Η Τέα Βασιλειάδου συζητά με τον Θόδωρο Αγγελόπουλο
Περιοδικό Ουτοπία Νο 1 ,σελ.91-101.
Δεν ξέρω τι μπορεί κανείς να οραματιστεί
για το μέλλον, αλλά ένα είναι σίγουρο, ότι
αν πάψει να οραματίζεται ή να ονειρεύεται
το μέλλον, τότε αυτός ο οργανισμός –
άτομο ή κοινωνία – είναι νεκρός.
‘Το μετέωρο βήμα του πελαργού»– όπως και όλες οι ταινίες του Θόδωρου Αγγελόπουλου – πυροδότησε και συνεχίζει ν’ αποτελεί αφορμή για πολλές συζητήσεις. Ο σκηνοθέτης επικοινωνεί, συλλογάται, διαλέγεται.Η συζήτηση, που δεν είναι μια αλλά πολλές, είναι η αφορμή για αναζήτηση, για σκέψη. Είναι μια αφετηρία για νέα όρια. Είναι ένα ταξίδι. Και φυσικά δεν τελειώνει. Δεν κλείνει.
Μέχρι το επόμενο ταξίδι, λοιπόν, Θόδωρε Αγγελόπουλε.
Τέα Βασιλειάδου: Η ταινία ‘Το μετέωρο βήμα του πελαργού” θέτει ένα πρόβλημα συνόρων και προσφύγων. Των προσφύγων και με τις δύο έννοιες: εκείνων που καταλύουν τα γεωγραφικά σύνορα και εκείνων που φεύγουν από τα δικά τους εσωτερικά όρια.
Θόδωρος Αγγελόπουλος: Ομολογώ ότι δεν φανταζόμουν ποτέ πως θα έβλεπα να πραγματώνονται εκείνα που είχα φανταστεί και θεωρούσα, ας πούμε, ακραίες ευαίσθητες περιοχές. Τότε με απασχολούσαν πάρα πολύ ενώ έμοιαζε να μην απασχολούν τόσο πολύ κανέναν άλλο. Καμιά φορά αρχίζω να σκέφτομαι μήπως αυτό που λένε διαίσθηση με τη μεταφυσική έννοια υπάρχει. Δε νομίζω βέβαια ότι οφείλεται στο γεγονός ότι είμαι από τους μελετητές και αναλυτές της ιστορίας και των πολιτικών πραγμάτων, έτσι ώστε αυτό να βγαίνει σαν συμπέρασμα κάποιων μεθοδικών παρατηρήσεων. Μάλλον οφείλεται στο ότι με νοιάζει όλη αυτή η ιστορία. Με ευαισθητοποιεί πάρα πολύ, με κάνει – εκεί που ο άλλος βλέπει έναν πρόσφυγα εγώ να βλέπω εκατό. Το περίεργο είναι ότι την επόμενη στιγμή είναι εκατό.
Ας έλθουμε όμως στα σύνορα. Η έννοια των συνόρων είναι ένα πάρα πολύ μεγάλο θέμα κι είναι δύσκολο να μιλήσεις γι αυτό χωρίς να γίνεις δυσάρεστος σε κάποιους. Και πως να μιλήσεις; Να μιλήσεις με ιστορικούς όρους; με πολιτικούς; με όρους υπαρξιακούς; με όρους ελευθερίας; Εγώ θα έλεγα ότι την έννοια του χωρίς σύνορα κόσμου μπορούσαν άπειροι άνθρωποι να τη δεχτούν. Έναν κόσμο όπου δε θα χρειαζόταν να μπαίνουν από δω και από κει φρουροί. Αυτό μπορεί να γίνει όμως σ’ έναν κόσμο που θα έχει συνειδητοποιηθεί ότι η επικοινωνία με τον άλλο είναι πολύ σημαντική κι ότι η ελευθερία του περάσματος από τη μια χώρα στην άλλη, χωρίς διαβατήριο, ωφελεί παρά ζημιώνει. Κανείς δεν χάνει έτσι την ταυτότητα του, ούτε τη δυνατότητα να κρατήσεις τις ιδιαιτερότητες του τόπου σου και εν τέλει δεν χάνεις τίποτα απ’ όσα φοβούνται αυτοί που φοβούνται την κατάργηση των συνόρων. Το να αποδεχθεί κανείς αυτά τα τεχνητά σύνορα και σχεδόν ν’ αδιαφορήσει για τη φασαρία που γίνεται για τον επαναπροσδιορισμό τους κερδίζοντας την ουσία, δηλαδή βρίσκοντας επικοινωνία με τους άλλους, αυτό είναι το σπουδαίο, αυτό καταργεί τα σύνορα από μόνο του.
Τ.Β: Ωστόσο στην ταινία υπάρχει κι η άλλη έννοια των συνόρων. Τα εσωτερικά σύνορα.
Θ.Α: Έτσι είναι. Πρόκειται για τα όρια που μπαίνουν συνέχεια. Διαχωρισμούς σε γλώσσες, φυλές, διαχωρισμοί στον έρωτα, στην επικοινωνία, στο όνειρο, στο τι μπορούμε και τι δεν μπορούμε. ‘Ορια της ύπαρξης. Γιατί σε μια υπαρξιακή διάσταση αυτό το πέρασμα των ορίων είναι σαν ξεπέρασμα της έννοιας του θανάτου, θα έλεγα κάνοντας ποιητική υπέρβαση ότι αυτό πάει να πει πως εσύ ο πεπερασμένος, ο έχων διάρκεια πεπερασμένη, λειτουργείς με όρους αιωνιότητας. Ένας κομμουνιστής που παλιότερα δεχόταν να εκτελεστεί για να ζήσουν καλύτερα οι άλλοι είχε υπερβεί τα σύνορα.
Τ.Β: Με τον ίδιο τρόπο που όταν πήγαινε να πολεμήσει στην Ισπανία για τους Ισπανούς είχε υπερβεί τα όρια της δικής του πατρίδας.
Θ.Α : Είχε υπερβεί την έννοια του στενού εθνικισμού. Οι μεγάλες αλήθειες η ελευθερία, η κοινωνική δικαιοσύνη, η δημοκρατία, είναι έννοιες χωρίς πατρίδα, υπάρχουν για όλο τον κόσμο. Δεν υπάρχει μπροστά σε μια έννοια ελευθερίας, ανθρώπινης ανταλλαγής, ενός κόσμου αρμονικού, η έννοια του διαχωρισμού. Από μόνη της η αρμονία διώχνει τους διαχωρισμούς, διώχνει τα σύνορα.