω πεποιθήσεων να εφαρμόσει τα σκληρά μέτρα λιτότητας και ιδιωτικοποίησης, αλλά και να δώσει τα κατάλληλα διαπιστευτήρια, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Bild προσπαθεί να πείσει τους Ευρωπαίους ιθύνοντες να του δώσουν χρόνο (και πολιτικό μέλλον): «Αν αφεθεί η Ελλάδα να χρεοκοπήσει, η ανασφάλεια και το ευάλωτο των άλλων μελών της Ευρωζώνης θα αυξηθούν, για να μην αναφερθούμε στις δραματικές επιπτώσεις για τις χρηματοπιστωτικές αγορές».
Τόσο ο κ. Σαμαράς, όσο και άλλοι υποστηρικτές της παραμονής στο ευρώ, φαίνεται να έχουν μείνει αρκετές φάσεις πίσω στην κρίση της Ευρωζώνης. Βρίθουν τα σενάρια για τη διάλυσή της. Κρατικοί αξιωματούχοι (όπως ο Φιλανδός υπουργός Εξωτερικών Έρκι Τούομιογια) δηλώνουν επίσημα ότι αποτιμούν το κόστος και το όφελος των αποχωρήσεων από το ευρώ. Ο Αυστριακός ομόλογός του, Μ. Σπίντελεγκερ, δήλωσε ότι πρέπει να υπάρχει η δυνατότητα να αποβάλλονται από τη νομισματική ένωση χώρες που «δεν τηρούν τις δεσμεύσεις τους»(Γ. Δελαστίκ, «Πριν» 19/8). Άλλοι (βλ. Μ. Χάτσινσον,”How Will the Euro Break Up?”, στο συντηρητικό αμερικανικό σάιτ Prudentbear.com 20/8) δημοσιοποιούν σενάρια για το τι είδους νομισματικές ενώσεις θα προκύψουν από μια πιθανή διάσπαση της Ευρωζώνης. Η προβολή αυτών των απόψεων από ασιατικά ΜΜΕ (Asia Times), σε μια περίοδο που ανακοινώνεται μείωση εξαγωγών της Κίνας στην Ευρώπη και αύξηση του εμπορικού ελλείμματος της Ιαπωνίας λόγω κρίσης της Ευρωζώνης, έχει τη σημασία της.
Ανοίγουν την πόρτα για έξοδο-Πάνω απ’ όλα ισχυρό ευρώ
Πηγή: aristeroblog
Τριτοκοσμικοί στο ευρώ ή τριτοκοσμικοί εκτός ευρώ;
Το παραπάνω ερώτημα φαίνεται πλέον ότι τίθεται από τους εταίρους και δανειστές της χώρας μας προς την ελληνική αστική τάξη και τους εκπροσώπους της. Για την ελληνική άρχουσα τάξη όμως το δίλημμα αυτό δεν υπάρχει εδώ και καιρό. Για την άρχουσα τάξη της Ελλάδας, με μια όχι και τόσο μεγάλη δόση υπερβολής μπορούμε να ισχυριστούμε ότι ουσιαστικά το πρόβλημα είναι πως θα μετατρέψει τη χώρα αρκετά γρήγορα σε τρικοσμική μπανανία, μήπως και με αυτό τον τρόπο τα καταφέρει να ικανοποιήσει τους δανειστές και να παραμείνει στο ευρώ. Μάλιστα σε αυτή την προσπάθεια από την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου μέχρι και σήμερα έχει στρατευτεί το σύνολο της αστικής τάξης και παρά τις σποραδικές γκρίνιες που ακούγονται από επιμέρους έλληνες μεγαλοκαπιταλιστές η βασική αυτή επιλογή καθόλου δεν αμφισβητείται.
Οι γκρίνιες αφορούν κυρίως το πώς τα επιμέρους συμφέροντα θα πλασαριστούν στο νέο περιβάλλον απίστευτης υποβάθμισης της χώρας εντός του ευρώ. Από την εμπειρία των τελευταίων δυόμιση ετών είναι κάτι παραπάνω από ξεκάθαρο ότι από καμία απολύτως μερίδα της άρχουσας τάξης δεν υπάρχει η βούληση για ανασυγκρότηση και ανεξάρτητη πορεία του ελληνικού καπιταλισμού εκτός ευρώ. Επιπλέον, η τάση της αστικής τάξης για την πάση θυσία παραμονή της χώρας στο ευρώ, όσο προχωρά η υλοποίηση των διαφόρων μέτρων των επιμέρους μνημονίων και η κρίση τόσο στην ευρωζώνη όσο και διεθνώς βαθαίνει, ισχυροποιείται ακόμα περισσότερο. Σε αυτή την κατάσταση, δυστυχώς έχει συμβάλλει και το γεγονός ότι εξ αιτίας κυρίως των αδυναμιών της Αριστεράς να οργανώσει την πάλη του λαού απέναντι στην παραπάνω προοπτική, το λαϊκό κίνημα δεν εμφανίζεται οργανωμένο και συντονισμένο παρά τις σποραδικές και επιμέρους προσπάθειες μεμονωμένων δυνάμεων αλλά και παρά το γεγονός ότι μέχρι τώρα υπήρξαν και υπάρχουν και είναι απολύτως βέβαιο ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν αυθόρμητες αλλά πολύ σοβαρές λαϊκές αντιδράσεις, που όμως δεν αρκούν.
Ακόμα κι έτσι όμως είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν η ελληνική άρχουσα τάξη θα καταφέρει να κρατηθεί στο ευρώ, για λόγους πέραν των δυνάμεων της που θα αναλύσουμε παρακάτω. Οι λόγοι αυτοί αφορούν κυρίως την τάση της τρέχουσας καπιταλιστικής κρίσης να λάβει έναν κατεξοχήν διεθνή χαρακτήρα και να μετατραπεί ξεκάθαρα σε παγκόσμια κρίση με καταλύτη την επιδείνωση της κρίσης του ευρώ συμπαρασύροντας τόσο τις ΗΠΑ, την Κίνα και την Ιαπωνία, όσο και τις λεγόμενες αναδυόμενες οικονομίες του G20. Για το λόγο αυτό οι παράγοντες του διεθνούς συστήματος επικεντρώνουν την προσοχή τους στη διαχείριση και περιορισμό των επιπτώσεων από την κρίση της ευρωζώνης.
Τη στιγμή που η ΕΚΤ και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δίνουν μάχη για τη διάσωση του ευρώ, τράπεζες, επενδυτές και επιχειρήσεις προετοιμάζονται για την κατάρρευση της Ευρωζώνης.
Οπως γράφει το «Spiegel», οι αγορές είναι έτοιμες για όλα, δείχνοντας δυσπιστία απέναντι στους χειρισμούς της πολιτικής. «Το πείραμα του ευρώ εκλαμβάνεται ολοένα και περισσότερο ως αποτυχημένο από τις αγορές» εξηγεί στο γερμανικό περιοδικό ο οικονομολόγος Φίλιπ Φόρντραν.
«Η νευρικότητα οφείλεται και στους πολιτικούς που δεν καταφέρνουν να τιθασεύσουν την κρίση. Παρά τις προσπάθειές τους η κατάσταση στην Ελλάδα δεν φαίνεται να έχει προοπτική. Η Ισπανία σκοντάφτει και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει τι θέση θα πάρει το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο τον Σεπτέμβριο σχετικά με τη συνταγματικότητα του ευρωπαϊκού ταμείου διάσωσης ESM» τονίζει το «Spiegel», που συμπληρώνει ότι «στις χρηματαγορές η πολιτική διαμάχη για τη σωστή διέξοδο από την κρίση προκαλεί ένα πράγμα: φόβο για την κατάρρευση του ευρώ». Ταυτόχρονα επισημαίνεται ότι η ισοτιμία του ευρώ αντανακλά τις ανησυχίες των επενδυτών.
Οι τράπεζες
Πιο επιρρεπείς σε αυτούς τους φόβους φαίνονται οι τράπεζες, που όπως υπογραμμίζει το περιοδικό δανείζονται διασυνοριακά όλο και λιγότερα χρήματα, κυρίως από το καλοκαίρι του 2011.
«Οι τράπεζες δεν μείωσαν μόνο τη χορήγηση δανείων προς εταιρείες και άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα στον χώρο της Ευρώπης, αλλά έκοψαν τους δεσμούς ακόμη και με τις ίδιες τους τις θυγατρικές» εξηγεί το περιοδικό. «Ετσι προετοιμάζονται για την περίπτωση που οι χώρες του Νότου επιστρέψουν στα εθνικά τους νομίσματα και τα υποτιμήσουν».
Τον δρόμο της εξόδου από τις χώρες της Ευρωζώνης έχουν αρχίσει να παίρνουν και μεγάλοι πολυεθνικοί κολοσσοί, αρχής γενομένης από τη Shell, η οποία τοποθέτησε χρήματα για επενδύσεις σε αμερικανικά ομόλογα.
Οπως αναφέρει το «Spiegel», ακόμη και η ανώνυμη μάζα των επενδυτών, από τους Γερμανούς μικροεπενδυτές μέχρι τους ασφαλιστικούς ομίλους και τα αμερικανικά hedge funds, αναζητούν τρόπους όχι μόνο για να προστατευτούν, αλλά ακόμη και να κερδοσκοπήσουν από μια ενδεχόμενη κατάρρευση του ενιαίου νομίσματος.
Κατά την εκτίμηση του Geert Noels μόνον η Ελλάδα θα χρειαστεί να εγκαταλείψει την ευρωζώνη: «Οι προσπάθειες που απαιτούνται από αυτήν τη χώρα είναι τέτοιες, που κάποια στιγμή δεν θα αντέξει ένα ακόμα πρόγραμμα λιτότητας. Θα πρέπει, λοιπόν, να κάνει κάτι άλλο. Κάτι που θα είναι εφικτό, μέσω της εξόδου της από την ευρωζώνη. Από την πλευρά τους, οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα πρέπει να έχουν κάνει αρκετές προσπάθειες ώστε να διασφαλίσουν πως καμία χώρα δεν θα ακολουθήσει την Ελλάδα όταν εκείνη εγκαταλείψει την ευρωζώνη».
Πηγή: ΤΟ ΒΗΜΑ
Υπό τον τίτλο «Πέντε χρόνια μετά: που πάει το ευρώ;» η βελγική εφημερίδα L’ Echo δημοσιεύει σχετικό τετρασέλιδο αφιέρωμα, με πλήθος αναφορών στην Ελλάδα.
Αναλυτικότερα, στο πρώτο τμήμα του αφιερώματος γίνεται μια ιστορική αναδρομή στην κρίση από το 2007 μέχρι σήμερα, σημειώνοντας πως εν μέσω της παγκόσμιας ύφεσης του 2009, η Ελλάδα βρέθηκε αντιμέτωπη με ένα αβυσσαλέο χρέος της τάξης του 120%.
Περιγράφοντας την κατάσταση που επικρατούσε αναφέρει τα εξής:
«Έτσι όπως βυθίζεται η οικονομία, η Ελλάδα τρέχει με φόρα προς έναν τοίχο. Είναι η αρχή της ελληνικής κρίσης. Για πρώτη φορά στην ιστορία του ευρώ, το χρέος μιας χώρας δεν αποτελεί σταθερή αξία. Από σύνοδο σε σύνοδο, οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπαθούν να πείσουν τους επενδυτές για το αντίθετο. Χωρίς αποτέλεσμα. Οι τόκοι που απαιτούν οι αγορές παίρνουν φωτιά, η Ελλάδα έχει de facto αποκλειστεί από τις αγορές…».
Το χειρότερο, όμως, σχολιάζει η Echo, ήταν ο φόβος του τι θα γινόταν με τους άλλους αδύναμους κρίκους (τις ιρλανδικές τράπεζες, την πορτογαλική παραγωγικότητα και την ισπανική αγορά ακινήτων) αν έδιωχναν την Ελλάδα από το κοπάδι και τίποτα δεν μπορούσε να τη σώσει.
Σε άλλο τμήμα του αφιερώματος, όπου τρεις οικονομολόγοι απαντούν σε ερωτήσεις για το μέλλον της ευρωζώνης σε πέντε χρόνια από σήμερα, οι De Grauwe (London School of Economics), Geert Noels (Econopolis) και Etienne de Callatay (Τράπεζα Degroof), εκφράζουν την άποψη πως η Ευρώπη θα βρίσκεται ακόμα σε ύφεση, τα προβλήματα των τραπεζών θα επιμένουν κι η Ελλάδα δεν θα είναι πλέον μέλος της ευρωζώνης.
