Την Τρίτη 18 Ιουνίου η ελληνική Βουλή τίμησε την μνήμη των βουλευτών της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη και Γιώργου Τσαρουχά. Η συνεδρίαση, ενδεχομένως, θα περνούσε απαρατήρητη αν η πρώην ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και επικεφαλής της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας Αλέκα Παπαρήγα δεν έκανε μία τοποθέτηση που προκάλεσε εκπλήξεις. Κυρίως αυτά που είπε για τον Κωνσταντίνο Καραμανλή.
Το επίμαχο σημείο της ομιλίας της που έτυχε της προσοχής του Τύπου είναι το εξής: «Βεβαίως, δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να συνδέει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και την ΕΡΕ με τη δολοφονία του Λαμπράκη. Πολιτικές ευθύνες, όμως, υπάρχουν. Κι αν θέλετε, όλα τα στοιχεία δείχνουν, παρότι δεν έχει ολοκληρωθεί η έρευνα, ότι το ξεκίνημα αυτής της συνομωσίας ήταν το Παλάτι, και είχε αιχμή και το αντιπολεμικό, αντιιμπεριαλιστικό κίνημα εκείνης της περιόδου» (Πρακτικά Βουλής Συνεδρίαση 18/6/2013).
Στην τοποθέτηση αυτή, ο Τύπος της επόμενης ημέρας είδε αθώωση του Κ. Καραμανλή από το ΚΚΕ, άφεση αμαρτιών κ.ο.κ. Κι ο Ριζοσπάστης, στο φύλλο της Πέμπτης 20 Ιουνίου, διαπίστωσε πως όσοι έγραψαν τα περί αθώωσης του ιδρυτή της ΕΡΕ και της Ν.Δ. «εκτίθενται για μια ακόμη φορά», διότι αυτά που είπε η Αλέκα Παπαρήγα «είναι η εκτίμηση του Κόμματος, όπως αποτυπώνεται στον Β’ Τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, που εγκρίθηκε, κατόπιν διεξοδικής συζήτησης σε όλο το Κόμμα, από πανελλαδικό σώμα, τον Ιούνη του 2011».
Η αλήθεια είναι ότι εκτίθεται ο Ριζοσπάστης. Εκτίθεται μάλιστα διπλά, διότι ο Β’ τόμος του δοκιμίου της ιστορίας του ΚΚΕ, δεν γράφει ακριβώς αυτά που είπε η Αλέκα Παπαρήγα στη Βουλή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι το Δοκίμιο τα γράφει καλά. Απλά σημαίνει ότι η πρώην Γ.Γ. φρόντισε να αμβλύνει τις γωνίες- όποιες στραβοβαλμένες γωνίες υπήρχαν στο Δοκίμιο για το συγκεκριμένο θέμα. Επίσης, αν προσέξει κάποιος τις κρίσιμες λεπτομέρειες, για τις οποίες επαίρεται ο Ριζοσπάστης, η Αλέκα Παπαρήγα δεν υποστήριξε κάτι που είναι ιστορική επιστημονική αλήθεια (μπορεί και να είναι) αλλά κάτι «που εγκρίθηκε, κατόπιν διεξοδικής συζήτησης σε όλο το Κόμμα, από πανελλαδικό σώμα, τον Ιούνη του 2011». Με άλλα λόγια, αν το κομματικό σώμα ψήφιζε πως ο Κ. Καραμανλής και η ΕΡΕ συνδέονται με την δολοφονία του Γρ. Λαμπάκη, η επικεφαλής της Κ.Ο. του ΚΚΕ, κατά τη λογική της κομματικής εφημερίδας και υπακούοντας στην κομματική πειθαρχία, θα εμφάνιζε στη Βουλή, αυτόν, τον Κ. Καραμανλή δηλαδή, και το τότε κόμμα του το λιγότερο ως ηθικούς αυτουργούς. Ή για να το πούμε αλλιώς, ο Κ. Καραμανλής και η ΕΡΕ συνδέονται ή δεν συνδέονται με τον δολοφονία του Λαμπράκη ανάλογα με το τι ψηφίζουν τα κομματικά σώματα του ΚΚΕ, που εσχάτως, κατά τα νέα κομματικά ήθη και έθιμα, μπορούν να αποφασίζουν και τι είναι επιστημονικά ορθό στην ιστορία.
Το δελτίο προγραφών και καταγγελιών με τους στοχοποιημένους από την ΟΠΛΑ προδότες – Η “κόκκινη βία” [*] της εφημερίδας “Κατηγορώ”, έκδοση της ΚΟΑ του ΚΚΕ, Αθήνα, 1944
[*] Η φράση “κόκκινη βία” μέσα σε εισαγωγικά, ασφαλώς, διότι εμείς δεν υιοθετούμε τα ιδεολογήματα περί “κόκκινης“, “μαύρης” και “λευκής” βίας.
(Εξηγούμαστε):
Οι οπλίτες των Ταγμάτων Ασφαλείας και των Ευζωνικών Ταγμάτων ονομάζονταν “ταγματασφαλίτες“. Στα μισητά τους πρόσωπα, η σοφή λαϊκή λεξιπλασία μεγαλούργησε. Δεν είναι μόνο το ευφυέστατο “Γερμανοτσολιάδες” για εκείνους που ντρόπιαζαν τη στολή του Εύζωνου, ούτε εκείνο το ενοχλητικό ήτα που αντικαθιστά το γιώτα, ώστε η λέξη να γράφεται “ταγματασφαλήτες” ή, για συντομία, “τ/αλήτες“, ώστε και οπτικά ακόμα να δείχνεται η απέχθεια και το μίσος του λαού για τους προδότες με την ελληνική στολή που σιτίζονταν από την γερμανική μισθοτροφοδοσία (και το πλιάτσικο). Η κοινή γνώμη τους ονόμασε, επίσης, και “Ράλληδες“, από το όνομα του τρίτου και τελευταίου κατοχικού πρωθυπουργού-κουΐσλιγκ, Ιωάννη Ράλλη. Ο Ράλλης, του οποίου η οικογένεια δεν σταμάτησε ποτέ να βγάζει πολιτικούς από τη δημιουργία του ελληνικού κράτους μετά την Επανάσταση του 1821 μέχρι τις μέρες μας, παλιός πολιτικός και βουλευτής από το 1906 σε ηλικία 28 ετών, δημιουργός και ηθικός αυτουργός της συγκρότησης των Ταγμάτων Ασφαλείας, με κύριο μέλημα τη “διατήρηση της τάξεως” και την “αντιμετώπιση των αναρχικών“, είχε δηλώσει στην Παναθηναϊκή Παλλαϊκή Επιτροπή, αποτελούμενη από Μητροπολίτες, Καθηγητές Πανεπιστημίων και προέδρους πνευματικών σωματείων και επαγγελματικών συλλόγων, που τον επισκέφτηκε για να του παραδώσει διάβημα διαμαρτυρίας για το διάταγμα επιστράτευσης, τον Αύγουστο του 1944:
«Εγώ έχω προσφέρει την μεγαλυτέραν υπηρεσίαν εις τον τόπον με την σύστασιν των Ταγμάτων Ασφαλείας, διά την οποίαν υπερηφανεύομαι και διά την οποίαν θα ζητήσω να τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον. Μάλιστα, κύριοι, να τρέφομαι εφ’ όρου ζωής εις το Πρυτανείον, διότι εγώ έχω μεγαλύτερα δικαιώματα και από αυτόν τον Σωκράτην […] Εγώ δεν πρόκειται, βέβαια, να ανακαλέσω την διαταγή περί επιστρατεύσεως. Λυπάμαι μόνο διότι τα μέσα μου δεν μου επιτρέπουν να συγκροτήσω και “άλλον στρατόν” και να τους συντρίψω και εδώ και εις την ύπαιθρον και να επιβάλω το κράτος του Νόμου». [**]
[**] Τα πρακτικά της συζήτησης σώζονται στο αυτοβιογραφικό “Στιγμές από την προσωπική μου διαδρομή” του Λεωνίδα Κύρκου, Εστία, Αθήνα, 2007
Στην απολογία του, η οποία βρίσκεται στο βιβλίο που έγραψε όταν ήταν προφυλακισμένος και εκδόθηκε το 1946 σε επιμέλεια του υιού του, υπάρχει ένα πολύ χαρακτηριστικό απόσπασμα, που μας επιτρέπει να κατανοήσουμε πλήρως το έδαφος στο οποίο γεννήθηκε το μίσος για τους πάσης φύσεωςδωσίλογους:
Η αλήθεια είναι ότι δεν γνωρίζουμε και τόσα πολλά πράγματα για την φωτογραφία αυτή. Μόνο ότι αυτός που την τράβηξε (δηλαδή αυτός στον οποίο απευθύνεται η μουτσούνα) ήταν ο σωματοφύλακας του Ιωσήφ Στάλιν.