Συγκεκριμένα, απαντώντας σε ερώτηση αν η ευρωζώνη θα παραμείνει η ίδια, ο οικονομολόγος Paul De Grauwe εκτιμά πως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Ιταλία ενδέχεται να εγκαταλείψουν το ευρώ, αλλά και πως είναι εξίσου πιθανό να κάνει το ίδιο και η Γερμανία ακολουθούμενη από μια ομάδα χωρών που θα γίνουν οι δορυφόροι του γερμανικού μάρκου.
Σε επίκεντρο επικίνδυνων και απρόβλεπτων σεισμικών αναταράξεων που απειλούν όλο τον κόσμο έχει μετατρέψει την ευρωζώνη ο οικονομικός φονταμενταλισμός που εμμονικά κι αψηφώντας έξωθεν κι έσωθεν υποδείξεις εφαρμόζει η Γερμανία η οποία κρατάει στα χέρια της τα οικονομικά ηνία της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης. Οι ενδείξεις ότι κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της ευρωζώνης πληθαίνουν και παρόλα αυτά το Βερολίνο εξακολουθεί να εφαρμόζει με τον πιο άκαμπτο τρόπο την ίδια οικονομική πολιτική που το μόνο που έχει καταφέρει είναι να πετά την μια οικονομία της ευρωζώνης μετά την άλλη στα βράχια. Ο κίνδυνος όμως πλέον δεν αφορά μόνο τα 17 κράτη μέλη της ευρωζώνης…
«Τα πιο πρόσφατα στοιχεία για την απασχόληση στις ΗΠΑ – που δείχνουν ότι δημιουργήθηκαν περίπου οι μισές θέσεις εργασίας απ’ αυτές που αναμένονταν – ερμηνεύθηκαν εν μέρει από το γεγονός ότι οι μεγάλες αμερικανικές εταιρείες επλήγησαν από την εξασθενημένη ανάπτυξη στην ευρωζώνη καθώς οι εκεί πωλήσεις τους αποτελούν ένα μεγάλο κομμάτι των εσόδων τους», έγραφε το αμερικανικό περιοδικό Time της 18ης Ιουνίου 2012. Τίτλος του άρθρου, «Το παγκόσμιο οικονομικό σας γεύμα τώρα σερβίρεται», με το αμερικανικό έντυπο να «παίζει» με την διπλή έννοια της λέξης γεύμα (mess) που σημαίνει και …χάος! Η μεγάλη σημασία που διαδραματίζουν οι πωλήσεις στο εξωτερικό για τις προοπτικές ανάκαμψης της αμερικανικής οικονομίας εξηγούνται λόγω του ότι εντός των ΗΠΑ μισθοί και ημερομίσθια εξακολουθούν να είναι καθηλωμένα, με αποτέλεσμα οι ελπίδες να έχουν εναποτεθεί στις εξαγωγές. «Σύμφωνα με to Economic Cycle Research Institute, η αύξηση του εισοδήματος τους προηγούμενους τρεις μήνες ήταν χαμηλότερη απ’ ότι ήταν στην αρχή των 10 προηγούμενων υφέσεων. Αυτή είναι η μορφή που έχει αυτή η “ανάκαμψη”. Το αποτέλεσμα είναι πως η αμερικανική οικονομία “είναι όσο ποτέ άλλοτε ευάλωτη σε εξωτερικά σοκ” υποστηρίζει ο Τζιμ Ο’Νιλ επικεφαλής οικονομολόγος της Goldman Sachs», αναφέρει το αμερικανικό περιοδικό στο ρεπορτάζ του για την παγκόσμια οικονομία.
Οι μειωμένες πωλήσεις των αμερικανικών εταιρειών είναι αποτέλεσμα της προβλεπόμενης συρρίκνωσης του ΑΕΠ της ευρωζώνης (η οποία εξακολουθεί να αντιπροσωπεύει το 18% της παγκόσμιας οικονομίας) για το τρέχον έτος κατά 0,3%, από 2% που είχε αυξηθεί το 2010. Η πραγματικότητα είναι πως τα τελευταία τρία χρόνια καμία περιοχή του πλανήτη δεν είδε το ΑΕΠ της να αυξάνεται. Κι η συντριβή όμως που παρατηρείται στην ευρωζώνη, με την αναμενόμενη συρρίκνωση του ΑΕΠ για φέτος, δεν έχει όμοιο! Στις τέσσερις «αναδυόμενες» (όπως συνεχίζουν να χαρακτηρίζονται) οικονομίες του πλανήτη για παράδειγμα που περιγράφονται με το αρκτικόλεξο BRIC (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία και Κίνα) κι οποίες αντιπροσωπεύουν το 20% της παγκόσμιας οικονομίας οι ρυθμοί μεγέθυνσης του ΑΕΠ θα συρρικνωθούν στο 6% για φέτος, από 8% το 2010. Ενώ στις ΗΠΑ (που αντιπροσωπεύουν το 22% της παγκόσμιας οικονομίας, μεγαλύτερο δηλαδή μέρος απ’ ότι και οι τέσσερις μαζί «αναδυόμενες» οικονομίες) το ΑΕΠ αναμένεται να αυξηθεί κατά 2% από 3% το 2010. Το χειρότερο ωστόσο είναι ότι επανέρχονται δριμύτερες οι ανησυχίες ότι η αμερικανική οικονομία κινδυνεύει από μια διπλή ύφεση. «Όσο ισχυρότερα είναι τα ανησυχητικά σημάδια από το εξωτερικό, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος μια επιπλέον ύφεσης», με τα λόγια του Ελ Εριάν, επικεφαλής της επενδυτικής εταιρείας Pimco, κορυφαίας στον κόσμο στην διαπραγμάτευση ομολόγων.
Ενώ γίνονται προσπάθειες να πειστεί η κοινή γνώμη ότι επαρκούν 100 δις ευρώ για την επίλυση της ισπανικής κρίσης , ο Jacques Sapir, αποδεικνύει ότι αυτή είναι προϊόν της πολιτικής της λιτότητας και προειδοποιεί ότι η Ιταλία θα ακολουθήσει υποχρεωτικά την Ισπανία, υπονομεύοντας τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης(ΜΕS).
Πηγή: marianne2.fr
Η Ισπανία αντιμετωπίζει σήμερα πρωτοφανή τραπεζική κρίση, η οποία αποτελεί άμεση και έμμεση συνέπεια της συμμετοχής της στο ευρώ.
Το ευρώ συνέβαλε στην επιτάχυνση της αποβιομηχάνισης της ισπανικής οικονομίας, η οποία στράφηκε προς τον τομέα των υπηρεσιών και των ακινήτων. Οι τράπεζες χρηματοδότησαν απεριόριστα τον τομέα των ακινήτων χορηγώντας δάνεια τόσο στους εμπόρους ακινήτων, τους κτηματομεσίτες και τους εργολάβους, όσο και στα νοικοκυριά. Οι επαγγελματίες ήταν οι πρώτοι που επηρεάστηκαν ,όντας ανίκανοι να πουλήσουν τα προϊόντα τους, τόσο στους τουρίστες, που απομακρύνθηκαν από την Ισπανία–με εξαίρεση τους πλουσιότερους – εξ αιτίας του υψηλού κόστους και της συναλλαγματικής ισοτιμίας του ευρώ, όσο και στους πολίτες . Η δυναμική στον κατασκευαστικό τομέα αντιστράφηκε απότομα. Περάσαμε από την κατασκευή ενός εκατομμυρίου κατοικιών ανά έτος σε περίπου 80.000 σήμερα, ήτοι σε διαίρεση με συντελεστή το 12! Εξ ου και η έκρηξη της ανεργίας.
Η ραγδαία συρρίκνωση στον τομέα των κατασκευών είχε ως αποτέλεσμα την κάμψη όλης της οικονομίας. Είχε σημαντικό αντίκτυπο στη συνολική φερεγγυότητα της χώρας
Τα νοικοκυριά, που πλήττονται από την αυξανόμενη ανεργία ,η οποία αγγίζει πλέον το 24,4% του ενεργού πληθυσμού, δυσκολεύονται όλο και περισσότερο να αντιμετωπίσουν τους τόκους των χρεών τους και οι καθυστερούμενες οφειλές έχουν συσσωρευτεί. Αυτό μεταφράζεται σε τόκους υπερημερίας ύψους 8,3% επί του ενεργητικού των τραπεζών. Ένας απλός τρόπος για να γίνει μια εκτίμηση του ύψους των τραπεζικών υποχρεώσεων είναι να εξεταστεί το απόθεμα των 3 εκατομμυρίων ακατοίκητων σπιτιών, που σημαίνει 2,5 εκατ. ,πέραν αυτού που θεωρείται «φυσιολογικό» από τους κτηματομεσίτες. Αν εκτιμήσουμε τη μέση τιμή των κατοικιών στα 100. 000 ευρώ ,ένα απόθεμα 2,5 εκατομμυρίων από τις κατοικίες οδηγεί σε ένα σύνολο 250 δις »παγωμένων» υποχρεώσεων .Όντας βέβαια κάποιος αισιόδοξος μπορεί να πει ότι, με την πάροδο του χρόνου (σε δύο έως τρία χρόνια) και κατεβάζοντας την τιμή κατά το ήμισυ, αυτά τα σπίτια μπορούν να βρουν αγοραστές. Αυτό θα σήμαινε, ωστόσο, ότι θα υπάρξουν τουλάχιστον 125 δις ευρώ σε απώλειες μόνο από τον τομέα των ακινήτων. Σε αυτές πρέπει να προστεθούν και οι ζημίες που προκύπτουν από την οικονομική κρίση που προκάλεσαν τα διάφορα προγράμματα λιτότητας.
Όσοι έχουν δει τις «Συμμορίες της Νέας Υόρκης» θα θυμούνται την προτελευταία σκηνή του έργου και το τέλος της ιστορίας. Οι αντίπαλοι έχουν παραταχθεί στην πλατεία για να λύσουν τις διαφορές τους ενώ την ίδια στιγμή μία πολύ ευρύτερη σύγκρουση εξελίσσεται στην πόλη. Πριν προλάβουν να τις λύσουν μία αδέσποτη βόμβα σκάει στη μέση της πλατείας στέλνοντας και τους μεν και τους δε άψαλτους.
Η ομοιότητα της παραπάνω ιστορίας με τη σημερινή κατάσταση έγκειται στο ότι καθώς οξύνεται η κρίση οξύνονται οι αντιθέσεις και επομένως οι συγκρούσεις ανάμεσα σε τάξεις στο εσωτερικό των χωρών, στο εσωτερικό των αστικών τάξεων της ίδιας χώρας καθώς και ανάμεσα σε αστικές τάξεις διαφορετικών χωρών. Οι δρόμοι που θα πάρει η σύγκρουση, οι πιθανοί συμβιβασμοί και η αντανάκλαση στο πολιτικό εποικοδόμημα δεν μπορούν να προβλεφθούν με ακρίβεια εκ των προτέρων. Το ζητούμενο για τα υποκείμενα της ιστορίας είναι αναλύοντας τη συγκεκριμένη μορφή με την οποία αυτές οι αντιθέσεις εμφανίζονται στη συγκεκριμένη ιστορική συγκυρία να προβλέψει πιθανές τροχιές της προκειμένου να αναπτύξει μία ευέλικτη τακτική που θα μπορεί να προσαρμόζεται στις καμπές που η διαπάλη θα ακολουθήσει.
Το σημείωμα αυτό δεν φιλοδοξεί να αποτελέσει κάτι τέτοιο αλλά να συμβάλει στον προβληματισμό σε σχέση με μία πιθανή τροχιά των εξελίξεων: την πιθανότητα η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ να συμβεί ανεξάρτητα από τις εξελίξεις στο εσωτερικό της χώρας. Ταυτόχρονα να παρουσιάσει πλευρές των ενδοαστικών αντιθέσεων όπως αντανακλώνται στον τύπο, πλευρές οι οποίες έχουν ευρύτερο ενδιαφέρον, πέρα από το ζήτημα της ελληνικής εξόδου. Βασίζεται σε δημοσιεύματα του γερμανόφωνου κυρίως τύπου και παρουσιάζει σημαντικά κενά που θα επισημανθούν.