Στις 9 Απρίλη του 1917, στο άρθρο του στην Πράβντα με τίτλο «Για τη δυαδική εξουσία», ο Λένιν έγραφε: «Η πιο αξιοσημείωτη ιδιομορφία της επανάστασής μας βρίσκεται στο ότι δημιούργησε μια δυαδική εξουσία. Το γεγονός αυτό πρέπει πρώτα απ’ όλα να το καταλάβουμε εμείς οι ίδιοι. Αν δεν το καταλάβουμε, δεν μπορούμε να προχωρήσουμε. […] Σε τι συνίσταται η δυαδική εξουσία;
Στο ότι πλάι στην Προσωρινή Κυβέρνηση, την κυβέρνηση της αστικής τάξης, σχηματίστηκε μια άλλη κυβέρνηση, αδύνατη ακόμα, εμβρυακή, μα που ωστόσο υπάρχει αναμφισβήτητα στην πραγματικότητα και αναπτύσσεται: τα σοβιέτ των εργατών και στρατιωτών βουλευτών» [1]. Τι σήμαινε όμως αλήθεια αυτή η περίφημη «δυαδική εξουσία», η τόσο σημαντική «κατάσταση» την οποία ο Λένιν καλούσε, παραμονές της επανάστασης, τους μπολσεβίκους να κατανοήσουν, παρότι την είχαν ήδη επιτύχει;
Από τη Ζυρίχη στην Πετρούπολη
Στην ιστορία του κομμουνιστικού κινήματος, η δυαδική εξουσία συνιστά μια σχετικά αποσιωπημένη πλευρά, μια πλευρά που ίσως δεν έγινε κατανοητή στο βάθος που έπρεπε. Στην κυρίαρχη αφήγηση της Αριστεράς, η Ρώσικη Επανάσταση θεωρήθηκε συνήθως αποτέλεσμα μιας καλά οργανωμένης «εφόδου». Και ακόμη περισσότερο αυτή η έφοδος «εικονοποίησε» τη μεταφορά της «διάλυσης της κρατικής μηχανής». Έκτοτε, όπως και άλλες εικόνες στην ιστορία του μαρξισμού, αυτό το καρέ από τον Οκτώβρη με το οποίο ο Αϊζενστάιν αναπαριστά τη «στιγμή» της κατάληψης [2] στοιχειώνει με τρόπο αμετάκλητο κάθε προσέγγιση της επαναστατικής στρατηγικής των Μπολσεβίκων, υποβιβάζοντας παράλληλα σε δευτερεύουσα την ενδεχομένως σημαντικότερη πτυχή της, αυτήν της οικοδόμησης της προλεταριακής ηγεμονίας ή, αλλιώς, της ανάπτυξης της δυαδικής εξουσίας.
Αυτή ακριβώς η ανάπτυξη είναι άλλωστε που όχι απλώς έκανε εφικτή την «εφόρμηση», αλλά που σε τελική ανάλυση μας διαχωρίζει αμετάκλητα από μια καρικατούρα εφόδου τύπου Μπλανκί, όπου μια χούφτα συνωμοτών, δρώντας τάχα σωστά και με την κατάλληλη μυστικότητα, χωρίς καμία προηγούμενη προετοιμασία του λαού αλλά μόνο με τη δική τους «επαναστατική προπαίδεια», θα μπορούσαν να πετύχουν την κατάληψη της εξουσίας. Στην περίπτωση της Ρώσικης Επανάστασης η διαίρεση των στρατοπέδων είχε ήδη συμβεί πριν από αυτή την «τελική» επίθεση, και η εφόρμηση των μπολσεβίκων προς την κατάληψη της εξουσίας ήταν το αποτέλεσμα μιας δυνατότητας που έκανε εφικτή η ανάδυση του θεσμού των σοβιέτ ως κυττάρου οργάνωσης του λαού και η προοδευτική ανάδειξή τους από τους Μπολσεβίκους σε πολιτικό κέντρο εξουσίας αυτής της οργάνωσης.
Πολύμηνη απεργιακή κινητοποίηση στην εταιρεία κατασκευής βαγονιών «Πούλμαν» στο Σικάγο, με αιματηρή κατάληξη και ήττα του αμερικανικού συνδικαλιστικού κινήματος.
Αφορμή υπήρξε η μείωση των μισθών κατά 28% και η απόλυση συνδικαλιστών τον Μάιο του 1894.
Ιδιοκτήτης της εταιρείας ήταν ο Τζορτζ Πούλμαν (1831-1897) εφευρέτης του βαγκόν-λι και όνομα οικείο στις μέρες μας (Πούλμαν ονομάζουμε ακόμα και σήμερα τα λεωφορεία). Οι κλινάμαξες του Πούλμαν έγιναν δημοφιλείς, παρά το γεγονός ότι κόστιζαν πέντε φορές περισσότερο από τα κοινά βαγόνια. Το πρώτο ‘πούλμαν» ,το »ξενοδοχείο με ρόδες» όπως το αποκάλεσαν τότε, παρουσιάστηκε το 1867.
Το 1880 ο Πούλμαν αγόρασε έκταση 4.000 στρεμμάτων, περίπου 14 χιλιόμετρα νότια του Σικάγου και έχτισε ένα εργοστάσιο και μια πόλη για τους εργαζόμενους. Ο Πούλμαν ανάγκαζε τους εργάτες να μένουν στην πόλη του και τους χρησιμοποιούσε επίσης ως προσωπικό για τα αυτοκίνητά του, αχθοφόρους, σερβιτόρους, προσωπικούς υπηρέτες και διασκεδαστές. Στην πόλη του Πούλμαν οι κάτοικοι ζούσαν σε διαμερίσματα, με τρεχούμενο νερό, γκάζι και αποχέτευση, κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή. Η πρωτοβάθμια εκπαίδευση παρεχόταν δωρεάν, ενώ υπήρχε ελεύθερη πρόσβαση σε μια δημόσια βιβλιοθήκη, που προικίστηκε με 5.000 τόμους από την προσωπική βιβλιοθήκη του Πούλμαν. Όλα αυτά με το αζημίωτο για τον φιλάνθρωπο(!) κύριο Πούλμαν.
«Κοίτα τον μισθό μου! Δούλευα 10 ώρες την ημέρα για 12 μέρες και έβγαλα 9,12 δολάρια. Αλλά τα 9 δολάρια τα κράτησε ο Πούλμαν! Εμένα μου έμειναν 12 σεντς!
Όμως, οι καλές μέρες δεν διαρκούν πολύ και η οικονομική κρίση που έπληξε τις ΗΠΑ στα τέλη του 19ου αιώνα χτύπησε και την πόρτα της Πούλμαν. Η εταιρεία ως πρόσφορο μέσο επέλεξε τη μείωση των μισθών, χωρίς, όμως να μειώσει τα ενοίκια όσων ζούσαν στα σπίτια της. Οι συνδικαλιστές αντέδρασαν και η εργοδοσία, σε μία επίδειξη πυγμής, απέλυσε τους εκπροσώπους των εργαζομένων.
Το παρακάτω κείμενο με τίτλο ”Εμπορικόν Δελτίον” δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα“Ασμοδαίος”το 1875. Στο εμπορικό αυτό δελτίο περιγράφεται με όρους αγοράς η κοινωνική και πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα του 1875.
Όλες οι στήλες τύπου “In and Out” ή “Up and Down” κλπ, που κατέκλυζαν τα lifestyle ελληνικά περιοδικά στις δεκαετίες του 80′ και του 90′ θα ανακαλύψουν στο κείμενο αυτό τον μακρινό τους πρόγονο. Μόνο που οι συντάκτες όλων αυτών των χαζοστηλών θα είχαν πολλά να ζηλέψουν από την κομψότητα, το ύφος και την διεισδυτική ματιά του συντάκτη του “Εμπορικού δελτίου” του “Ασμοδαίου”· Που δεν είναι άλλος από τον λογοτέχνη και συνεκδότη του “Ασμοδαίου” Εμμανουήλ Ροΐδη.
Εμπορικόν Δελτίον
Η αγορά ως επί το πλείστον ζωηρά. Τα είδη του συρμού υποστηριγμένα. Ολίγαι πράξεις εις τα παλαιά και εις παρακαταθήκας.
Πατριωτισμός: Της παλαιάς εσοδείας αζήτητος· τα νέα φθασίματα δευτέρας ποιότητος· οι κάτοχοι τα αφίνουν εις μικράς τιμάς· αγορασταί ολίγοι.
Σύνταγμα: Παρακαταθήκη ελαττωμένη. Προσπάθεια γίνεται να υποστηριχθή το είδος. Εξόδευσις πολύ μικρά.
Εφημερίδες: Αφθονία· το πράγμα κακής ποιότητος. Τιμαί μικραί· εξόδευσις μεγάλη των κατωτέρων ποιοτήτων.
Αρετή: Εμπόρευμα παλαιόν και σπάνιον. Ολίγα δέματα υπάρχουσιν· οι κάτοχοι δεν τα εξάγουσιν εις την αγοράν. Η παραγωγή ηλαττώθη από πολλών χρόνων.
Τιμή: Ουδεμία πράξις· εντελής αζητησία.
Πολυτέλεια: Η αγορά ζωηροτάτη· το πράγμα υποστηρισμένον· ύψωσις των τιμών γενική. Η κατανάλωσις γενικεύεται από ημέραν εις ημέραν.
Πολιτική: το είδος υποστηριγμένον· κατανάλωσις πολλή· τιμαί σχετικώς μεγάλαι.
Βουλευταί: Δέματα ολίγα, αλλά και αυτά αβαριάτα. Το πράγμα δεν έχει υπόληψιν.
Παιδεία: Ολίγαι κάσσαι καλής ποιότητος εις διαμετακόμισιν, αλλ’ εντελώς αζήτητοι. Το εξοδευόμενον πράγμα κατωτάτης ποιότητος και εις μικράς τιμάς.
Υπάλληλοι: Η αγορά γεμάτη· προσφέρονται δια τίποτε.
Ποιηταί: Προσφορά πολλή, ζήτησις ολίγη. Γαλήνη εις τας τιμάς. Ελεγειακών επωλήθηκαν κατά το επταήμερον 16 βάλ. προς 40-45 λ. Δραματικών 12 βάλ. προς λ. 85-90. Επικών έλλειψις. Κωμωδοποιών 1 βάλλα εις προσδοκίαν προς λ. 48.
Έρως: Πράγμα πολύ και φθηνόν. Παραδίδεται μόνον τοις μετρητοίς. Η ποιότης κακή· αφίνει arrière-goût δυσάρεστον· το είδος όμως είναι υποστηρισμένον. Αγορασταί ως επί το πλείστον αμύστακες.
Οι μέρες του Μαΐου του 1936 υπήρξαν πράγματι κρίσιμες. Στις 29 Απριλίου οι καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης είχαν ξεκινήσει απεργία διαρκείας, ζητώντας αύξηση του ημερομισθίου και εφαρμογή της σύμβασης με τους καπνέμπορους, η οποία διασφάλιζε ένα κατώτατο όριο στο μεροκάματο και η οποία είχε καταπατηθεί μέσα στην κρίση το 1931. Η απεργία επεκτείνεται σε πολλές πόλεις, με συγκρούσεις απεργών και αστυνομίας. Στις 9 Μαΐου ο στρατός και η χωροφυλακή χτυπούν τους απεργούς στη Θεσσαλονίκη.