Ο δημόσιος διάλογος που αφορά τη γερμανική άρχουσα τάξη (και όχι η «τροφή» που δίνουν στο πόπολο) είναι εδώ και καιρό πολωμένη, ανάμεσα σε αυτούς που θα ονομάσουμε σχηματικά «ευρωσκεπτικιστές»[1] και τους «υπέρμαχους του ευρώ»[2]. Και οι δύο πλευρές δέχονται την εμφάνιση των αποτελεσμάτων της ανισόμετρης ανάπτυξης αν και τα αποδίδουν σε διαφορετικούς μηχανισμούς. Οι μεν πρώτοι ακολουθούν την κυρίαρχη στον πολιτικό λόγο ερμηνεία ότι οφείλονται σε συγκυριακούς λόγους, όπως η αναποτελεσματικότητα των προβληματικών χωρών, οι δε δεύτεροι αναγνωρίζουν το αναπόδραστο του πράγματος προβάλλοντας το απλό επιχείρημα ότι τα εξωτερικά ισοζύγια αναγκαστικά έχουν μηδενικό άθροισμα, επομένως είναι αδύνατο να έχει κάποια χώρα πλεόνασμα αν κάποια άλλη δεν έχει έλλειμμα. Και οι δύο πλευρές αναγνωρίζουν ότι η αντιμετώπιση της κρίσης μέσω της πίεσης στα λαϊκά στρώματα γενικά αλλά και τις αστικές τάξεις των περιφερειακών χωρών είναι ανεπαρκής, από μόνη της, για τον έλεγχο της κατάστασης. Οι συνταγές που προτείνουν όμως είναι διαφορετικές.
Την πεποίθηση ότι η μόνη λύση για να σωθεί η Ελλάδα είναι η αποφασιστική έξοδος της χώρας από την ζώνη τού ευρώ, εξέφρασε ο καθηγητής Οικονομικών Κώστας Λαπαβίτσας .
Μιλώντας στον Σεραφείμ Κοτρώτσο και στον Realfm 97.8 , ο κος Λαπαβίτσας δήλωσε ότι παίζεται στα ζάρια η τύχη του ελληνικού λαού και η μόνη λύση είναι να αποφασίσουν οι Έλληνες να βγουν από την Ευρωζώνη.
«Η Ελλάδα πρέπει να κοιτάξει τα του οίκου της και πρέπει να σώσει τον εαυτό της, με τέτοιο τρόπο ώστε να αποτελέσει παράδειγμα και για τις άλλες χώρες της ευρωζώνης. Η επιλογή που έχουμε μπροστά μας είναι ο αργός θάνατος με το μνημόνιο ή η αποφασιστική έξοδος» είπε χαρακτηριστικά ο Κώστας Λαπαβίτσας , Καθηγητής Οικονομικών στη Σχολή Ανατολικών και Αφρικανικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (SOAS University of London)
2. Συνέντευξη στην ΑΥΓΗ του Σαββάτου 16/6/12
Κ.Λαπαβίτσας: Για να υπάρξει ριζοσπαστική λύση της κρίσης
Ας μη δημιουργούνται αυταπάτες σχετικά με τον Ισπανικό δανεισμό
Του Τάσου Σταυρόπουλου*
«Eπειδή οι εξελίξεις με τη διάσωση των Ισπανικών τραπεζών έχουν παρουσιασθεί στην Ελλάδα ως ένδειξη θετικής διαφοροποίησης της Ευρωπαϊκής πολιτικής προς τις υπερχρεωμένες περιφερειακές χώρες και επειδή στον κεντρικό πολιτικό διάλογο, από διάφορες πλευρές και με διαφορετικό τρόπο, καλλιεργείται η, κατά τη γνώμη μου, επικίνδυνη αυταπάτη ότι είναι δυνατόν να λυθούν τα προβλήματα της χώρας μας και των εργαζομένων στα πλαίσια της Ευρωζώνης, ας πάρουμε υπόψη τα παρακάτω στοιχεία από τις Ισπανικές εξελίξεις του Σαββατοκύριακου:
Πρώτο: Παρότι το πρόγραμμα είναι εξειδικευμένο και αφορά σε κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών μόνο κι όχι του κρατικού προϋπολογισμού, θα υπάρχει συνολική εποπτεία όχι μόνο των τραπεζών αλλά και συνολικά της Ισπανικής δημοσιονομικής πολιτικής, όπως δήλωσαν σήμερα ο Ισπανός Επίτροπος Ανταγωνισμού Αλμούνια και ο Γερμανός Υπουργός Οικονομίας Σόιμπλε, σε αντίθεση με όσα υποστήριζε για εσωτερική κατανάλωση μέχρι πριν λίγες ώρες ο Ισπανός Πρωθυπουργός Ραχόι.
Δεύτερο: Παρότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών προέρχεται μόνο από Ευρωπαϊκούς πόρους, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο θα συμμετέχει στη διαδικασία εποπτείας της Ισπανικής οικονομίας, χωρίς καν να έχει συμμετάσχει ούτε καν με ένα ευρώ.
Τρίτο: Είναι αλήθεια ότι στην περίπτωση της Ισπανίας δε θα υπάρχει τρόικα. Για τον απλούστατο λόγο ότι η τρόικα έγινε Κουαρτέτο. Πλάι στην ΕΕ, στο ΔΝΤ, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική τράπεζα θα είναι παρόν και το ανώτατο συντονιστικό όργανο του Ευρωπαϊκού τραπεζικού κεφαλαίου, η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (European Banking Authority).
Tέταρτο: Κατά τα άλλα η Ευρωπαϊκή Ένωση επαναλαμβάνει ακριβώς αυτό που έκανε και στην περίπτωση της Ιρλανδίας πριν από ένα περίπου χρόνο. Προκειμένου να προστατεύσει τις δικές της τράπεζες και μεγάλες ομάδες επενδυτικού κεφαλαίου που είναι μεγαλομέτοχοι των ισπανικών τραπεζών, αποκλείει τη λύση της πτώχευσης των τραπεζών που στο κάτω -κάτω θα ήταν και σύμφωνη με την καθαρή θεωρία του νεοφιλελεύθερου ανταγωνισμού. Αντί γιʼ αυτό μετατρέπει μια κρίση των τραπεζών σε κρατική κρίση δανεισμού, που θα επιβαρύνει τελικά τους άγρια φορολογούμενους εργαζόμενους. Είναι τραγικό ότι επιβλήθηκε στην Ισπανική κυβέρνηση να φέρει ο κρατικός προϋπολογισμός την ευθύνη για την αποπληρωμή του δανεισμού στις Ιδιωτικές τράπεζες της Ισπανίας.
Μέχρι την περασμένη Κυριακή, η Γερμανία εμφανιζόταν πολιτικά απομονωμένη. Τσακισμένη από το Μνημόνιο, η Ελλάδα βάδιζε σε εκλογές που θα μπορούσαν να αναδείξουν την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στον Δυτικό κόσμο μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Ισπανία βρισκόταν στα πρόθυρα της οικονομικής κατάρρευσης παρότι δεν είχε το «σπάταλο κράτος» της Ελλάδας και εφάρμοζε επί τρία χρόνια εξοντωτική λιτότητα, σαν καλός μαθητής του Βερολίνου – με τον ήλιο τα βγάζω, με τον ήλιο τα βάζω, τι έχουν τα έρημα και ψοφάνε; Παρά την επαπειλούμενη διάλυση της Ευρωζώνης, όμως, η Αγκελα Μέρκελ επέμενε στον ρόλο της άτεγκτης «φράου Λιτότητα», ασυγκίνητη από τις κραυγές των «μίστερ Ανάπτυξη», σαν τον Φρανσουά Ολάντ και τον Μπαράκ Ομπάμα.
Ακόμη και ένας πρώην υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας, όπως ο Γιόσκα Φίσερ, βγήκε από τα ρούχα του: «Η Γερμανία κατέστρεψε τον εαυτό της, αλλά και την ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων, δύο φορές τον εικοστό αιώνα», έγραφε σε άρθρο του. «Θα ήταν τραγικό και ειρωνικό ταυτόχρονα, αν μια Γερμανία που κατάφερε να ορθοποδήσει οδηγούσε, με ειρηνικά μέσα και με τις καλύτερες των προθέσεων, στην κατάρρευση της ευρωπαϊκής τάξης για τρίτη φορά».
Ωστόσο, την περασμένη Δευτέρα το σκηνικό άλλαξε, καθώς η Γερμανία εμφανίστηκε έτοιμη για μια εντυπωσιακή ρελάνς. «Εχω πει κατ’ επανάληψη ότι στην Ευρωζώνη χρειαζόμαστε περισσότερη και όχι λιγότερη Ευρώπη», δήλωσε η Αγκελα Μέρκελ σε συνάντηση με τον πρόεδρο της Κομισιόν, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο. Την ίδια μέρα, το Βερολίνο άφηνε να διαρρεύσει στον διεθνή Τύπο ότι ετοιμάζεται να κόψει τον γόρδιο δεσμό του χρέους με ένα «μεγάλο σχέδιο», που θα ξαναφέρει στην ημερήσια διάταξη την ξεχασμένη ιδέα περί Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης. Μάθαμε, μάλιστα, ότι προς την κατεύθυνση αυτή εργάζεται ήδη πυρετωδώς η «Ομάδα των Τεσσάρων» – των επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, της Κομισιόν, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Eurogroup.
Σωτηρία του λαού ή του ευρώ;H πρόκληση για την Αριστερά
εφημ.ΠΡΙΝ
Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση, εν αρχή είναι το δίλημμα. Από τα περισσότερα ΜΜΕ αναδεικνύεται το «Σαμαράς ή Τσίπρας». Στο ίδιο μήκος κύματος και ο Α. Τσίπρας λανσάρει το «Μνημόνιο ή ΣΥΡΙΖΑ», προωθώντας ένα νέο δικομματισμό – διπολισμό, όπως με το κουραστικό και απωθητικό παιχνίδι με το ντιμπέιτ. Είναι όμως αυτό το δίλημμα; Καταρχήν, υπάρχουν και άλλες δυνάμεις που αγωνίζονται, με μεγαλύτερη μαχητικότητα και συνέπεια μάλιστα κατά του μνημονίου και της επίθεσης καπιταλισμού και μαύρου μετώπου (ΝΔ – ΠΑΣΟΚ και τα δεκανίκια τους), όπως η ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Πέρα απ’ αυτό, η αντίθεση και η ελπίδα του λαού δεν τελειώνει στο Μνημόνιο, πολύ περισσότερο σε μια τυπική του κατάργηση που θα αφήνει αλώβητα τα περισσότερα από τα μέτρα του, για πιο ευνοϊκούς καιρούς.
Το πραγματικό δίλημμα των εκλογών και της επόμενης περιόδου είναι: θα σαρώσει ο λαός όλα τα μέτρα της υποδούλωσης και της εξαθλίωσης ή θα μπει σε μια περίοδο επαναδιαπραγμάτευσης και τελικά υποταγής; Κι αυτό, όλο και περισσότερο γίνεται καθαρό ότι συμπυκνώνεται στο δίλημμα «Σωτηρία του λαού ή του ευρώ; Μνημόνιο 3 (όπως κι αν το βαφτίσει κανείς) ή ανατροπή;».