Ολόκληρη την προηγούμενη χρονιά, μετά το αποτυχημένο βενιζελικό πραξικόπημα της 1ης Μαρτίου 1935, οι αντιβενιζελικοί, με προεξάρχοντα τον Κονδύλη (τον «νικητή του Στρυμόνα») είχαν εξαπολύσει ένα όργιο τρομοκρατίας ενάντια στα στελέχη και τους οπαδούς των Φιλελευθέρων αλλά και ενάντια στους κομμουνιστές. Θα ακολουθήσουν εκλογές, από τις οποίες απείχαν οι Φιλελεύθεροι, το νόθο δημοψήφισμα και η επάνοδος του βασιλιά, ο διορισμός της κυβέρνησης και νέες εκλογές στις 26.1.1936. Η οριακή νίκη των Φιλελευθέρων στις εκλογές δεν επέτρεπε τον σχηματισμό κυβέρνησης, αλλά έμοιαζε να ακυρώνει προσώρας τα δικτατορικά σχέδια, ενώ η συμφωνία Σοφούλη-Σκλάβαινα (στις 19 Φεβρουαρίου), που υλοποιούσε τη λαϊκομετωπική στροφή της Κομμουνιστικής Διεθνούς αναδεικνύοντας συγχρόνως τη βαθιά διαίρεση της βενιζελικής παράταξης, έφερνε στο πολιτικό προσκήνιο το ημιπαράνομο ΚΚΕ. Η πολιτική κρίση όμως συνεχιζόταν, και οι Φιλελεύθεροι δεν μπορούσαν να αποφασίσουν τη συνοδοιπορία με τους κομμουνιστές. Και καθώς στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, το κοινοβούλιο προτίμησε να αυτοκαταργηθεί: στις 25 Απριλίου έδωσε ψήφο εμπιστοσύνης στη δοτή κυβέρνηση Μεταξά και διέκοψε τις εργασίες της μέχρι τον Σεπτέμβριο, παρέχοντας συγχρόνως στην κυβέρνηση την εξουσιοδότηση να κυβερνά με διατάγματα. Η δικτατορία του Μεταξά θα έρθει ως φυσική συνέχεια.
Τα «αιματηρά γεγονότα» της Θεσσαλονίκης παίρνει ως αφορμή ο Κανελλόπουλος για να αναπτύξει την προσφιλή του θεματική της ελληνικότητας και να προσδιορίσει εκείνο το κέντρο που μπορεί να αποτελέσει ισχυρό ανάχωμα στα δύο άκρα του πολιτικού φάσματος. «Μεταξύ Μόσχας και Ρώμης αι Αθήναι»: το σχήμα των δύο άκρων μεταξύ των οποίων δεσπόζει η ελληνική μεσότης, όπως εκφράζεται από τον Κανελλόπουλο, δεν αποτυπώνει απλώς την κρισιμότητα των ημερών του ’36, το φόβο ενός αστού δημοκράτη, που δεν μπορεί να υποστηρίξει τη δικτατορία, απέναντι στην επελαύνουσα κόκκινη απειλή. Έχει προετοιμαστεί για πολλά χρόνια μέσα από την πνευματική και πολιτική του διαδρομή. (περισσότερα…)
Η Αλίντα Δημητρίου μιλάει για της γυναίκες της Αντίστασης στηνΑΥΓΗ 21.4.2011, με αφορμή την ταινία της «Τα Κορίτσια της Βροχής» που αποτελείται από μαρτυρίες γυναικών που αντιστάθηκαν στη δικτατορία , φυλακίστηκαν , βασανίστηκαν , εξευτελίστηκαν και αφηγούνται την ιστορία τους.
Στο εαμικό κίνημα η Γυναίκα στάθηκε δίπλα στον άνδρα ισάξια, κρατώντας όπλο, υφιστάμενη ταλαιπωρίες, πηγαίνοντας φυλακή, εξορίες, στο εκτελεστικό απόσπασμα. Δε λύγισε ούτε όταν ως μέσο πίεσης χρησιμοποιήθηκε η αρπαγή των παιδιών από την αγκαλιά της. Και σε καμιά από όλες δεν ανίχνευσα ίχνη φυγοδικίας. Θα έλεγα ότι δύο είναι τα κύρια χαρακτηριστικά τους: το ήθος και το πείσμα τους, δηλαδή η πίστη τους σ’ αυτό που κάνανε. Φυσικά μιλάω για γυναίκες που ήταν μόνο στρατιώτες και όχι στελέχη. Τη δεύτερη περίπτωση δεν τη γνωρίζω, δεν την αγγίζω.
Μέσα στη δικτατορία έχουμε μια άλλη φουρνιά γυναικών που κατά πλειονότητα στελεχώνουν το φοιτητικό κίνημα. Δε βρήκα διαφορές ιδεολογικού προσανατολισμού – κατά την άποψή μου. Η ίδια περηφάνια, το ίδιο ήθος, το ίδιο πείσμα, η ίδια πίστη στον αγώνα για την εδραίωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Το ίδιο αμετανόητες οι άτιμες!
Και μάλιστα θεωρούν τον εαυτό τους συνέχεια των γυναικών της Αντίστασης.
«Είμαστε η συνέχεια των γυναικών της Αντίστασης και η δική μας συνέχεια είναι η σημερινή νεολαία»
H συνέντευξη
Επιμέλεια: Αλίκη Κοσυφολόγου, Μαρία Βλαδιμήροβιτς
Ερ.: Με την ταινία για τις γυναίκες – αγωνίστριες της επταετίας ολοκληρώνετε μια μελέτη για την γυναικεία παρουσία στο εαμικό κίνημα και στον αντιδικτατορικό αγώνα. Αν και τα κινήματα αυτά περιβάλλονται από διαφορετικά ιστορικά, πολιτικά και κοινωνικά συμφραζόμενα, οπωσδήποτε χαρακτηρίζονται και τα δύο από την μεγάλη κοινωνική τους απήχηση, τη μαζικότητα της συμμετοχής καθώς και τον ιδεολογικό τους προσανατολισμό. Θα θέλατε να μας εξηγήσετε με ποιό τρόπο αντιλαμβάνεστε τη γυναικεία παρουσία – συμμετοχή και σε κάθε ένα από αυτά;
Απ.: Και στα δύο αυτά κινήματα παρά τις διαφορές που επισημαίνετε, δυστυχώς, το ζητούμενο είναι το ίδιο, δεν έχει αλλάξει.
Η παρουσία – συμμετοχή της γυναίκας κατά την επταετία σε σχέση με το εαμικό κίνημα δεν είναι μικρότερη γιατί προσμετράται σε αναλογία με την παρουσία του άνδρα την ίδια περίοδο. Η διαφορά υπάρχει στην προέλευση.
Στην πρώτη περίοδο, η Γυναίκα εκπροσωπεί αυτόν τούτον τον ελληνικό λαό που αγωνίζεται για την ελευθερία του από τον κατακτητή και σύσσωμος έχει λάβει μέρος στον αγώνα. Στην δεύτερη περίοδο, η Γυναίκα προέρχεται κατά πλειονότητα από το φοιτητικό κίνημα, τον κύριο όγκο αντίστασης σ’ έναν εισβολέα που έρχεται να στερήσει το αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα της ελευθερίας.
«Τον Ιανούαριο του 1913, ένας κύριος που το διαβατήριό του έφερε το όνομα Σταύρος Παπαδόπουλος (Stavros Papadopoulos) αποβιβάστηκε από το τρένο που ερχόταν από την Κρακοβία στο Βόρειο Τερματικό Σταθμό της Βιέννης».
Αυτή είναι η πρώτη παράγραφος ενός άρθρου, που αναρτήθηκε χθες στην ιστοσελίδα του BBC και τράβηξε την προσοχή μας κυρίως λόγω του ελληνικού ονόματος του μυστηριώδους επιβάτη. Η συνέχεια δεν μας απογοήτευσε -κι ελπίζουμε ότι δεν θ’ απογοητεύσει κι εσάς. Ακολουθεί το άρθρο σε περίληψη και το οποίο δεν είναι άλλο παρά η παρουσίαση μιας εκπομπής που θα μεταδοθεί σήμερα από το Radio 4 του ΒΒC.
«Ο άνδρας αυτός ήταν μελαχρινός, είχε ένα παχύ μουστάκι χωρικού και κρατούσε μια απλή ξύλινη βαλίτσα.
“Kαθόμουν στο τραπέζι”, γράφει εκείνος τον οποίο θα συναντούσε ο Παπαδόπουλος, “όταν χτύπησε η πόρτα και ένας άγνωστος μπήκε στο δωμάτιο. Ήταν κοντός… αδύνατος και το σκουρόχρωμο πρόσωπό του είχε σημάδια από ευλογιά. Τίποτα στην έκφραση των ματιών του δεν φανέρωνε φιλικότητα…”
Αυτός που έγραψε τις πιο πάνω γραμμές ήταν ένας αντικαθεστωτικός Ρώσος διανοούμενος, συντάκτης μιας ριζοσπαστικής εφημερίδας που την έλεγαν Πράβδα (Αλήθεια). Το όνομά του ήταν Τρότσκι. Ο άνθρωπος τον οποίο περιέγραψε δεν ονομαζόταν Παπαδόπουλος. Το όνομά του ήταν Ιωσήφ Βησσαριόνοβιτς Ντζουγκασβίλι, οι φίλοι του τον έλεγαν Κόμπα και σήμερα τον θυμόμαστε ως Ιωσήφ Στάλιν».
Ο Τρότσκι και ο Στάλιν δεν ήταν οι μόνοι που ζούσαν στην ίδια περιοχή, στο κέντρο της Βιέννης το 1913, και οι οποίοι θα άφηναν ένα ισχυρό αποτύπωμα στον αιώνα που πέρασαν. Όπως γράφει ο δημοσιογράφος του BBC Άντι Γουόκερ, στην ομάδα των μετέπειτα διασήμων της Βιέννης συγκαταλέγονται άνθρωποι εντελώς διαφορετικοί μεταξύ τους. Η σύμπτωση είναι γεωγραφική (βλ. χάρτη) και χρονική, όμως δεν είναι σίγουρο ότι αυτοί οι μετέπειτα «επώνυμοι» διασταυρώθηκαν, συναντήθηκαν εκεί (με εξαίρεση τους δύο Ρώσους επαναστάτες).
Ο Φρόιντ που ασκούσε ήδη την ψυχιατρική στην οδό Berggasse της Βιέννης ήταν ήδη καθιερωμένος. Ο νεαρός Τζόσιπ Μπροζ, που εργαζόταν στο εργαζόταν στην αυτοκινητοβιομηχανία Ντέμλερ στο Νόισταντ, ένα προάστιο της Βιέννης, θα γινόταν ο ηγέτης της μεταπολεμικής Γιουγκοσλαβίας, ο Τίτο.
Εκεί ζούσε ένας 24χρονος νεαρός από τη βορειοδυτική Αυστρία που ονειρευόταν να σπουδάσει ζωγραφική στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης, η οποία έκλεισε κατάμουτρα την πόρτα απορρίπτοντάς τον δύο φορές. Το όνομά του ήταν Αδόλφος Χίτλερ και κατοικούσε σε ένα κτίριο με φτηνά ενοικιαζόμενα δωμάτια κοντά στον Δούναβη.
Την 1η Δεκεμβρίου 2012 εγκαινιάστηκε το νέο Μνημείο, Μουσείο και Κέντρο Τεκμηρίωσης για το Ολοκαύτωμα και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, στη θέση Dossin Barracks, στην πόλη Mechelen του Βελγίου.
Το μνημείο του Ολοκαυτώματος αποτίει φόρο τιμής στους Εβραίους θύματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, που μεταφέρθηκαν από τους στρατώνες Dossin, 25, 267 σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία και την Πολωνία.
Στη δεκαετία του 1970 το κτίριο των στρατώνων κατατμήθηκε σε διαμερίσματα-κατοικίες. Σήμερα, στην ίδια περιοχή άνοιξε τις πύλες του το Μνημείο, Μουσείο και Κέντρο Τεκμηρίωσης για το Ολοκαύτωμα και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Ως επικεφαλής του αρχιτεκτονικού γραφείου AWG, ήμουν υπεύθυνος για τον σχεδιασμό του νέου μουσείου καθώς επίσης και για τον ανασχεδιασμό της ευρύτερης περιοχής.(…)
Για όσους από εσάς δεν γνωρίζετε την ιστορία του, στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ανάμεσα στο 1942 και 1945, περισσότεροι από 25.000 άνθρωποι μεταφέρθηκαν από το Dossin στο Auschwitz και στο Birkenau. Μόλις χίλιοι από αυτούς επέστρεψαν. Ήταν, στο μεγαλύτερο μέρος τους, Εβραίοι, ωστόσο αθίγγανοι και ομοφυλόφιλοι μοιράστηκαν την ίδια τύχη – γεγονός που συχνά παραλείπεται. Ο αριθμός αυτός είναι τεράστιος. Έφτασαν πεζοί ή σε φορτηγά αυτοκίνητα και αποχώρησαν σε τρένα τα ίχνη των οποίων βρίσκονται ακριβώς έξω από τους στρατώνες.
Την πολιτική και κοινωνική δράση των ελληνοαμερικανικών κοινοτήτων στο πρώτο μισό του 20ού αιώνα πραγματεύεται το ντοκιμαντέρ Ταξισυνειδησία: η άγνωστη ιστορία του ελληνοαμερικανικού ριζοσπαστισμού. Με αφορμή την ολοκλήρωση του ντοκιμαντέρ, ο Κωστής Καρπόζηλος*, ιστορικός, μεταδιδακτορικός ερευνητής του Πανεπιστημίου Κολούμπια, εμπνευστής και κινητήριος μοχλός της όλης προσπάθειας, αναφέρεται σε όψεις μιας σχετικά «αχαρτογράφητης» και ταυτόχρονα εξαιρετικά ενδιαφέρουσας πτυχής της ιστορίας του εργατικού κινήματος.
Συνέντευξη του Κωστή Καρπόζηλου στον Άκη Παλαιολόγο
Ε. Γ.: Ποιο είναι το θέμα και οι βασικοί συντελεστές του ντοκιμαντέρ;
Κ. Κ.: To ντοκιμαντέρ αναδεικνύει τις πολιτικές και κοινωνικές διεργασίες στις ελληνοαμερικανικές κοινότητες, ξεκινώντας από τις σοσιαλιστικές οργανώσεις των αρχών του 20ού αιώνα και κλείνοντας στα χρόνια του Μακαρθισμού, τα οποία σήμαναν την παρακμή της μακράς παράδοσης του μεταναστευτικού πολιτικού και κοινωνικού ριζοσπαστισμού. Πρόκειται για μια φιλόδοξη παραγωγή που στηρίζεται σε πλούσιο οπτικοακουστικό υλικό από την ιστορία της αμερικανικής Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, ενώ σημαντικό μέρος της έρευνας σχετίζεται με την ενασχόλησή μου με τα ζητήματα αυτά στο πλαίσιο της διδακτορικής μου διατριβής στο Πανεπιστήμιο της Κρήτης. Σκηνοθέτης του ντοκιμαντέρ είναι ο Κώστας Βάκκας, ένας άνθρωπος της Αριστεράς με παρουσία σε πολιτικοποιημένες κινηματογραφικές καταγραφές ιστορικών γεγονότων. Η Μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «Αποστόλης Μπερδεμπές» εξασφάλισε τη χρηματοδότηση του όλου εγχειρήματος –η εταιρεία ιδρύθηκε από φίλους και φίλες του αγωνιστή του αντιδικτατορικού κινήματος στις ΗΠΑ, Αποστόλη Μπερδεμπέ, ο οποίος πέθανε πρώιμα το 1979. Οι άνθρωποι της εταιρείας είχαν γνωρίσει βετεράνους του κινήματος στις Ηνωμένες Πολιτείες τη δεκαετία του 1970 και προσανατολίζονταν στη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ για τη διαδρομή της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς. Κατά συνέπεια, το ντοκιμαντέρ αυτό είναι προϊόν κοινών επιθυμιών, συλλογικής δουλειάς και ευτυχών συμπτώσεων.
Ε. Γ.: Το θέμα του ντοκιμαντέρ είναι σχετικά άγνωστο τόσο για την ελληνική ιστοριογραφία όσο και για την ελληνική Αριστερά. Ποια ήταν τα κίνητρα και ποιοι είναι οι στόχοι της όλης προσπάθειας;
Κ. Κ.: Σωστή παρατήρηση. Η ελληνοαμερικανική ιστοριογραφία έχει υπέρμετρα εστιάσει στις παραδειγματικές περιπτώσεις οικονομικής επιτυχίας των μεταναστών, ενώ συχνά ακόμη και ριζοσπαστικές προσεγγίσεις αδυνατούν να συνδέσουν τις μεταναστευτικές κοινότητες με την ευρύτερη κοινωνική, πολιτική και οικονομική πραγματικότητα των Ηνωμένων Πολιτειών, εμφανίζοντας έτσι τους μετανάστες σε μια ιδιόμορφη «ελληνική» γυάλα. Το ντοκιμαντέρ προτείνει μια εναλλακτική αφήγηση, καταδεικνύοντας τα πολλαπλά νήματα που συνδέουν τους εθνοτικούς προβληματισμούς με τις εκδοχές του πολιτικού και κοινωνικού ριζοσπαστισμού. Πρόκειται εντέλει για την ανάδειξη των ρωγμών, των εσωτερικών αντιθέσεων του ελληνοαμερικανικού κόσμου, αλλά και ταυτόχρονα για την επιστροφή στη συζήτηση του αμερικανικού εργατικού κινήματος γύρω από το ερώτημα της ενοποίησης της εργατικής τάξης, την «ταξισυνειδησία» που λέγαν και οι Ελληνοαμερικανοί, μέσα από την ενσωμάτωση της εθνοτικής διαφοράς. Αυτή η συζήτηση είναι άγνωστη στην ελληνική Αριστερά, η οποία ορισμένες φορές σχηματικά αναπαράγει στερεότυπες αναγνώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, ενώ παραγνωρίζει τις ριζοσπαστικές παραδόσεις των μεταναστευτικών κοινοτήτων και την ίδια τη διαδρομή της ελληνοαμερικανικής Αριστεράς.
-«Είστε νορβηγός;» ρωτά ο κύριος Balloon τον Peer Gynt του Ίψεν, σε ένα εμβληματικό κείμενο του. Κι εκείνος απαντά: «Ναι, εκ γεννήσεως αλλά με κοσμοπολίτικο πνεύμα. Όσον αφορά στην περιουσία την οποία έφτιαξα οφείλω να ευχαριστήσω την Αμερική. Την πλούσια βιβλιοθήκη μου τη χρωστάω στις νέες σχολές της Γερμανίας. Από την άλλη, από τη Γαλλία προμηθεύομαι τα γιλέκα μου, τους τρόπους μου και τον πνευματώδη χαρακτήρα μου, – από την Αγγλία την εργατικότητά μου, και μια οξεία αντίληψη του τι είναι προς όφελός μου. Οι Εβραίοι με έμαθαν την υπομονή. Μια γεύση του ότι μια καλή κουβέντα δεν κοστίζει τίποτα πήρα από την Ιταλία, – και μια φορά, σε ένα επικίνδυνο πέρασμα, για να συμπληρώσω το ζύγισμα των ημερών μου, προσέφυγα στο ατσάλι από τη Σουηδία.» (Πέερ Γκυντ, Πράξη IV)
Ο Ίψεν, που θεωρούσε ότι το να είσαι ποιητής σημαίνει να βλέπεις και το να γράφεις σήμαινε να κλητεύεις εαυτόν σε δίκη και παίζεις τον ρόλο του δικαστή, δύσκολα θα υπεράσπιζε μια δικαιοσύνη στα όρια του «εγώ» ή της ανάπτυξής του, του «εμείς». Δημιούργησε έτσι έναν πολυπολιτισμικό ήρωα μέσα από τον επεξεργασμένο στον αργαλειό του Διαφωτισμού θεατρικό του μύθο. Αλλά στους προγενέστερους μύθους, τους ανεπεξέργαστους αρχαϊκούς μύθους της ανθρωπότητας, αυτούς που σώζονται στα παιδικά παραμύθια (σε αντίθεση με τα ενήλικα παραμύθια μιας πολιτικά ορθής γλώσσας) υπάρχει μια ισχυρή λογική αρνητικής διάκρισης: ο ξένος, του οποίου η όψη (ανάστημα, χρώμα, πολιτιστικά χαρακτηριστικά), οι κοινωνικές συμπεριφορές και οι ηθικές προαιρέσεις θεωρούνται επικίνδυνες, (ή αντίθετα σε πολύ ιδιαίτερες συνθήκες και αφού έχει ταπεινωθεί ή τιμωρηθεί και δεν «επιστρέφει» θεωρούνται πια «αποδεκτές»), στέκεται μονίμως «έξω κι απέναντι» από τα σύνορα του δικού μας κόσμου, της δικής μας ομάδας.