Η απάτη της επαναδιαπραγμάτευσης Σαμαρά και Βενιζέλου, που έπρεπε να συρρικνωθούν εκλογικά για να ανακαλύψουν ότι τα κανιβαλικά μέτρα δεν είναι μονόδρομος όπως μας έλεγαν, είναι ξεκάθαρη. Οι «κόκκινες γραμμές» Κουβέλη, που ξεκινά από την υποχρεωτική παραμονή της χώρας στο ευρώ, είναι πιο λεπτές και από τις λεκτικές τρίχες του Ψαριανού. Αλλά, εμπνέει άραγε για πραγματική κατάργηση του μνημονίου και σύγκρουση για τη νίκη, η δήλωση του Α. Τσίπρα από την Σπάρτη: «Αναλαμβάνουμε την ευθύνη και εγγυόμαστε να συνεργαστούμε με τους εταίρους μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση»! Και με την Μέρκελ; Όταν η ΕΕ, με την καθοδήγηση του Δ Ράιχ, στραγγαλίζει την Ισπανία, η «ελπίδα μας» ο γάλλος σοσιαλιστής Μοσκοβισί απειλεί κι αυτός τον ελληνικό λαό και ο «φίλος» Ομπάμα ξεκαθαρίζει ότι και οι ΗΠΑ απαιτούν την Ελλάδα χειροπόδαρα δεμένη μέσα στο ευρώ, η «συνεργασία με τους εταίρους» δεν ακούγεται σαν προεκλογική απόπειρα εφησυχασμού των ψηφοφόρων, αλλά σαν επιλογή συμβιβασμού, πριν καν δοθεί η μάχη.
Ευρωπαϊκή είναι, πλέον, η κρίση μετά και απο τις τελευταίες εξελίξεις στην Ισπανία. Αυτό ήταν το θέμα της εκπομπής “Ανιχνεύσεις” της Τετάρτης 6 Ιουνίου.
Προσκεκλημένοι: Κώστας Λαπαβίτσας, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Soas του Λονδίνου, Σίμος Μπενσασόν, στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ΕλευθέριοςΚαραγιάννης πρέσβης επι τιμή, Φοίβος Αποστολόπουλος γεωπολιτικός αναλυτής.
Είναι γνωστό ότι όταν σε μία εξίσωση ή συνάρτηση, εισάγουμε λάθος τιμές για ορισμένες μεταβλητές, τότε έχουμε σίγουρα λάθος αποτέλεσμα, ακόμη και αν η εξίσωση ή η συνάρτηση είναι σωστή. Σε γενικές γραμμές αυτό γίνεται με την έκθεση της ΕΤΕ. Χρησιμοποιεί δυο βασικές εξισώσεις (σελ.15), πάνω στις οποίες κάνει δύο απόλυτα λανθασμένες παραδοχές, ενώ στην έκθεση σοβεί πλήθος αλμάτων, λογικών, οικονομικών, αλλά και αριθμητικών «μαγειρεμάτων», καθώς επίσης και «πορισμάτων» που δεν εξάγονται από το αναλυτικό της μέρος (βλ. π.χ. στη σελ. 6, τις δύο τελευταίες προτάσεις της
δεύτερης παραγράφου, περί των επιπτώσεων σε κοινωνικές ομάδες, τραπεζικά δάνεια κ.α., και τις σελ. 8-9 ), αλλά είναι προϊόντα του «κοινού νου». Έτσι γίνεται σαφές, ότι σκοπός της έκθεσης δεν είναι άλλος παρά η σπορά «τρομοκρατίας», για το ενδεχόμενο επιστροφής στην δραχμή.
Μια αθέτηση πληρωμών και μια επιστροφή στη δραχμή ενεργοποιεί δύο «κενά», ή δυο χρηματοδοτικούς περιορισμούς, όπως επισημαίνεται και στην έκθεση. Το ένα είναι το χρηματοδοτικό κενό του δημοσίου και το άλλο είναι το συναλλαγματικό κενό του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Η κεντρική και λάθος «ιδέα» της έκθεσης χτίζεται πάνω στο πρώτο κενό. Αφού υποθέτει μια αθέτηση πληρωμών της τάξης του 80% του δημοσίου χρέους, αμέσως μετά δέχεται ότι ξεκινάει η αποπληρωμή τόκων και χρεολυσίων. Δηλαδή, την Δευτέρα, το ελληνικό κράτος κάνει στάση πληρωμών και την Τρίτη αρχίζει να καταβάλλει τόκους και χρεολύσια. Αποκλείει, επομένως, το ενδεχόμενο η χώρα μας να προχωρήσει σε πλήρη αναστολή πληρωμών για ένα διάστημα κάποιων ετών, που άλλωστε είναι θέση αρκετών κομμάτων. Η Ελλάδα, όπως δέχεται και η έκθεση, δεν θα έχει πρωτογενές πλεόνασμα μετά από μια στάση πληρωμών. Μέχρι να «συνέλθει» η οικονομία της, να ανακάμψει δηλαδή από την βαθιά ύφεση, να αποκατασταθεί η εγχώρια αποταμίευση, ώστε το κράτος να δανείζεται από το εσωτερικό όπως παλαιότερα, και έτσι να μην χρηματοδοτεί νομισματικά το σύνολο του ελλείμματος, είναι αναγκασμένη να παγώσει κάθε εξωτερική πληρωμή.
Το πάγωμα των εξωτερικών πληρωμών είναι αναγκαστικό και ανεξάρτητο, τόσο από το ποσοστό του εξωτερικού χρέους που θα εξοφλήσει μελλοντικά, όσο από τους τρόπους με τους οποίους θα γίνει αυτή η «αναδιάρθρωση» ή η «διαγραφή» του μεγαλύτερου τμήματος του χρέους. Έχοντας σύμμαχο το διεθνές δίκαιο, με βάση την οικονομική της κατάσταση, μην έχοντας συνάμα και πρωτογενές πλεόνασμα, βρίσκεται σε «κατάσταση ανάγκης». Οι «διαπραγματεύσεις» άλλωστε, για την διαγραφή τμήματος του χρέους της τάξης του 80%, δεν μπορούν να γίνουν σε μία νύχτα. Στην Αργεντινή πήραν τρία χρόνια. Αντίθετα όμως με αυτήν την κοινή λογική, η ΕΤΕ υποθέτει ότι την ακριβώς επομένη μέρα μιας στάσης πληρωμών και εξόδου από το ευρώ, το δημόσιο θα τυπώνει χρήμα για να καλύπτει: α) το πρωτογενές έλλειμμα, β) τους τόκους του δημοσίου χρέους, εσωτερικούς και εξωτερικούς, γ) τα χρεολύσια που λήγουν!, και δ) ακόμη και την κεφαλαιακή ενίσχυση των τραπεζών.
Έτσι το δημόσιο έλλειμμα γίνεται 12% του ΑΕΠ (3,5% πρωτογενές και 8,5% τόκοι) και σε αυτό το έλλειμμα που καλύπτεται με εκτύπωση χρήματος, προστίθεται μία ακόμη άγνωστη ποσότητα χρήματος (δεν μας λέει η έκθεση πόση είναι) για τα γ και δ, που ιδίως για το γ πρέπει να είναι πολύ μεγάλη. Συνεπώς, ο πληθωρισμός απογειώνεται και φτάνει στο 32%, με τάση ανόδου. Εξ αιτίας αυτού του πληθωρισμού, οι τόκοι γίνονται 8,5% του ΑΕΠ. Χωρίς να μας το λέει, η έκθεση, πρέπει να υποθέτει μεγάλη άνοδο των επιτοκίων του εσωτερικού δημοσίου χρέους λόγω του πληθωρισμού και λιγότερο αλλαγή των επιτοκίων του εξωτερικού χρέους, μια που με την αθέτηση πληρωμών, την υποτίμηση κλπ, το χρέος γίνεται 94% του ΑΕΠ, άρα έχουμε ένα νέο επιτόκιο μεγαλύτερο από 9%, δηλαδή τρεις περίπου φορές πάνω από το σημερινό.
»Είναι απολύτως απαραίτητο να μην ενδώσει μια αριστερή κυβέρνηση στις πιέσεις, αν πραγματικά νοιάζεται την Ελλάδα και τον λαό της. Διότι η υποχώρηση θα σημάνει καταστροφή – πολιτική, κοινωνική και οικονομική. Για να το πετύχει όμως αυτό θα χρειαστεί γενική και αποφασιστική λαϊκή κινητοποίηση»
Εφημ.ΑΥΓΗ
Η εκλογική άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η πιο αισιόδοξη πολιτική εξέλιξη από την αρχή της γιγαντιαίας κρίσης της Ευρωζώνης. Το δίλημμα των εκλογών της 17ης Ιουνίου είναι ξεκάθαρο. Αν σχηματιστεί αριστερή κυβέρνηση που θα εφαρμόσει το ριζοσπαστικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει η δυνατότητα αφενός να βγει η Ελλάδα από την κρίση και αφετέρου να δρομολογηθεί νέα πορεία για την υπόλοιπη Ευρώπη. Αν σχηματίσει κυβέρνηση ο μετριότατος κ. Σαμαράς, η χώρα θα συνεχίσει ακάθεκτη προς την κατάρρευση, που όλα δείχνουν πως δεν θα αργήσει.
Τις τελευταίες μέρες έγινε ξεκάθαρο ακόμη και για τους πιο δύσπιστους ότι η κρίση είναι πανευρωπαϊκή και όχι απλώς ελληνική. Δεν ευθύνεται ο ελληνικός δημόσιος τομέας ούτε η ελληνική διαφθορά και οι πελατειακές σχέσεις για την τεράστια αναταραχή. Το πρόβλημα έχει να κάνει, πρώτον, με την παγκόσμια κρίση που ξεκίνησε το 2007 στις ΗΠΑ και, δεύτερον, με τους μηχανισμούς του ευρώ που διαμεσολάβησαν και επέτειναν την κρίση στην Ευρώπη. Μετά από δύο χρόνια συνεχούς άρνησης και θεωρητικών ακροβασιών -από τα δεξιά, αλλά δυστυχώς και από τα αριστερά- η σκληρή πραγματικότητα σταδιακά γίνεται αποδεκτή από όλους. Ο λόγος είναι απλός. Τη στιγμή αυτή η Ισπανία χρειάζεται ίσως 250-300 δισ. ευρώ τα οποία δεν θα μπορέσει να βρει στις ανοιχτές αγορές και άρα μάλλον θα μπει στο πρόγραμμα «διάσωσης».
Θα ακολουθήσει βίαιη γενίκευση της κρίσης του ευρώ που θα φέρει νέα δεδομένα στην Ευρώπη. Δύο παράγοντες έχουν καταλυτική σημασία. Ο πρώτος είναι τα συμφέροντα του χρηματοπιστωτικού τομέα και κυρίως των τραπεζών. Στην ουσία το τραπεζικό σύστημα της Ισπανίας είναι χρεωκοπημένο, αλλά και της Γερμανίας είναι κάθε άλλο παρά υγιές.
We fear that the German government’s policy of doing “too little too late” risks a repeat of precisely the crisis of the mid-20th century that European integration was designed to avoid.
We find it extraordinary that it should be Germany, of all countries, that is failing to learn from history. Fixated on the non-threat of inflation, today’s Germans appear to attach more importance to 1923 (the year of hyperinflation) than to 1933 (the year democracy died). They would do well to remember how a European banking crisis two years before 1933 contributed directly to the breakdown of democracy not just in their own country but right across the European continent.
We have warned for more than three years that continental Europe needs to clean up its banks’ woeful balance sheets. Next to nothing has been done. In the meantime, a silent run on the banks of the eurozone periphery has been under way for two years now: cross-border, interbank and wholesale funding has rolled off and been substituted with European Central Bank financing; and “smart money” – large uninsured deposits of wealthy individuals – has quietly departed Greek and other “Club Med” banks.
But now the public is finally losing faith and the silent run may spread to smaller insured deposits. Indeed, if Greece were to leave the eurozone, a deposit freeze would occur and euro deposits would be converted into new drachmas: so a euro in a Greek bank really is not equivalent to a euro in a German bank. Greeks have withdrawn more than €700m from their banks in the past month.
More worryingly, there was also a surge in withdrawals from some Spanish banks last month. The government’s bungled bailout of Bankia has only heightened public anxiety. On a recent visit to Barcelona, one of us was repeatedly asked if it was safe to leave money in a Spanish bank. This kind of process is potentially explosive. What today is a leisurely “bank jog” could easily become a sprint for the exits. In the event of a Greek exit, rational people would ask: who is next?
The way out of this crisis seems clear. First, there needs to be a programme of direct recapitalisation – via preferred non-voting shares – of eurozone banks, in the periphery and the core, by the European Financial Stability Facility and its successor, the European Stability Mechanism.
Οι Πολύ Σοβαροί Ανθρωποι της Ευρώπης συνεχίζουν να εμφανίζονται ολοένα και πιο γελοίοι. Ωστόσο, το παγκόσμιο «θρίλερ του ευρώ» με τη μετάδοση της κρίσης χρέους στην καρδιά της Ευρώπης και στο ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα καθιστά επιβεβλημένες νέες έκτακτες -αλλά γενναίες αυτή τη φορά- αποφάσεις για τη σταθεροποίηση της Ευρωζώνης. Από τις πρώτες ημέρες, οι Ευρωπαίοι ηγέτες προσπάθησαν να τετραγωνίσουν τον κύκλο, παρουσιάζοντας τη λαϊκή συναίνεση για την αποδοχή του ευρώ με την υπόσχεση της αλληλεγγύης με βάση ένα δίχτυ κοινωνικής ασφάλειας σε εθνικό επίπεδο και την ισχυρή εισροή κεφαλαίων από τα πλούσια προς τα φτωχότερα κράτη.
Για μερικά χρόνια, αυτό λειτούργησε. Τώρα, όμως, φαίνεται πως το «μεγάλο παζάρι» άρχισε να καταρρέει. Ο δημόσιος διάλογος στις Βρυξέλλες, στο Βερολίνο, στο Παρίσι, σχεδόν παντού… είναι ζοφερός. Το θέμα του διαλόγου περιστρέφεται στο πώς θα αποφευχθεί η κατάρρευση του ευρώ ή ο «βαθμιαίος διαμελισμός» της Ευρωζώνης.
Οι ηγέτες της Ευρωζώνης πρέπει άμεσα να πάρουν τολμηρές αποφάσεις για να αποτρέψουν την καταστροφή. Η ενδεχόμενη κατάρρευση του κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος θα προκαλέσει παγκόσμια ύφεση μεγαλύτερη από αυτή του 2008-2009, χρεοκοπίες, λουκέτα τραπεζών, σπάσιμο της Ευρωζώνης στα δύο, ενώ θα απειλήσει ακόμα και την υπόσταση της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Οι πιθανότητες για μια ασφαλή έξοδο από τη διογκούμενη κρίση εξαντλούνται ραγδαία. Μέσα σ’ ένα περιβάλλον περιορισμένης ρευστότητας και αντιδημοφιλών μέτρων λιτότητας έχει τροφοδοτηθεί ένας φαύλος κύκλος ελλειμμάτων και όλο και μεγαλύτερης δυσαρέσκειας και απόγνωσης. Αν δεν δοθούν λύσεις, το ευρώ μπορεί να καταρρεύσει μέσα σε εβδομάδες. Μόνο η ΕΚΤ μπορεί να παράσχει μία λύση που θα ανακουφίσει άμεσα το πρόβλημα. Πρέπει να γίνει ο πιστωτής έσχατης ανάγκης, να μειώσει και άλλο τα επιτόκια και να εγκαινιάσει πολιτική πιστωτικής χαλάρωσης όπως έπραξε η αμερικανική Fed. Αναγκαίο είναι ακόμη να καθιερώσει ένα είδος ευρωομολόγου όπως αυτό που πρότεινε η Κομισιόν.
Αυτό που γίνεται στην Ισπανία είναι εξόχως διδακτικό. Μια χώρα που πριν ξεσπάσει η κρίση δεν διακρινόταν για το μεγάλο της χρέος ούτε για το μεγάλο της έλλειμμα. Και σήμερα είναι στα πρόθυρα του μηχανισμού στήριξης και άρα του ισπανικού μνημονίου και της κατάρρευσης. Τι φταίει;
Η Bankia όπως και το σύνολο των ισπανικών τραπεζών, προτού πέσουν παταγωδώς έξω, έκαναν πάρτυ με την αγορά ακινήτων. Δεν ήταν ιδιοτροπία της Ιβηρικής. Πάρτυ στήθηκε και αλλού. Συνήθως όταν στήνεται μια τέτοια φούσκα, το αντίδοτο είναι η αύξηση των επιτοκίων, δηλαδή το ακριβότερο χρήμα, άρα ο δυσκολότερος δανεισμός, και τελικά ο περιορισμός της πιστωτικής επέκτασης. Προσπάθεια με άλλα λόγια να μικρύνει η φούσκα. Στην περίπτωσή της Ισπανίας δεν συνέβη. Γιατί μια άλλη χώρα της Ευρώπης, την ίδια περίοδο είχε τις ανάποδες ανάγκες. Η χώρα ήταν η Γερμανία. Και οι εκατέρωθεν ανάγκες δεν παντρεύτηκαν. Τι φταίει;
Ενώ το ισπανικό δημόσιο πριν την κρίση δεν είχε ιδιαίτερα προβλήματα, αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να χρηματοδοτήσει μια καταρρέουσα τραπεζική αγορά. Αυτό ακριβώς το δημόσιο έλλειμμα προκάλεσε την άμεση εκτίναξη των επιτοκίων δανεισμού της Ισπανίας και την επικείμενη κατάρρευσή της. Βλέπετε, δεν είχε τη δυνατότητα να αντιδράσει άμεσα, με νομισματικές και δημοσιονομικές πολιτικές που θα επέτρεπαν άμεση θεραπεία. Αυτή τη δυνατότητα η Ισπανία όπως και άλλες χώρες την έχει στερηθεί εδώ και δεκαπέντε περίπου χρόνια. Τι φταίει;
Συνήθως όταν μια τράπεζα καταρρέει σε όλο τον κόσμο, η αντίστοιχη Κεντρική Τράπεζα αναλαμβάνει να εξισορροπήσει την τραπεζική αγορά, καλύπτοντας τα κενά. Σε όλο τον κόσμο; Όχι ακριβώς. Σε μια νομισματική ζώνη του πλανήτη, οι αντίστοιχες Κεντρικές Τράπεζες είναι διακοσμητικές. Για την ακρίβεια διαμεσολαβητικές. Κι ενώ αυτό που διαθέτουν (ή αυτό που στερούνται – είναι το ίδιο πράγμα) οι τράπεζες είναι κοινό για όλη την περιοχή (το νόμισμα), οι τράπεζες δεν λειτουργούν σε κοινό πλαίσιο. Τα σπασμένα τα φορτώνεται το αντίστοιχο δημόσιο. Τι φταίει;
Ενώ οι εκπρόσωποι του παλιού πολιτικού κόσμου προσπαθούν να τρομοκρατήσουν τους ψηφοφόρους με το σκιάχτρο της μεγάλης καταστροφής που υποτίθεται ότι θα ακολουθήσει ενδεχόμενη εκλογική νίκη της Αριστεράς, τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών βοούν για την καταστροφή που έχει ήδη επέλθει και επιταχύνεται με ανησυχητικούς ρυθμούς.
Πρώτο στοιχείο που αξίζει προσοχής: Ενώ το πρωτογενές έλλειμμα (δηλαδή, χωρίς να υπολογίζονται οι τόκοι) σχεδόν μηδενίζεται εξ αιτίας της ασφυκτικής λιτότητας (περιορίστηκε σε μόλις 18 εκ. ευρώ στο πρώτο τετράμηνο, σε σύγκριση με το 1,48 δις το αντίστοιχο περυσινό διάστημα), το έλλειμμα της γενικής κυβέρνησης αυξάνεται κατά πολύ (7,62 δις, από 5,47 δις). Το οικονομικό αυτό «θαύμα» εξηγείται από την αλματώδη αύξηση των δαπανών για αποπληρωμή των δανείων, καθώς οι τόκοι σχεδόν διπλασιάστηκαν (από 3,99 δις πέρυσι σε 7,60 δις φέτος).
Τα συμπεράσματα αναδύονται αβίαστα: Αντί για τη σημαντική «ελάφρυνση», που υποτίθεται ότι θα μας έφερνε το PSI, οι «σωτήρες» της Ελλάδας την γδέρνουν ακόμη πιο άγρια, με αποτέλεσμα η κοινωνική τραγωδία που ζουν εκατομμύρια Έλληνες να πηγαίνει στράφι, χωρίς κανένα θετικό αντίκρυσμα στη σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών. Σ’αυτό το φόντο, η στάση πληρωμών προβάλλει ως εκ των ων ουκ άνευ για την οικονομική ανόρθωση, πολύ περισσότερο που εκλείπει πλέον ο «μπαμπούλας» του πρωτογενούς ελλείμματος: Ακόμη κι αν σταματήσουμε να δανειζόμαστε, θα μπορούμε σύντομα να καλύπτουμε τις στοιχειώδεις ανάγκες του κράτους για μισθούς, συντάξεις κλπ.
Δεύτερο, ουσιώδες στοιχείο: Παρά την τρομερή φοροεπιδρομή στα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα, η μαύρη τρύπα των κρατικών εσόδων όχι μόνο δεν συρρικνώθηκε, αλλά διευρύνεται συνεχώς. Το πεντάμηνο Ιανουαρίου- Μαίου έφτανε τα 700 εκ. ευρώ, ενώ η υστέρηση στα φορολογικά έσοδα έφθασε τα 550 εκ. ευρώ. Το προφανές συμπέρασμα είναι ότι η βαθύτατη ύφεση που προκαλεί το μνημόνιο και η συνεχιζόμενη φοροδιαφυγή των πλουσίων (και μέρους των μεσαίων) νοικοκυριών τινάζει στον αέρα τα δημόσια έσοδα. Σε συνδυασμό με τον ανοιχτό εκβιασμό των Ευρωπαίων (οι οποίοι ήδη περιέκοψαν κατά ένα δις την τελευταία δανειακή δόση για να εκφοβίσουν τους ψηφοφόρους), η εξέλιξη αυτή απειλεί να οδηγήσει σε αδυναμία καταβολής μισθών και συντάξεων ή και σε διακοπή των εισαγωγών τροφίμων, φαρμάκων και καυσίμων. Αυτά, δηλαδή, που υποτίθεται ότι θα συμβούν αν έρθει η Αριστερά και καταργήσει το μνημόνιο, βρίσκονται ήδη επί θύραις, ακριβώς εξ αιτίας του μνημονίου και των μνημονιακών κυβερνήσεων.
Συνέντευξη στο αυστραλιανό δίκτυο Finance News Network , με τον Πρόεδρο του Τμήματος Πολιτικής Οικονομίας στο Universidad Nacional de General Sarmiento , του Μπουένος Άιρες, καθηγητή Alan Cibils.
Απομαγνητοφωνημένη η συνέντευξη στη Lelde Smits
Lelde Smits: Γεια σας είμαι η Lelde Smits από το δίκτυο Finance News Network της Αυστραλίας και έχουμε μαζί μας σήμερα από την Αργεντινή, τον πρόεδρο του Τμήματος Πολιτικής Οικονομίας στο Universidad Nacional de General Sarmiento , καθηγητή Alan Cibils.
Alan ,σας καλωσορίζω στο FNN. Έχοντας ζήσει την οικονομική κρίση στην Αργεντινή εδώ και μια δεκαετία , εν συντομία θα μπορούσατε να μας εξηγήσετε τι συνέβη και γιατί;
Alan Cibils: Η χρηματοπιστωτική κρίση του 2001/2002 ήταν πραγματικά η λογική συνέχεια των επί δεκαετία εφαρμοζόμενων νεοφιλελεύθερων πολιτικών, τίποτε διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει και σήμερα- του ίδιου είδους πολιτικές εφαρμόζονται τώρα στην Ευρώπη. Στην περίπτωση της Αργεντινής, δεν υπήρξε μια νομισματική ένωση, αλλά είχαμε μια σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία. Η Αργεντινή είχε συνδεδεμένο το νόμισμά της με το δολάριο, στην περίπτωσή μας δια νόμου, και αυτό εμπόδιζε ουσιαστικά την κεντρική τράπεζα να ασκήσει ανεξάρτητη νομισματική πολιτική.
Lelde Smits: Ποιοι παράγοντες οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία;
Alan Cibils: Η συσσώρευση του χρέους, πράγμα που σημαίνει ότι το οικονομικό σύστημα της Αργεντινής, το σύστημα της Νομισματικής Eπιτροπής συναλλάγματος, ήταν βιώσιμο μόνο μέσω της αύξησης του χρέους. Έτσι, όσο υπήρχαν οι πρόθυμοι να αγοράσουν κρατικά ομόλογα της Αργεντινής, φαινόταν ότι το σύστημα μπορούσε να επιβιώσει . Όταν έγινε ή μάλλον όταν άρχισε να γίνεται διακριτό ότι το σύστημα δεν ήταν μακροπρόθεσμα βιώσιμο , τα ιδιωτικά κεφάλαια στέρεψαν και τότε τα προβλήματα της Αργεντινής άρχισαν να γίνονται ορατά.