Ίσως δεν υπάρχει χώρος πιο προνομιακός για να φανεί η λειτουργία του από τις αναπαραστάσεις, και μέσα σε αυτές από τη γραφή. Προνομιακός χώρος ανίχνευσης της εικόνας του άλλου και των διαφόρων χαρακτηρισμών είναι η κατεξοχήν μορφή συμβολικής αναπαράστασης, ο χώρος της μυθοπλασίας της λογοτεχνίας, επειδή η γλώσσα της λογοτεχνίας πλούσια σε συνυποδηλώσεις, σε συμβολισμούς, σε μεταφορές και σε σχήματα εικονοποιϊας προσφέρεται κατά κάποιο τρόπο όχι μόνο για την αναπαράσταση της εικόνας του «άλλου» αλλά και για την αναπαραγωγή συμβόλων, στερεοτύπων με ιδιαίτερη ευκολία και άνεση σε ότι συνδέεται ή αφορά σε εθνικές και πολιτιστικές εικόνες (Αμπατζοπούλου Φ., 2001).
Ποιές είναι λοιπόν πλευρές της λογοτεχνικής αναπαράστασης των Εβραίων, που μπήκαν στο δίχως γυρισμό τρένο τον Μάρτη του 43 ταξιδεύοντας από το συγκλονιστικό εκείνη την εποχή (κι εξαιτίας της παρουσίας τους) Μεσογειακό λιμάνι της Σαλονίκης προς έναν φριχτό θάνατο;
Δεν με ενδιέφερε να παρουσιάσω στους μαθητές ένα απλό ιστορικό της εύρεσης και ανάπλασης του κρανίου του κοριτσιού , που οι ερευνητές ονόμασαν Μύρτιδα. Σκέφτηκα ότι έπρεπε να τοποθετήσω την ιστορία του μέσα στην εποχή της. (…)Προσπάθησα να δώσω μια αντιπροσωπευτική εικόνα της Αθήνας του 5ου αι. π.Χ , κατανοητή σε μαθητές της Α΄Γυμνασίου. Σαφώς υπάρχουν ελλείψεις και αδυναμίες. Έτσι δημιούργησα ένα ζευγάρι Αθηναίων και την κόρη τους και μαζί τους ταξιδέψαμε στο παρελθόν…
Το πρώτο μέρος μπορείτε να το διαβάσετε στο ιστολόγιο της ofisofi:
Από τυφοειδή πυρετό πεθαίνουν και σήμερα, 2.500 χρόνια μετά, πεντακόσιες έως επτακόσιες χιλιάδες άτομα το χρόνο.Σχεδόν εννέα εκατομμύρια παιδιά κάτω των πέντε ετών, χάνουν κάθε χρόνο τη ζωή τους από τυφοειδή πυρετό και άλλες νόσους που είναι δυνατόν να προληφθούν και να θεραπευτούν.
Η Μύρτις δεν βρίσκεται πια μόνο «πρόσωπο με πρόσωπο με το παρελθόν», αλλά και πρόσωπο με πρόσωπο με το μέλλον της ανθρωπότητας.» Η Μύρτις υπήρξε ένα παιδί θύμα του λοιμού και θύμα του πολέμου. Χιλιάδες παιδιά σε όλο τον κόσμο βρίσκονται στην ίδια θέση σήμερα. Ας ακούσουμε τη φωνή της και ας αγωνιστούμε να φτιάξουμε έναν καλύτερο κόσμο:
»Ο θάνατός μου ήταν αναπόφευκτος. Τον 5ο αιώνα π.Χ. δεν είχαμε ούτε τη γνώση ούτε τα μέσα για την καταπολέμηση θανατηφόρων ασθενειών. Όμως εσείς, οι άνθρωποι του 21ου αιώνα, δεν έχετε καμία δικαιολογία. Διαθέτετε όλα τα απαραίτητα μέσα και πόρους για να σώσετε τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων, εκατομμυρίων παιδιών που όπως εγώ πεθαίνουν από αρρώστιες οι οποίες μπορούν να προληφθούν και να θεραπευτούν….»
Χιλιάδες χρόνια μετά οι αρχαιολόγοι το 1994-5, ανέσκαψαν έναν ομαδικό τάφο στην περιοχή του Κεραμεικού, κατά τη διάρκεια των σωστικών ανασκαφών που πραγματοποιούνταν όταν κατασκευαζόταν το Μετρό στην Αθήνα .
Αεροφωτογραφία της περιοχής του Κεραμεικού, με τον αρχαιολογικό χώρο αυτού (αριστερά) και το νεκροταφείο του (πάνω δεξιά).
Αρχαιολόγος είναι η Έφη Μπαζιωτοπούλου-Βαλαβάνη . Σύμφωνα με την εκτίμησή της οι πρώτες ταφές έγιναν ακανόνιστα αλλά με σχετική ευρυχωρία, σε μια προσπάθεια εκμετάλλευσης του σχεδόν κυκλικού χώρου του ορύγματος.
Το σχέδιο της πρώτης ομαδικής ταφής
«Ανάμεσα στους πρώτους νεκρούς έριξαν και λίγα κτερίσματα. Κατά τόπους και όπου έκριναν αναγκαίο, πετούσαν και μερικές φτυαριές χώματος, τουλάχιστον στην αρχή» ανέφερε η αρχαιολόγος
Αγγεία της ομαδικής ταφής.
Αργότερα, όπως τόνισε, οι ταφές πυκνώνουν και ο χώρος μεταξύ των νεκρών μειώνεται, έτσι ώστε να κερδίζεται χώρος για όσο το δυνατόν περισσότερους νεκρούς.
«Σε αυτήν τη φάση θάβουν και παιδιά, ενώ στα οκτώ βρέφη προσφέρουν ιδιαίτερη μέριμνα και τα τοποθετούν σε ξεχωριστές θήκες, σαν να πρέπει να τα προστατεύσουν από αυτή καθαυτή τη χύδην ταφή» υπογράμμισε η κ. Μπαζιωτοπούλου-Βαλαβάνη, σημειώνοντας πως «μερικοί στο τέλος ήταν θαμμένοι ακόμη και σε επικλινή στάση, σχεδόν ανορθωμένοι».
Στον τάφο αυτό ήταν θαμμένα γύρω στα 150 άτομα, ενήλικες και παιδιά, που είχαν πεθάνει από τον λοιμό που έπληξε την Αθήνα από το 430 έως το 426π.Χ., δηλ. στα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού Πολέμου.
Ανάμεσα στους νεκρούς του τάφου υπήρχε και το κρανίο ενός μικρού κοριτσιού, 11 χρονών περίπου.
To κρανίο ήταν σε πολύ καλή κατάσταση. Η κάτω γνάθος διατηρημένη και η μόνιμη οδοντοφυΐα συνυπάρχει με τη νεογιλή. Αυτά τα στοιχεία έδωσαν την ιδέα στον επ. καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών Μανώλη Παπαγρηγοράκη να αναπλαστεί το κεφάλι του κοριτσιού. Η ερευνητική ομάδα τη βάφτισε με το όνομα Μύρτις, «ένα δισύλλαβο και εύηχο όνομα, που υπάρχει ακόμα με διαφορετική κατάληξη».
Για την ανάπλαση του προσώπου δημιουργήθηκε πιστό αντίγραφο του κρανίου, που στάλθηκε στον γλύπτη κ. Όσκαρ Νίλσον, ο οποίος και έδωσε στο πρόσωπο την τελική του μορφή.
Κι εμείς, εδώ, αγαπάμε και εκτιμάμε τον ποιητή, λογοτέχνη, θεατρικό συγγραφέα και αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, Γιώργο Κοτζιούλα, και έχουμε σκύψει (λίγο, όμως, το ομολογούμε) επάνω στο έργο του. Πολύ περισσότερο έχουν σκύψει οι φίλοιΝίκος Σαραντάκος και Σοφία Κολοτούρου. Μπορείς να δείτε πολλά δείγματα της εργασίας τους, εδώ στον ιστότοπο του Νίκου, εδώ στο ιστολόγιό του, εδώ στην ιστοσελίδα της Σοφίας και εδώ σε μια από κοινού εργασία τους.
Η δική μας μικρή συνεισφορά, λοιπόν, ένα άγνωστο ποίημα του Γιώργου Κοτζιούλα (“αθησαύριστο“, μας είπε ο Νίκος), και μάλλον αλλιώτικο σε σχέση με τα όσα ξέραμε. Προέρχεται από το αναγνωστικό του 1944, Γ’ και Δ’ τάξης με τίτλο “Τα Αετόπουλα“, το οποίο μαζί με το αντίστοιχο για την Ε’ και Στ’ τάξη με τίτλο “Ελεύθερη Ελλάδα“, έμειναν γνωστά ως “τα αναγνωστικά της ΠΕΕΑ“, τα επονομαζόμενα και “αναγνωστικά του βουνού“. Το ποίημα έχει τίτλο “Ελληνόπουλα“.
Τα αναγνωστικά αυτά γράφτηκαν και εκδόθηκαν από τις 20 Αυγούστου 1944 ως τις 20 Σεπτεμβρίου 1944, στην ελεύθερη Ελλάδα, στα πλαίσια του “Σχεδίου για μια λαϊκή παιδεία” που εκπονήθηκε από τις προοδευτικές αντιστασιακές δυνάμεις, που έδρασαν στους ορεινούς όγκους της Στερεάς Ελλάδος, και εντάσσονταν στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της Πανελλήνιας Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) για την παιδεία. Μια «άλλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» που τελικά δεν έγινε. Η έκδοση των νέων αναγνωστικών, που γράφτηκαν στη δημοτική γλώσσα και μοιράστηκαν -για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους- δωρεάν σε 100.000 αντίτυπα στα Ελληνόπουλα της Ελεύθερης Ελλάδας, υπήρξε αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας των εκπαιδευτικών των Παιδαγωγικών Φροντιστηρίων Τύρνας και Καρπενησίου. Αυτά τα δύο Παιδαγωγικά Φροντιστήρια, -ένα στο Καρπενήσι, (που τον Αύγουστο υποχρεώθηκε να μεταφερθεί στο Τροβάτο) και ένα στην Τύρνα της Θεσσαλικής Πίνδου- είχαν ιδρυθεί, με απόφαση της ΠΕΕΑ στις 8 Ιουνίου 1944 και είχαν στόχο την εκπαίδευση δασκάλων και δασκαλισσών για τα σχολεία της περιοχής.
«Δίχως Ιστορία, η εξουσία μας οδηγεί εκεί που θέλει».H. Zinn
Με αφορμή τη σημερινή εθνική επέτειο αναρωτιέται κανείς, αν ο τρόπος που γιορτάζεται, δίνει τη δυνατότητα για αναστοχασμό, τόσο για τις ιστορικές συνθήκες και τον χαρακτήρα της επανάστασης του 1821, όσο και για τη σύνδεση τους με τη σύγχρονη εποχή; Μήπως, άραγε, οι τυπικές και μονόπλευρες γιορταστικές εκδηλώσεις, όχι μόνον αμβλύνουν την ιστορική μνήμη και παραχαράσσουν την ιστορική πραγματικότητα, αλλά διευκολύνουν τους κυρίαρχους να διαμορφώσουν μια κοινωνία λήθης και αδράνειας, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους;
Στρατοκρατία και παρελάσεις
Είναι αλήθεια ότι μέσα από τις ωραιολογίες των πανηγυρικών της ημέρας και τις τυπικές τελετές, μέσα σε ένα τεχνητό κλίμα εθνικής έξαρσης και ευφορίας που διευκολύνει την έντονη ενεργοποίηση του συναισθήματος και τον παραγκωνισμό της κριτικής σκέψης, οι ιστορικές αλήθειες κλειδώνονται στο χρονοντούλαπο της ιστορίας και αντικαθίστανται από εθνικούς μύθους και στερεότυπα. Από αυτού του είδους τις τελετές ξεχωρίζουν οι παρελάσεις που σε φαντασιακό και πραγματικό επίπεδο αποτελούν μια λατρευτική εκδήλωση του έθνους που μπορεί δήθεν να μας ενώσει όλους και να μας κάνει να ξεχάσουμε τις ταξικές ή άλλες διαφορές, υπενθυμίζοντας και προβάλλοντας το κοινό ένδοξο παρελθόν και το εθνικό συμφέρον.
Ειδικότερα οι παρελάσεις απλώνουν τις ρίζες τους στον προηγούμενο αιώνα. Τα σχολεία εμφανίζονται παραταγμένα στην εθνική γιορτή της 25ης Μαρτίου 1924 που συνέπιπτε με την ανακήρυξη της Δημοκρατίας. Όμως για πρώτη φορά η μαθητική παρέλαση παίρνει χαρακτήρα επίσημο και συμπληρωματικό ως προς τη στρατιωτική , από το 1936. Τον Μάρτιο παρελαύνουν τα σχολεία επικεφαλής της πομπής, μπροστά στον Μεταξά και τον Βασιλιά. Το καθεστώς της 4ης Αυγούστου θα ασχοληθεί ιδιαίτερα με την ανάπτυξη της στρατιωτικής συνείδησης της νεολαίας και θα χρησιμοποιήσει γιορτές και παρελάσεις ως όργανα για τους σκοπούς του. Από τότε η σχολική παρέλαση συνδέθηκε απόλυτα με την στρατιωτική και ούτε οι κυβερνήσεις της μεταπολίτευσης δε διανοήθηκαν να αμφισβητήσουν την αναγκαιότητα των υποχρεωτικών παρελάσεων.
Από το 1830 που αναγνωρίστηκε η ανεξαρτησία του νέου εληνικού κράτους, ή πιο σωστά από το 1838 , που η 25η Μαρτίου καθιερώθηκε ως εθνική επέτειος και άρχισε να γιορτάζεται και επισήμως,εκφωνήθηκαν αμέτρητοι λόγοι για την λαμπρή αυτή ημέρα.
Εμπνευσμένοι αλλά και λιγότερο δεινοί ρήτορες σ’ όλα αυτά τα χρόνια, σπατάλησαν τον πολύτιμο ή μη χρόνο τους προσπαθώντας να συγγράψουν ένα λόγο, που να συναρπάζει τους ακροατές, να τους μεταφέρει το μήνυμα της ημέρας, αποφεύγοντας όμως τις κοινοτοπίες και τις τετριμμένες εκφράσεις.
Από τότε μέχρι και σήμερα, κάθε που πλησιάζει η επέτειος, οι άνθρωποι, που προσφέρονται ή ορίζονται να εκφωνήσουν λόγο για την 25η Μαρτίου, αγωνίζονται να συγγράψουν ένα κείμενο πανηγυρικό αλλά όχι και για τα… πανηγύρια.
Πολλοί απ΄αυτούς πέφτουν σε writer’s block και περνάνε πολλές ώρες αντιμέτωποι με μια κατάλευκη σελίδα, πριν καταφύγουν σε κάποιο παλαιότερο λόγο ή σε κάποιο “τυφλοσούρτη”, σε κάποιο δηλαδή βιβλίο με έτοιμες ομιλίες.
Η εφημερίδα “Σκριπ”, που ξεκίνησε ως εβδομαδιαίο σατυρικό έντυπο τον Αύγουστο του 1893 και εξελίχτηκε αργότερα σε καθημερινή πολιτική εφημερίδα, διέγνωσε νωρίς το πρόβλημα αυτό και σκέφτηκε να βοηθήσει στην επίλυσή του.
Έτσι,με την πρώτη ευκαιρία,στις 27 Μαρτίου του 1894, δημοσίευσε ένα ποιητικό…τσελεμεντέ, μια συνταγή για την συγγραφή πετυχημένων επετειακών λόγων, που φέρει την υπογραφή ΝΙΚΜΑΝ.
Απολαύστε το.
Συνταγή προς κατασκευήν πανηγυρικών λόγων διά κάθε 25 Μαρτίου
Λάβε τσαπράζια αρκετά, φλοκάτας άλλας τόσας,
σμίξον λερών φουστανελλών ολίγας δωδεκάδας,
λημέρια από τον Κίσσαβο, ρεματαριαίς της Όσσας,
γολέττας τρίψον έπειτα και Τουρκικάς αρμάδας
επίπασον με φλάμπουρα και κάμποσα μιλιόνια,
θες κορφοβούνια περισσά και κλέφτικα λημέρια,
κουφάρια Τούρκων άπειρα, μπάλες, σπαθιά, τρομπόνια,
ολίγες τσακμακόπετρες και αδειανά κεμέρια.
Το μίγμα τέλος ράντισον μ’ ελευθεριάς κλωνάρια,
κάν’ το σαλάτα, φόρεσε, αν έχης, τα καλά σου,
σ’ ένα μπαλκόνι άναψε κεράκια και φανάρια,
σερβίρισέ το απ΄εκεί… και κάνεις τη δουλειά σου !
ΝΙΚΜΑΝ
Μικρό γλωσσάρι
Γολέττα (η): είδος ιστιοφόρου πλοίου. Επιπάσσω: πασπαλίζω Κεμέρι (το): ένα είδος δερμάτινης ζώνης που φορούσαν οι χωρικοί, που μέσα έβαζαν τα λεφτά τους. Μιλιόνι (το): είδος εμπροσθογεμούς τουφεκιού που χρησιμοποιήθηκε και το 1821 Μπάλα (η): βόλι, βλήμα τουφεκιού. Τρομπόνι (το): είδος εμπροσθογεμούς τουφεκιού, που η κάνη του άνοιγε προς τα μπρος, σαν χωνί. Τσαπράζια (τα): ασημένια κοσμήματα της παλιάς εθνικής ανδρικής ενδυμασίας, που φοριούνται σταυρωτά. Φλάμπουρο (το) : πολεμική σημαία. Φλοκάτα (η): χοντρό φλοκωτό πανωφόρι των χωρικών.
Ο Καρλ Μαρξ ήταν εκείνος ο οποίος έδωσε στη λέξη «ριζοσπάστης» ένα βαθύ νόημα, που στις μέρες μας φανερώνεται από πολλές απόψεις εξαιρετικά επίκαιρο. Το 1843, στην «Κριτική της εγελιανής φιλοσοφίας του κράτους και του δικαίου», ο 25χρονος Μαρξ σημείωνε ότι η θεωρία, για να μπορέσει να γίνει υλική δύναμη, πρέπει να κατακτήσει τις μάζες. Και προκειμένου να κατακτήσει τις μάζες πρέπει να γίνει ριζοσπαστική. Ο Μαρξ διευκρίνιζε: «Ριζοσπαστική σημαίνει να πιάνει τα πράγματα από τη ρίζα. Η ρίζα όμως για τον άνθρωπο είναι ο ίδιος ο άνθρωπος». Ο ριζοσπαστισμός του νεαρού Μαρξ οδηγούσε στη διδαχή «ότι ο άνθρωπος είναι το υπέρτατο ον για τον άνθρωπο, δηλαδή στην κατηγορική επιταγή της ανατροπής όλων των σχέσεων που κάνουν τον άνθρωπο ένα ον ταπεινωμένο, υποδουλωμένο, εγκαταλειμμένο, περιφρονημένο». Ο ώριμος Μαρξ έστρεψε το ερευνητικό του βλέμμα στις βαθύτερες ρίζες της κοινωνικής πραγματικότητας και ανέλυσε τους μηχανισμούς παραγωγής και αναπαραγωγής του καπιταλιστικού συστήματος. Ενα παρόμοιο κριτικό βλέμμα στη σύγχρονη παγκόσμια κοινωνία χρειαζόμαστε και σήμερα. Αυτό υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, ο Πιέρο Μπεβιλάκουα στο βιβλίο του «Elogio della radicalità» (Laterza, 2012). Ο Μπεβιλάκουα είναι καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης La Sapienza. Το άρθρο του που ακολουθεί δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Il Manifesto».