Τότε επενέβη το ΔΝΤ [Διεθνές Νομισματικό Ταμείο]και είπε – Εντάξει, θα σας δανείσουμε χρήματα για να συνεχίσετε, αλλά θα πρέπει να εφαρμόσετε αυτό το πακέτο μέτρων λιτότητας, να περικόψετε τις δημοσιονομικές δαπάνες για να μειώσετε το χρέος σας.
Lelde Smits: Αφού επενέβη το ΔΝΤ γιατί δεν ήταν αποτελεσματική η στρατηγική του;
AlanCibils: Η στρατηγική του ΔΝΤ δεν ήταν αποτελεσματική ,δεν ήταν ποτέ αποτελεσματική, δεν υπάρχει ούτε μία περίπτωση για την οποία το ΔΝΤ να μπορεί να καυχηθεί , ότι εστέφθησαν με επιτυχία τα μέτρα λιτότητας που πρότεινε. Και η στρατηγική του ΔΝΤ δεν είναι επιτυχής γιατί βασίζεται σε εσφαλμένα οικονομικά . Ξέρετε, ακόμα και οι πιο συντηρητικές ρεπουμπλικάνικες κυβερνήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες γνωρίζουν καλά ότι σε μια ύφεση θα πρέπει να βρουν τη δική τους διέξοδο. Δεν πρέπει να γίνονται περικοπές δαπανών σε περίοδο ύφεσης.
Αυτό που είναι πραγματικά εκπληκτικό είναι ότι δεν φαίνεται να έχουν μάθει τίποτα από την Αργεντινή και από άλλες αποτυχίες, και τώρα μαζί με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, κάνουν τα ίδια στην Ευρώπη.
Το έργο το ζούμε δυο χρόνια τώρα. Κάθε φορά που ο λαός αντιδρά στην καθημερινή καταστροφή του από την τρόικα, τις κυβερνήσεις της και τα μνημόνιά τους, εξαπολύεται η τρομοκρατία μιας μελλοντικής καταστροφής, χειρότερης κι απ’ την Αποκάλυψη του Ιωάννη!
Στις 6 Μάη, η τρομοκρατία «Μνημόνια ή χρεοκοπία» δέχτηκε ισχυρό κτύπημα από την ανυπακοή του ελληνικού λαού. Απέρριψε με την ψήφο του τα μνημόνια και παραδόξως… ο ήλιος ανέτειλε την επόμενη μέρα. Τα λεωφορεία κινήθηκαν, τα σχολεία άνοιξαν και τα ΑΤΜ παρέμειναν στη θέση τους.
Δεν έτριξαν, λοιπόν, οι ουρανοί… έτριξε όμως το οικοδόμημα του ευρώ. Έφριξαν και άφρισαν οι αγορές, οι δανειστές, οι τραπεζίτες, τα μονοπώλια, όλοι όσοι κερδίζουν απ’ το ξεπούλημα της χώρας. Με άλλα λόγια, ό,τι αντιπροσωπεύει κι υπηρετεί η ΕΕ. Γιατί η ανυπακοή μπορεί να γίνει μεταδοτική και σε άλλους λαούς και χώρες. Γιατί αποκαλύπτει ότι οι μηχανισμοί στήριξης και τα μνημόνια δεν στόχευαν ποτέ να σωθεί η Ελλάδα, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία, η Ισπανία κ.ο.κ., αλλά να σωθεί σε βάρος τους το ευρώ.
Νέος γύρος εκβιασμού του ελληνικού λαού για να διορθώσει την ψήφο του. Η τρομοκρατία είναι πλέον ωμή και «χωρίς συμπόνια», από τη Λαγκάρντ και τη Μέρκελ ως την «Εθνική» Τράπεζα: ή υποτάσσεστε στα μνημόνια για να σωθεί το ευρώ ή φεύγετε. Και τότε… σεισμοί, λιμοί και καταποντισμοί!
Κατάρρευση δημοσίων εσόδων, στάση πληρωμών σε μισθούς και συντάξεις τον Ιούλιο, αδύναμες τράπεζες, μηδενικές πιστώσεις. (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 27/5)
Εφιάλτης η επιβίωση στην Ελλάδα της δραχμής: “Εικόνες Αποκάλυψης αναδεικνύονται σε ανάλυση της Εθνικής Τράπεζας.” (ΗΜΕΡΗΣΙΑ, 30/5)
Αστάθεια της παγκόσμιας οικονομίας(!), που θα οδηγήσει σε χρεοκοπίες, κρίσεις κι επιδρομές στις τράπεζες(!!) από τη Βραζιλία ως την Κίνα!!! (ΕΘΝΟΣ 29/5)
Σε διατεταγμένη υπηρεσία η Εθνική Τράπεζα εμφανίζει ως συμφέρον της κοινωνίας το συμφέρον των τραπεζιτών
Εφημ. ΠΡΙΝ
του Λεωνίδα Βατικιώτη
Μια ακόμη προσπάθεια για να εμφανιστεί η σημερινή οικονομική πολιτική, στο βασικό της περίγραμμα, ως μονόδρομος, αποτελεί η ειδική έκδοση της Εθνικής Τράπεζας που δόθηκε στην δημοσιότητα την Τρίτη 29 Μαΐου 2012, με θέμα «το κρίσιμο δίλημμα» για την ελληνική οικονομία. Η έκθεση επιχειρεί να ποσοτικοποιήσει τις συνέπειες της εξόδου από το ευρώ και καταλήγει ότι η έξοδος ισοδυναμεί με κοινωνική καταστροφή. Με αυτό τον τρόπο επιδιώκει να στοιχίσει τους εκλογείς πίσω από το ευρώ και κατ’ επέκταση τα φιλο-Μνημονιακά κόμματα, υπερβαίνοντας έτσι την διαχωριστική γραμμή που έχει διαμορφωθεί με επίκεντρο το Μνημόνιο και κατ’ επέκταση το κοινωνικό ζήτημα. Μια διαχωριστική γραμμή που, περιττό να ειπωθεί, διευκολύνει την άμεση καταδίκη της λιτότητας και την μακροπρόθεσμη αμφισβήτηση του ευρώ, επιτρέποντας μετατοπίσεις σε βάρος της αστικής πολιτικής.
Κατ’ αρχάς πρέπει να ειπωθεί ότι η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία. Να θυμίσουμε ότι πριν λίγους μήνες ο δοτός πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος είχε προαναγγείλει μια έρευνα για τα αποτελέσματα της εξόδου από το ευρώ, η οποία ποτέ δεν έγινε. Πολύ πιθανά επομένως η δουλειά να ανατέθηκε στην Εθνική αντί στο υπουργείο Οικονομικών. Από καιρό άλλωστε ισχύει ότι για την Τζένεραλ Μότορς και τις ΗΠΑ την πρώτη μεταπολεμική εποχή: «ότι είναι καλό για τις τράπεζες και την Εθνική είναι και για το Ελλάδα». Που βρίσκεται η σύγκρουση συμφέροντος; Το γεγονός ότι η Εθνική Τράπεζα συγχέει και ταυτίζει το δικό της ιδιοτελές συμφέρον (ως μια χρεοκοπημένη τράπεζα που συνεχίζει να λειτουργεί χάρη στο τσάμπα χρήμα) με το κοινωνικό φαίνεται από το γεγονός ότι εξ αρχής ταυτίζει την παραμονή στο ευρώ με την εφαρμογή των Μνημονίων και την χρηματοδότηση των τραπεζών. Μόνο που έτσι αποδεικνύεται και ποιος ευνοείται από την πολιτική της «εσωτερικής υποτίμησης». Εκθειάζοντας την χρηματοδότηση αναφέρεται συγκεκριμένα πως από τα 150 δισ. ευρώ που έχει λάβει μέχρι στιγμής η Ελλάδα μόνο τα 20 δισ. έχουν χρησιμοποιηθεί για τις πρωτογενείς ανάγκες του προϋπολογισμού και τα υπόλοιπα πήγαν στους πιστωτές. (περισσότερα…)
«Η διεθνής κοινότητα παρακολουθεί με ανησυχία τη χώρα μας και θεωρεί πλέον πολύ πιθανό ότι θα χρεοκοπήσει άτακτα και θα αποχωρήσει από το ευρώ. Η κατάσταση είναι κρίσιμη: υπάρχει σοβαρός κίνδυνος λάθους που θα επιβαρύνει με μη αναστρέψιμο τρόπο τουλάχιστον τις δύο επόμενες γενιές».
Φόβοι για έξοδο από το ευρώ και άτακτη χρεοκοπία
Έντεκα διεθνούς φήμης Έλληνες οικονομολόγοι παρεμβαίνουν με κείμενό τους σχετικά με την ελληνική κρίση από τις σελίδες της «Καθημερινής της Κυριακής». Προειδοποιούν ότι ο κίνδυνος εξόδου από το ευρώ είναι υπαρκτός, καθώς πολλοί εταίροι πείθονται ότι η ελληνική κοινωνία αδυνατεί να στηρίξει μια πορεία ευρωπαϊκής σύγκλισης. Πιστεύουν ότι η νέα κυβέρνηση που θα προκύψει από τις εκλογές της 17ης Ιουνίου πρέπει να έχει ευρεία στήριξη και να επιβεβαιώσει εμπράκτως τη διάθεσή της για παραμονή στο ευρώ στη βάση της συμφωνίας με τους εταίρους, αλλιώς η χώρα πιθανότατα θα χρεοκοπήσει ατάκτως με δραματικές συνέπειες.Ισχυρίζονται ότι μια τέτοια κυβέρνηση πρέπει να εφαρμόσει επειγόντως μεταρρυθμίσεις και να επαναδιατυπώσει τις συμφωνίες για ταχύτερη ανάπτυξη και μείωση της ανεργίας.
Το κείμενο υπογράφουν:
Μάριος Αγγελέτος, Massachusetts Institute of Technology
Μετά το ελπιδοφόρο αποτέλεσμα στις 6 του Μάη, φαίνεται πολύ δύσκολο να εντοπίσει ο οποιοσδήποτε παρατηρητής τις συνεχείς αλλαγές στη διάθεση των μελών και οπαδών της αριστεράς. Η αισιοδοξία της νίκης εναλλάσσεται με τον φόβο και η αμηχανία με την απαισιοδοξία που δημιουργεί η δυσκολία της επόμενης μέρας. Αυτό είναι καταρχήν αποδεκτό μιας και η αριστερά ήταν ο κομπάρσος σε ένα μακράς διάρκειας έργο που σκηνοθετούσε το σύστημα, ενώ τώρα μοιάζει να διεκδικεί όχι μόνο τη θέση του πρωταγωνιστή, αλλά και του σκηνοθέτη. Η σκέψη όσο κι αν είχε αποβληθεί για χρόνια επανέρχεται μαζί με τον θρίαμβο της πολιτικής και του συγκεκριμένου.