Από τον Θανάση Γιαλκέτση
Habent sua fata verba. Ακόμα και οι λέξεις έχουν τη δική τους μοίρα στο θορυβώδες σύμπαν της δημόσιας συζήτησης. Ο όρος μετριοπαθής, για παράδειγμα, είναι από εκείνους που φαίνεται να χαρίζουν μιαν άφθαρτη εύνοια, η οποία διαρκώς ανανεώνεται. Γιατί όμως ο όρος μετριοπαθής απολαμβάνει τόση δημόσια εύνοια; Αυτός ο όρος εισπράττει καταχρηστικά τα αναμφίβολα προτερήματα της ηθικής αρετής που όριζε αρχικά. Η μετριοπάθεια είναι μια αξιέπαινη ιδιότητα του σοφού και πράου ανθρώπου, ο οποίος αποφεύγει τις υπερβολές.
Πρόκειται για ένα ιδεώδες ανθρωπιάς που ο ρωμαϊκός πολιτισμός προέτασσε στην ιεραρχία των αξιών του. Αλλά η μετάβαση από την ηθική του ανθρώπου στην πολιτική πάλη και στη στρατηγική των κομμάτων δεν φαίνεται να αφήνει αναλλοίωτη αυτή τη θαυμαστή αρετή. Γιατί η πολιτική μετριοπάθεια σήμερα δεν είναι αρετή, αλλά είναι αντίθετα η προφανής διαστρέβλωση μιας μεταρρυθμιστικής πολιτικής; Αυτά που της δίνουν αυτόν τον στρεβλό χαρακτήρα είναι πολλά και πολύπλοκα φαινόμενα, που μπορεί να συνοψιστούν στον μετασχηματισμό που έχουν υποστεί τα πολιτικά κόμματα. Ολα πράγματι τα κόμματα –με εξαίρεση εκείνα που ορίζονται ριζοσπαστικά- αναζητούν σήμερα το «κέντρο», έτσι όπως κάποτε οι μεσαιωνικοί ιππότες αναζητούσαν το ιερό δισκοπότηρο. Αποβλέπουν, δηλαδή, στο να τοποθετηθούν σε μιαν ενδιάμεση θέση, μεταξύ των κοινωνικών τάξεων, με σκοπό να αντιπροσωπεύουν τα «μεσαία» συμφέροντα, που φαντάζονται ότι είναι κυρίαρχα στην κοινωνία. Είναι μια επιλογή που στοχεύει στην εκλογική επιτυχία και που δεν διαθέτει κανένα σχέδιο μετασχηματισμού της κοινωνίας.
Λουίς Ντυπρέ, “Η κατάληψη του κάστρου των Σαλώνων”, 1825
Πηγή:ΕΝΘΕΜΑΤΑ
του Χρήστου Τριανταφύλλου
Στα νεοτερικά κράτη, οι εθνικές επέτειοι κατέχουν σημαίνουσα θέση: εμπεδώνουν το κοινωνικό statusquo, συμβάλλουν στην αποκρυστάλλωση των εθνικών μύθων, ενισχύουν το εκάστοτε κρατικό εθνικό αφήγημα. Όντας πολιτικές τελετουργίες μαζικού χαρακτήρα, μπορούν να ιδωθούν κατεξοχήν ως μια πυκνή και σημαίνουσα δομή που αφορά το συλλογικό παρελθόν και την σχέση της κοινωνίας με αυτό. Είναι, δηλαδή, νευραλγικοί δείκτες της ιστορικής κουλτούρας μιας εποχής και πολύτιμες ενδείξεις για την δημόσια χρήση της ιστορίας. Όταν, μάλιστα, οι επέτειοι αφορούν γεγονότα ενός παρελθόντος αρκετά κοντινού ώστε να υπάρχει αρκετό διαθέσιμο πληροφοριακό υλικο και ταυτόχρονα αρκετά μακρινού ώστε να μπορεί να συγκριθεί με πιο πρόσφατες περιόδους, τότε το θέμα γίνεται αμέσως πολύ πιο ενδιαφέρον.
Η περίπτωση στην οποία θα αναφερθώ είναι ο εορτασμός από τα 100 χρόνια της ελληνικής ανεξαρτησίας, το 1930. Ο σχεδόν εντελώς ανεξερεύνητος από την ιστοριογραφία εορτασμός αυτός, αποτελεί ουσιαστικά την κατάληξη του σχεδιαζόμενης ως γιορτής για την εκατονταετηρίδα από την έναρξη της Επανάστασης του 1821: οι επιπλοκές της Μικρασιατικής Εκστρατείας, αποτρέπουν τον προγραμματισμένο εορτασμό του 1921, με αποτέλεσμα να μετατεθεί με τον νόμο 3009/1922 το μεγάλο γεγονός για το 1930. Μετά από μια μακροχρόνια αναμονή, κατά την οποία οι αναφορές στο θέμα δεν είναι τόσο πυκνές, ανασυστήνεται τον Δεκέμβριο του 1928 η «Κεντρική Επιτροπή προς εορτασμόν την Εκατονταετηρίδος της Ελληνικής Παλιγγενεσίας». Επικεφαλής τίθεται συμβολικά ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αλέξανδρος Ζαΐμης, ενώ η θεματική του εορτασμού μετατοπίζεται στην ελληνική ανεξαρτησία και όχι πλέον στην έναρξη της Επανάστασης.
Οι εορτασμοί ξεκινούν στις 25 Μαρτίου και διαρκούν καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, με έμφαση όμως σε αυτούς που πραγματοποιούνται την πρωτεύουσα, οι οποίοι είναι και οι μεγαλοπρεπέστεροι. Πέρα από το συμβολικό βάρος που έχει η Αθήνα, πρέπει να λάβουμε υπόψη και την χρονική συγκυρία: πρόκειται για μία περίοδο κατά την οποία ο εθνικός χώρος βρίσκεται σε διαδικασία σταδιακής ομογενοποίησης και πολιτισμικής ενοποίησης – οι «Νέες Χώρες», άλλωστε, ενσωματώθηκαν στο ελληνικό κράτος μόλις 17 χρόνια πριν. Έτσι, οι εορτασμοί της πρωτεύουσας, οι οποίοι διαρκούν περίπου έναν μήνα, συγκεντρώνουν την μεγαλύτερη φροντίδα της βενιζελικής κυβέρνησης της «Μεγάλης Τετραετίας» 1928-1932. Παράλληλα, βέβαια, πραγματοποιούνται και μικρότερης έκτασης εορτασμοί στην επαρχία, οι οποίοι συνίστανται κυρίως στην δημιουργία ενός ευρέως δικτύου συλλογικής μνήμης που αφορά το 1821: εκατοντάδες προτομές, ανδριάντες και άλλα μνημεία ανεγείρονται είτε κατά το εορτάσιμο έτος, είτε εν αναμονή του, σε ολόκληρη την χώρα.
Η Παρισινή Κομμούνα (ντοκιμαντέρ -ελληνικοί υπότιτλοι)
Οπως και νάναι, αυτή η τωρινή εξέγερση του Παρισιού – ακόμα κι αν υποκύψει στους λύκους, τα γουρούνια και τα παλιόσκυλα της παλιάς κοινωνίας – είναι το πιο ένδοξο κατόρθωμα του κόμματός μας ύστερα από την παρισινή εξέγερση του Ιούνη(1848) Ας συγκρίνει κανείς μ’ αυτούς τους παρισινούς που κάνουν έφοδο ακόμα και στον ουρανό, τους δούλους της γερμανο-πρωσικής ιερής ρωμαϊκής αυτοκρατορίας με τις μεταθανάτιες μασκαράτες της, που μυρίζουν στρατώνα, εκκλησία, επαρχιώτικη αριστοκρατία και πάνω απ’ όλα φιλισταϊσμό.
(Από την επιστολή του Μαρξ στον Κούγκελμαν,Λονδίνο 12 Απρίλη 1871, Διαλεχτά Εργα τόμ. 2, σελ. 542-545)
Το νέο ντοκιμαντέρ του Στέλιου Κούλογλου συμμετέχει στο 15ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, όπου θα προβληθεί στην αίθουσα «Τόνια Μαρκετάκη»,την Τρίτη 19/03 στις 22:30 και την Πέμπτη 21/03 στις 15:00.
Θα προβληθεί επίσης στους κινηματογράφους:
Αθήνα: Από 21 Μαρτίου στο Ααβόρα (τέρμα Ιπποκράτους) Θεσσαλονίκη: Από 2 Απριλίου, στο Φαργκάνη (Καμάρα)
Πρεμιέρα στο Φεστιβάλ ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης και στις κινηματογραφικές αίθουσες, κάνει την επόμενη εβδομάδα η νέα ταινία του Στέλιου Κούλογλου. Με αφορμή την άνοδο της Χρυσής Αυγής στις τελευταίες εκλογές, το μεγάλου μήκους (90 λεπτά) ντοκιμαντέρ που έχει τίτλο Νεοναζί: Το Ολοκαύτωμα της Μνήμηςερευνά τη μνήμη, τη λήθη και την ιστορική αλήθεια στην σύχρονη Ελλάδα, μέσα από τα μάτια των μαθητών ενός Λυκείου, στο Δίστομο. Συγκλονιστικές μαρτυρίες από τις σφαγές των γερμανικών στρατευμάτων κατοχής και των συνεργατών τους, που θέλουν να πάρουν την ρεβάνς για την ήττα του ναζισμού, 70 χρόνια πριν.