Την ίδια στιγμή διακρίνουμε βουτήγματα και τσαλαβουτήματα στη θεωρία και προσφυγή στην ιστορία και την ιδεολογία. Αλλά και ο λαός, αυτή η τρελή αλλά ωραία και καθοριστική μεταβλητή, βρίσκεται μεταξύ αισιοδοξίας και αμηχανίας, μεταξύ απαισιοδοξίας και θυμού, μεταξύ μικρών προσδοκιών και τεράστιων δυσκολιών κατανόησης και γνώσης των δεδομένων, των συσχετισμών και των επερχόμενων σκληρών αναμετρήσεων. Δύσκολοι, ωστόσο εξαιρετικοί καιροί …
Να αναγνωρίσουμε ότι επί του παρόντος υπάρχει ως βάσανος και πρόβλημα μια άλυτη, αλλά καθοριστική για την έκβαση του αγώνα αντίφαση. Από τη μια αναπτύσσεται διαρκώς ένα κοινωνικό ρεύμα δυσαρέσκειας σε μνημόνια-τρόικα-δικομματισμό, αλλά και προσδοκίας για αξιοπρεπή επιβίωση, καθώς και ανάτασης του εθνικού συναισθήματος. Αυτό το ρεύμα επέλεξε την εκλογική του έκφραση από τον ΣΥΡΙΖΑ. Από την άλλη, είναι ορατά τα πολλαπλά ελλείμματα ωρίμανσης αυτού του «κοινωνικού φαινομένου». Ο βαθμός οργάνωσής του, οι λιγοστές συγκρουσιακές του εμπειρίες, ο τριαντάχρονος τραυματικός, αλλά καθοριστικός και ηγεμονεύων στη σκέψη και την ιδεολογία κατά συνέπεια και στις αξίες του, νεοφιλελευθερισμός και πάνω από όλα μια μεγάλη σύγχυση πάνω στα αποφασιστικά πολιτικά ζητήματα αιχμής και τριβής. (περισσότερα…)
Κάποια στιγμή αυτό το καλοκαίρι, τελικά, η ελληνική κυβέρνηση θα ανακοινώσει στάση πληρωμών, θα αθετήσει τις οφειλές της σε ευρώ και θα προσπαθήσει να χειριστεί την έξοδο της από το ενιαίο νόμισμα. Αυτό δεν θα συμβεί επειδή οι άνθρωποι το θέλουν (ακόμα και αν κάποιος το θέλει), ούτε επειδή είναι η πιο σοφή πολιτική (δεν είναι). Πτώχευση και έξοδος θα συμβούν επειδή δεν θα μπορούν να αντιμετωπιστούν.
Χρειαστήκαμε πάνω από μια δεκαετία για να φτάσουμε εδώ που φτάσαμε. Μετά από μια άνιση απόδοση στη δεκαετία του ’90, η οικονομική ανάπτυξη της ενιαίας πλέον Γερμανίας άρχισε να μειώνεται στα 5 πρώτα χρόνια της κυβέρνησης Σρέντερ (Σχήμα 1). Σε απάντηση στη μείωση αυτή, η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση υιοθέτησε μια στρατηγική ανάπτυξης στηριγμένη στις εξαγωγές. Η στρατηγική αυτή βασιζόταν στη συμφωνία με τα εργατικά συνδικάτα για περιστολή των πραγματικών μισθών, τη μείωση της προστασίας των εργαζομένων ώστε να καταστεί δυνατή μια μείωση μισθών σε μια κατακερματισμένη αγορά εργασίας, και η ντε φάκτο επιδότηση των εξαγωγών μέσω φορολογικών κινήτρων.
Ο ρυθμός ανάπτυξης άρχισε να ανεβαίνει και πάλι, με τα τρία τέταρτα της ανάκαμψης να οφείλεται στην αύξηση των εξαγωγών (Σχήμα 2). Ο αποφασιστικός παράγοντας της αύξησης των εξαγωγών, που και αυτή τη φορά επηρέαζε κατά τα τρία τέταρτα τη μεταβολή, ήταν το κόστος εργασίας ανά μονάδα, το οποίο μειώθηκε ή αυξήθηκε ελάχιστα (Σχήμα 3).Όπως βλέπουμε, ένα μεγάλο μέρος, περίπου το μισό, της μεταβολής του κόστους εργασίας ανά μονάδα προέκυψε από τις διαφορές στους ονομαστικούς μισθούς (Σχήμα 4).
Ένας απλός πολλαπλασιασμός μας δείχνει ότι το ένα τέταρτο των αναπτυξιακών επιδόσεων της πολιτικής της Γερμανίας μπορεί να αποδωθεί στην περικοπή των πραγματικών μισθών (0,75 x 0,75 x 0,5 = 0,28 ή 28%). Μια παρενέργεια, προγραμματισμένη ή όχι, της περικοπής των μισθών υπήρξε μια μικρή αύξηση των εισαγωγών της Γερμανίας, πράγμα που συνεπάγεται την αύξηση του πλεονάσματος του εμπορικού ισοζυγίου.
»H Ελλάδα οδεύει προς την έξοδο από το ευρώ, και οι υπόλοιπες χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης μπορεί να ακολουθήσουν, προκαλώντας μια τεράστια αλλαγή στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μετά την κρίση, η Ελλάδα θα μπορέσει σιγά-σιγά να ανακάμψει.»
»Η Ελλάδα πλησιάζει στην κορύφωση της κρίσης της , και οι επιλογές της θα επηρεάσουν την πορεία της Ευρώπης για πολλά χρόνια. Αν και η Ελλάδα αντιπροσωπεύει μόνο το 2% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο αντίκτυπος αυτών των επιλογών θα είναι μεγάλος…»
Default and exit from the eurozone?
Greece could begin again
Greece is heading for an exit from the euro, and the rest of the eurozone periphery may follow, precipitating a huge change in the EU. After the crisis, Greece could slowly recover
by Costas Lapavitsas
Greece is approaching the climax of its crisis, and its choices will influence the course of Europe for years. Although Greece represents only 2% of the European Union’s GDP, the impact of those choices will be wide.
The Greek crisis is fundamentally the result of its membership of the eurozone. Greece is paying the price for a belief in the ancient fallacy that possessing “hard” money puts a weak economy on a par with the strong. In reality, “hard” money is more likely to destroy a weak economy, a lesson about to be re-learned in Portugal, Ireland and Spain. Greece is heading for an exit from the euro and the rest of the eurozone periphery is likely to follow, with severe implications for the monetary union. Coping with an exit will require the reintroduction of economic controls, a major retreat from the neoliberal, pro-market approach to economic policy.
The Economic and Monetary Union (EMU) is often presented as a political step in the integration of Europe, a demonstration of solidarity among Europeans. The reality is quite different. The euro is an international reserve currency that can compete against the dollar and serve, first and foremost, the interests of big banks and enterprises in Europe. It is a peculiar form of money, created from nothing by a hierarchical alliance of independent states.
There are two fundamental problems with the construction of the euro, reflecting its peculiar make-up and leading to its failure. The first is the contradiction between monetary and fiscal policy. The monetary space of the EMU is homogeneous, and the European Central Bank (ECB) allows banks to borrow against the same interest rate benchmarks. But the fiscal space of the EMU is heterogeneous, and each state ultimately exercises sovereignty in collecting taxes and spending. The union has attempted to deal with the problem by imposing fiscal discipline via the Stability and Growth Pact, or the much harsher Fiscal Compact. But national sovereignty over fiscal matters has not been abolished.
Ανοιχτό κάλεσμα σε ημερίδα* θεωρίας και πράξης του αγώνα.
Η τελευταία εκλογική αναμέτρηση με τη συντριβή των παραδοσιακών καθεστωτικών δυνάμεων που είναι υπεύθυνες για την αποικιοποίηση της χώρας και την εξαθλίωση του λαού, κατέδειξε σημαντικές αλλαγές των διαθέσεων και συσχετισμών δυνάμεων. Αυτό το εκλογικό αποτέλεσμα απηχεί την έναρξη μιας ριζοσπαστικοποίησης που επήλθε ως αποτέλεσμα των πρωτοφανών αντιλαϊκών μέτρων και της κλιμάκωσης ποικιλόμορφων, αντιφατικών και ελπιδοφόρων αγώνων. Μιας ριζοσπαστικοποίησης, που αν δεν κλιμακωθεί σε μετωπικό νικηφόρο κίνημα, κινδυνεύει θανάσιμα.
Η καθεστωτική προπαγάνδα, συνεπικουρούμενη από θρασύτατες και εξευτελιστικές παρεμβάσεις διεθνικών οργάνων και ξένων ηγετών, προσπαθεί να τρομοκρατήσει και να εγκλωβίσει τη συνείδηση του λαού με εκβιαστικά διλήμματα, αξιοποιώντας τις διαδεδομένες αυταπάτες, τις ανασφάλειές του και την έλλειψη συγκροτημένης συλλογικότητας με τεκμηριωμένες θέσεις και προοπτική. Προβάλλει ως μονόδρομο τη φρίκη χωρίς τέλος ώστε να αποτρέψει κάθε σκέψη και κυρίως, τον αγώνα για το τέλος της φρίκης.
Ο λαός αναζητά άμεση πολιτική έκφραση της οργής του, αλλά και της επιθυμίας του για άμεση λύση των προβλημάτων του. Προβλημάτων τα οποία συνειδητοποιεί με αρκετά συγκεχυμένο τρόπο ως προς τα αίτια, την κλίμακα και τις λύσεις. Τώρα η κρίση παίρνει και τη μορφή κρίσης ιδεολογικοπολιτικής εκπροσώπησης, που περιπλέκεται επιπλέον από τον καλπονοθευτικό εκλογικό νόμο. Οι υπάρχοντες πολιτικοί φορείς, παραδοσιακοί και νεοπαγείς, παρά τη ριζοσπαστικοποίηση των πολιτικών διαθέσεων της συγκυρίας, δείχνουν τα όριά τους, λόγω της μίας ή της άλλης εμπλοκής τους σε αναντίστοιχες των αναγκών αγκυλώσεις. Έτσι, βρίσκονται σε θέση άμυνας και απολογίας στα εκβιαστικά διλήμματα του καθεστώτος, ανίκανοι να προτάξουν πειστική εναλλακτική διέξοδο και να αναλάβουν επιθετικά πρωτοβουλία κινήσεων σε ένα νικηφόρο αγώνα με πνοή. Όταν ο αδίστακτος αντίπαλος επιτίθεται απροκάλυπτα, η ανερμάτιστη αναζήτηση συμβιβασμών σπέρνει ηττοπάθεια.
Η κατάσταση εντείνεται με τη διαφαινόμενη συσπείρωση του “μαύρου μετώπου” και των “προθύμων”. Με βάση τα παραπάνω, κρίνουμε διαλυτικές και επικίνδυνες τις τάσεις αποσυσπείρωσης, περιχαράκωσης και αλληλοεξόντωσης των δυνάμεων που σε ποικίλους βαθμούς και με διάφορους τρόπους αντιλαμβάνονται την κρισιμότητα της κατάστασης. Χωρίς εκλογικίστικες αυταπάτες, ενόψει των επικείμενων επαναληπτικών εκλογών, θεωρούμε απαραίτητη την κριτική στήριξη της όποιας έκφρασης της παραπάνω ρευστής ριζοσπαστικοποίησης, όχι για να παγιδευτεί ο λαός στα εκβιαστικά διλήμματα του καθεστώτος, να απογοητευθεί και να οδηγηθεί σε παραίτηση είτε/και στον εκφασισμό, αλλά στην κατεύθυνση της ανάδειξης πραγματικής εναλλακτικής προοπτικής, με περαιτέρω συνειδητή τεκμηρίωση των προταγμάτων και συνεπή κλιμάκωση αυτής της ριζοσπαστικοποίησης.
Ο Αλέξης Τσίπρας δεν φοράει γραβάτα, είναι νέος, 37 ετών, χαρισματικός, και σύμφωνα με τις περισσότερες δημοσκοπήσεις, θα κερδίσει τις εκλογές της 17ης Ιουνίου. Οι εκλογές αυτές θα καθορίσουν το μέλλον της Ελλάδας, την παραμονή της ή όχι στη Ευρωζώνη και, τελικά, τη σταθερότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Εν μέσω της προεκλογικής εκστρατείας, η LA NACION ρωτάει τη μεγάλη έκπληξη των εκλογών στις 6ης Μαΐου, τι σηματοδοτεί η νίκη των δυνάμεων ενάντια στη λιτότητα.
Ο Αλέξης Τσίπρας είναι η ελπίδα της αλλαγής για πολλούς Έλληνες, που ασφυκτιούν από τα προγράμματα προσαρμογής που επιβάλλονται από την ΕΕ και το ΔΝΤ με αντάλλαγμα ένα σχέδιο διάσωσης δισεκατομμυρίων.
Αλλά ταυτόχρονα είναι και ο άνθρωπος που απειλεί την Ευρώπη: η νίκη του θα μπορούσε να οδηγήσει στη διάλυση της Ευρωζώνης.
Αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ ,ενός κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς, αποτελεί την καινοτομία της Ελλάδας που ταρακουνά τον κόσμο, διότι απορρίπτει κατηγορηματικά το μνημόνιο που υπεγράφη από την Ελληνική Κυβέρνηση στις Βρυξέλλες πριν από δύο χρόνια, προκειμένου να ‘’σωθεί’’ η χώρα από τη χρεοκοπία. Η απόρριψη της συμφωνίας θα θέσει την Ελλάδα στα πρόθυρα της εξόδου από την Ευρωζώνη. Ωστόσο, ο κ.Τσίπρας επιμένει, κάπως αόριστα βέβαια , ότι η χώρα του θέλει να συνεχίσει να χρησιμοποιεί το ευρώ, επειδή, όπως λέει , «η επιστροφή στη δραχμή δεν αποτελεί λύση.»
Ο Αλέξης Τσίπρας είναι πολιτικός μηχανικός, ζει με τη σύντροφο της ζωής του, είναι πατέρας ενός παιδιού δύο ετών ενώ περιμένουν και δεύτερο. Η νέα αυτή πολιτική προσωπικότητα δέχτηκε να μας συναντήσει την προηγούμενη εβδομάδα στην Αθήνα κατά τη διάρκεια μιας κομματικής συνεδρίασης και συνεχίσαμε τη συνέντευξη μέσω e-mail.
Συνέντευξη στην Elisabetta Piqué*
– Γιατί θα πρέπει οι Έλληνες ψηφοφόροι να σας εμπιστευτούν ενώ ξέρουν ότι δεν έχετε εμπειρία από τη διακυβέρνηση της χώρας;
-Η πολιτική λιτότητας που έχει εφαρμοστεί στην Ελλάδα είναι εντελώς αναποτελεσματική όσον αφορά την οικονομία και απολύτως καταστροφική σε παραγωγικό και κοινωνικό επίπεδο. Τα δύο κόμματα που κυβέρνησαν την Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες [ΠΑΣΟΚ και Νέα Δημοκρατία] συνδέθηκαν με αυτήν την πολιτική και ως εκ τούτου είναι τώρα σε βαθιά κρίση. Οι άνθρωποι εκτιμούν, ωστόσο, τη θέση της Αριστεράς , που αγωνίστηκε εναντίον του μνημονίου [ που ήταν σε συμφωνία με την ΕΕ]. Η εναλλακτική πρότασή μας έχει σήμερα πρωτοφανή κοινωνική δυναμική. Η πολιτική μας έχει την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη της κοινωνίας των πολιτών, και είμαστε έτοιμοι να παλέψουμε για τη νίκη στις επικείμενες εκλογές.
– Ποιες είναι για σας οι κύριες αιτίες αυτής της τόσο δραματικής κρίσης που ζει η Ελλάδα;
-Το μοντέλο που χρησιμοποιήθηκε στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες ήταν εντελώς λάθος. Η ανάπτυξη βασίστηκε στον υπέρογκο δανεισμό, στην υπερβολική κατανάλωση και στη διαφθορά. Αυτό το μοντέλο άφησε αφορολόγητο τον πλούτο και τους λίγους συσσωρεύοντας χρέη για την πλειοψηφία του λαού και για το δημόσιο τομέα. Η κρίση του μοντέλου αυτού συνέπεσε με την παγκόσμια κρίση του 2008, προκαλώντας πρόβλημα πιστοληπτικής ικανότητας για την Ελλάδα . Η κυβέρνηση του Γιώργου Παπανδρέου σε αυτή την κρίση βρήκε την ευκαιρία να απευθύνει έκκληση προς το μηχανισμό στήριξης της ΕΕ και του ΔΝΤ, και υπέγραψαν το μνημόνιο. Αυτό προκάλεσε την ολοκληρωτική καταστροφή: Λόγω των όρων αυτού του μνημονίου, η ελληνική οικονομία βρίσκεται αντιμέτωπη με μια τεράστια ύφεση και η ελληνική κοινωνία υποφέρει.
Την εκτίμηση ότι θα προκαλούσε έκπληξη αν η Ελλάδα παρέμενε στην ευρωζώνη για περισσότερο από ένα χρόνο ακόμα, κάνει σε συνέντευξή του στη βρετανική Idependent ο Νομπελίστας οικονομολόγος Πολ Κρούγκμαν
Σημειώνει ότι το γεγονός που θα προκαλέσει την ελληνική έξοδο θα είναι ο τερματισμός της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών από την ΕΚΤ, που θα καταστεί αναπόφευκτος κάποια στιγμή «λόγω των αριθμών».
Ο Π. Κρούγκμαν σχολιάζει ότι αν ήταν Έλληνας καταθέτης θα προσπαθούσε να τραβήξει τα χρήματά του από τις τράπεζες καθώς υπάρχει φόβος ότι αυτές θα μπορούσαν να μετατραπούν σε νέες δραχμές.
Προσθέτει ότι οι πιθανότητες ανάκαμψης εκτός ευρωζώνης θα υπάρχουν όπως ο ανταγωνιστικότερος τουριστικός τομέας, μετά όμως από μία «άσχημη» περίοδο έξι μηνών ή ενός έτους. Παρόλα αυτά σημειώνει ότι δεν υπάρχει βεβαιότητα για την επίδοση της ελληνικής οικονομίας μετά το ευρώ, αν και τονίζει πως ούτε τώρα η Ελλάδα πορεύεται σε βιώσιμη οδό.
Αναφερόμενος στις συνέπειες μιας ελληνικής εξόδου στην υπόλοιπη ευρωζώνη σημειώνει ότι όλα εξαρτώνται από το πόσο πρόθυμη θα είναι η ΕΚΤ να προμηθεύει με χρήμα τις ιταλικές και ισπανικές τράπεζες, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι όλα επαφίενται στις αποφάσεις της Γερμανίας.
Greece has been the weakest link of the eurozone since 2009, and the crisis has brought to the fore several issues that go to the heart of contemporary Europe. Austerity measures are dividing the continent and the Greek people are preparing for a second general election in as many months. Does the vote amount to a referendum on whether to leave the eurozone, as has been suggested by David Cameron? Will the euro collapse altogether, and does the current instability threaten the balance of forces that have historically dominated European politics?
Professor Costas Lapavitsas, Professor Costas Douzinas and the journalist Aris Chatzistefanou will be here from 3pm to 4pm (UK time) to debate the Greek crisis and what might happen next for the rest of Europe. You will be able to post your questions in the thread below from 2.30pm.
Δραματική μείωση του ετήσιου κατά κεφαλήν εισοδήματος του Έλληνα πολίτη κατά 55% από 19.400 ευρώ σε 8.700 ευρώ θα προκαλέσει σύμφωνα με την Εθνική Τράπεζα πιθανή έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ.
«Το δίλημμα το οποίο αντιμετωπίζει σήμερα η χώρα διαμορφώνεται υπό το σημαντικό βάρος που συνεπάγεται η επώδυνη διαδικασία προσαρμογής από τη μια πλευρά, και από την άλλη, η ανάγκη συνέχισης της χρηματοδότησης στα πλαίσια μιας αμοιβαία αποδεκτής συμφωνίας με τους εταίρους μας», αναφέρει η έκθεση, συμπληρώνοντας ότι «παρά τα αναμφισβήτητα σκληρά μέτρα που εφαρμόστηκαν την τελευταία διετία, η ελληνική οικονομία σημείωσε σημαντική πρόοδο σε βασικά πεδία της οικονομικής προσαρμογής».
«Έξοδος από το ευρώ θα οδηγήσει σε σημαντική πτώση του βιοτικού επιπέδου του Έλληνα πολίτη»
Αναλύοντας τις επιπτώσεις, επισημαίνει σε έκθεσή της ότι σε αυτή την περίπτωση το βιοτικό επίπεδο του Έλληνα πολίτη θα κατέγραφε σημαντική πτώση, με μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος τουλάχιστον κατά 55% , μέσω της σημαντικής υποτίμησης, κατά 65% του νέου νομίσματος.
Η ύφεση θα έφθανε το 22% , η ανεργία θα εκτοξευόταν στο 34% και ο πληθωρισμός αρχικά στο 30% με ισχυρή ανοδική τάση στη συνέχεια, καθώς θα τροφοδοτούνταν από τις αυξήσεις τιμών στα εισαγόμενα αγαθά.
Η Ελλάδα είναι ενταγμένη εδώ και τριάντα χρόνια στο θεσμικό οικοδόμημα της ΕΟΚ (1981) και μετέπειτα ΕΕ, είκοσι χρόνια στην ενιαία αγορά (1992) και δέκα χρόνια στον ενιαίο νόμισμα (2001). Για κανένα από αυτά τα στάδια ‘ευρωπαϊκής ενσωματώσης’ δεν έγινε, όχι απλά δημοψήφισμα, αλλά ούτε καν ένας αξιοπρεπής δημόσιος διάλογος σχετικά με τις πολύ πρακτικές συνέπειες τους.
Μια καθυστερημένη συζήτηση με το πιστόλι στον κρόταφο
Η σχέση της Ελλάδας με την Ευρωπαϊκή Ένωση και ιδιαίτερα το πιο πρακτικό και συμβολικό ‘επίτευγμά’ της, το ενιαίο νόμισμα, μπαίνει στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης μόλις σήμερα, αφού η χώρα βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα της έκφρασης της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης στη δεύτερη ισχυρότερη νομισματική ζώνη του πλανήτη, και αφού με τις εντολές της Ευρωπαϊκής Ένωσης συντελέστηκε μέσα σε δύο χρόνια η σημαντικότερη κοινωνικοικονομική οπισθοδρόμηση στη χώρα μας από το Β’ΠΠ, και από τις βιαιότερες στην Ευρώπη. Με λίγα λόγια δηλαδή, χρειάστηκε να μας πέσει ο ουρανός στο κεφάλι, για να ενδιαφερθούμε λίγο για το τι πραγματικά είναι αυτός ο οργανισμός.
Αν και η σημαντικότητα του ζητήματος έχει συνειδητοποιηθεί πολύ περισσότερο από τα προηγούμενα χρόνια, η συζήτηση κυριαρχείται και πάλι από απειλές, αφορισμούς και ιδεοληψίες, και με ελάχιστη πρόνοια για ουσιαστική ενημέρωση και κατανόηση της λειτουργίας και της φύσης της ΕΕ, αλλά και των τωρινών διεργασιών εντός της.
Τα μνημονιακά κόμματα ανάγουν την παραμονή στο Ευρώ και την ΕΕ ως τον απόλυτο στόχο λέγοντας ότι έξοδος ίσον χάος και καταστροφή. Στην ουσία πρόκειται για την τελευταία σανίδα σωτηρίας για τη συνέχιση της αντεργατικής πολιτικής τους, για το τελευταίο ιδεολόγημα με κάποια δημόσια αποδοχή που μπορεί να λειτουργήσει υπέρ της. Ο ενισχυμένος ΣΥΡΙΖΑ επιμένει ότι μια διαμετρικά αντίθετη πολιτική μπορεί να εφαρμοστεί εντός της ΕΕ και να γίνει έναυσμα για να αλλάξει και η ίδια η ΕΕ. Δεν διαψεύδει ωστόσο ξεκάθαρα την αιτίαση ότι έξοδος σημαίνει καταστροφή.
Τόσο τα μνημονιακά κόμματα όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ επικαλούνται ένα υποτιθέμενο ρεύμα πολιτικής αλλαγής που υπάρχει μέσα στην ΕΕ ‘κατά της λιτότητας και υπέρ της ανάπτυξης’, που κάνει πρόσφορο το έδαφος είτε για επαναδιαπραγμάτευση των Μνημονίων είτε για να γίνει ανεκτή μια ενδεχόμενη καταγγελία τους. Τα μνημονιακά κόμματα αυτογελοιποιούνται χρησιμοποιόντας αυτό το επιχείρημα, καθώς η πιο σημαντική από τις λίγες πολιτικές αλλαγές που συμβαίνουν στην Ευρώπη είναι αυτή που συνέβη στη χώρα μας, με την καταβαράθρωσή τους. Αναγκάζονται δηλαδή να δεχτούν εμμέσως πλην σαφώς ότι η ήττα τους ανοίγει θετικές προοπτικές.
Η μόνη άλλη πρακτική αλλαγή που συνέβη αφορά την προεδρία της Γαλλίας, όπου ανήλθε κάποιος σίγουρα πιο προοδευτικός από το Σαρκοζί. Αυτό όμως από τη μία δεν είναι ιδιαίτερα δύσκολο, κι από την άλλη όσον αφορά πολιτικές όπως η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας και οι ιδιωτικοποιήσεις δεν πρόκεται να αλλάξει και πολύ τα πράγματα.