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ
Μια μέρα μετά τις εκλογές του περασμένου Μαΐου, η είδηση κάνει τον γύρο των τηλεοπτικών σταθμών: η Χρυσή Αυγή έλαβε 1.000 ψήφους στα μαρτυρικά Καλάβρυτα και Δίστομο. Δυο πόλεις που σημαδεύτηκαν από τη ναζιστική θηριωδία, παρουσιάζονται να νομιμοποιούν με την ψήφο τους, τους «πολιτικούς απογόνους» των δολοφόνων τους, σύμφωνα με τα ΜΜΕ. Τις αμέσως επόμενες μέρες, στην ερώτηση αν είναι νεοναζί και σχετίζονται με τον Χίτλερ, οι εκπρόσωποι της Χρυσής Αυγής απαντούν: «οι δημότες στα Καλάβρυτα και το Δίστομο απάντησαν ήδη, με την ψήφο τους». Η ιστορική μνήμη έχει εξασθενίσει ή πρόκειται για μια κατασκευασμένη είδηση;
Η απάντηση βρίσκεται στο Λύκειο Διστόμου, όπου οι μαθητές του παρακολουθούν ένα ντοκιμαντέρ για τα ναζιστικά εγκλήματα στα Καλάβρυτα, στον Χορτιάτη και στο Άουσβιτς. Η συζήτηση που ακολουθεί γρήγορα επεκτείνεται, σε θέματα όπως η αντίσταση στην γερμανική κατοχή. Μήπως έχουν δίκιο όσοι υποστηρίζουν ότι αν οι αντάρτες δεν προκαλούσαν με την δράση τους, τους Γερμανούς, δεν θα υπήρχαν και Ολοκαυτώματα;
Αυτή την τελευταία άποψη υποστηρίζει ο γιος ενός διαβόητου Έλληνα δωσίλογου. Ο πατέρας, υπουργός Προπαγάνδας στην κυβέρνηση Τσιρονίκου – την τελευταία φιλοναζιστική κυβέρνηση φάντασμα – το έσκασε το 1944 συνοδεύοντας τα γερμανικά στρατεύματα που αποχωρούσαν. Ο γιος ήταν υποψήφιος του ΛΑΟΣ στις εκλογές και τώρα προσχώρησε στην Χρυσή Αυγή.
Πίσω στο Λύκειο του Διστόμου, οι μαθητές έρχονται αντιμέτωποι με μια ιστορική αλήθεια: δεν υπήρξαν μόνο Έλληνες θύματα, αλλά και Έλληνες που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. Από το ντοκιμαντέρ που παρακολουθούν, μαθαίνουν ότι τα Τάγματα Ασφαλείας και όχι οι Γερμανοί, έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην σφαγή στο Χορτιάτη και συμμετείχαν στη σφαγή στην ίδια την πόλη τους.
Στην προσπάθεια του ιστολογίου να παρουσιάζει άγνωστες ιστορίες και πρωτότυπο υλικό, εγκαινιάζουμε σήμερα, με μεγάλη μας χαρά, τη συνεργασία μας με έναν καταπληκτικό ερευνητή, τον φίλο Γιώργο Βραζιτούλη από το Βερολίνο (Περισσότερα για τον Γιώργο Βραζιτούλη στο τέλος του παρόντος κειμένου). Στην πρώτη του συνεργασία με το ιστολόγιό μας, φέρνει στο φως για πρώτη φορά άγνωστα μέχρι σήμερα γεγονότα από την εποχή του Εμφύλιου: Τις επισκέψεις ελληνικών αντιπροσωπειών του ΔΣΕ στο Ανατολικό Βερολίνο και σε άλλες πόλεις της (τότε) Ανατολικής Γερμανίας το 1949 (η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας ιδρύθηκε μερικούς μήνες αργότερα, στις 7 Οκτωβρίου 1949). Στις 19+2 σπάνιες φωτογραφίες από τα γερμανικά κρατικά αρχεία εμφανίζονται πρόσωπα της μεταπολεμικής ιστορίας της Ελλάδας (Γρηγόρης Φαράκος, Πέτρος Κόκκαλης κ.ά.), αλλά και απλοί (“άγνωστοι”) μαχητές του ΔΣΕ. Η επίσκεψη πραγματοποιείται, ενώ το Δυτικό Βερολίνο βιώνει τον ιστορικό αποκλεισμό του και οι έλληνες αντάρτες εξαπολύουν την τελευταία και καθοριστική επίθεσή τους.
Στρατηγοί και αντάρτες του Δημοκρατικού Στρατού στην Ανατολική Γερμανία, 1949
Του Γιώργου Μ. Βραζιτούλη, Βερολίνο
[Επεξεργασμένη αναδημοσίευση του ειδικού αφιερώματος από την εφημερίδα Ηπειρωτικός Αγών, από την 10η Ιουνίου 2010]
Από την κεντρική εκδήλωση στη Κρατική Όπερα του Βερολίνου (30.1.1949). (Από αριστερά προς τα δεξιά): Σικαβίτσας, Υποστράτηγος Λάμπρος (Κανακαρίδης), Πέτρος Κόκκαλης, Ερνστ Κρίγκερ (γεν. γραμματέας της Επιτροπής Βοήθειας στη Δημοκρατική Ελλάδα), Αντιστράτηγος Κικίτσας (Πρωτόπαππας). Πίσω τους η χορωδία του FDJ.
Τον Ιανουάριο του 1949 μια ελληνική αντιπροσωπεία καταφθάνει στο ανατολικό Βερολίνο και γίνεται δεκτή με τιμές από την γερμανική ηγεσία της τότε Σοβιετικής Ζώνης Κατοχής (η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας ιδρύθηκε μερικούς μήνες αργότερα, στις 7 Οκτωβρίου 1949). Η αντιπροσωπεία αυτή αποτελείται από τον γιατρό Πέτρο Κόκκαλη, Υπουργό Παιδείας και Υγιεινής της λεγόμενης Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης της Ελλάδας, τον αντιστράτηγο του Δημοκρατικού Στρατού της Ελλάδας (ΔΣΕ) Κικίτσα (Σαράντη Πρωτόπαπα), τον υποστράτηγο Λάμπρο (Νίκο Κανακαρίδη) και τον δάσκαλο Αντώνη (Αντον) Σικαβίτσα, με την ιδιότητα του μέλους του κεντρικού συμβουλίου της σλαβομακεδονικής οργάνωσης “Λαϊκό Απελευθερωτικό Μέτωπο” (ΝΟΦ), που αγωνίζονταν στις γραμμές του ΔΣΕ.
Σκοπός της επίσκεψης αυτής είναι η τόνωση της βοήθειας, που παρείχε το ανατολικογερμανικό κομμουνιστικό κόμμα SED προς τον ΔΣΕ, μέσω μιας διαφημιστικής εκστρατείας για τον αγώνα των ανταρτών στα ελληνικά βουνά. Την αντιπροσωπεία συνόδευε σε όλη την διάρκεια της παραμονής της στη χώρα, στις διάφορες περιοδείες και εκδηλώσεις, ο δημοσιογράφος Θανάσης Γεωργίου, ο οποίος είχε σταλθεί εκεί μερικές μέρες νωρίτερα από το Γράμμο, όπου υπηρετούσε. (Μαζί με τον συγγραφέα Δημήτρη Χατζή και άλλους διανοούμενους, όπως ο Μάνος Ζαχαρίας, ο Γιώργος Σεβαστίκογλου, ο Αλέξης Πάρνης, ο Τάκης Αδάμος, ο Παρίσης Αγγελίδης, ο Σπύρος Μονδάνος κ.α., αποτελούσαν το δημοσιογραφικό επιτελείο του ΔΣΕ). Ο Θανάσης Γεωργίου, ο οποίος ζει σήμερα (Φεβρουάριος 2013) 98ετής στο Βερολίνο, ήταν τότε και για τα δυο επόμενα χρόνια, ο άτυπος εκπρόσωπος του ΚΚΕ στην Ανατολική Γερμανία.
Από φυλλάδιο του Dave Marson, που εκδόθηκε από το History Workshopτο1973.Μετάφραση και προσαρμογή της lascapigliataαπό libcom.org
Το καταπληκτικό φυλλάδιο του 1973 τoυ Dave Marson για τις ελάχιστα γνωστές μαζικές αποχές μικρών μαθητών στο Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιρλανδία το 1911, την ίδια χρονιά, των μαζικών αναταραχών και απεργιών. Τα αιτήματα τους περιλαμβάνουν λιγότερες ώρες και το τέλος της σωματικής τιμωρίας, με τη βέργα και τη ζώνη.
Οι παιδικές απεργίες του 1911, όπως δείχνει ο Dave Marson στο φυλλάδιο του, ήταν μέρος του μεγαλύτερου ξεσηκωμού της εργατικής τάξης, του σημαδιακού έτους του 1911. Η αναταραχή στη βιομηχανία έχει περιγραφεί αρκετές φορές : οι σχολικές απεργίες είναι ανακάλυψη του ίδιου του Dave Marson. Έπεσε πάνω τους τυχαία, όταν ερευνούσε την ιστορία των δικών του ανθρώπων, τους λιμενεργάτες του Hull. Ερεύνησε το κίνημα σε όλη τη χώρα, και τα έθεσε μέσα σε σχολικό όσο και κοινωνικό πλαίσιο. Ο συγγραφέας είναι ένας εργαζόμενος λιμενεργάτης, που ήταν μαθητής στο Ruskin το 1970-2.
Πρόλογος: Σεπτέμβριος 2011
Βρήκα τυχαία τις παιδικές απεργίες του 1911. Ερευνούσα την απεργία των λιμενεργατών του Hull το 1911, και διαβάζοντας τις εφημερίδες αυτής της χρονιάς, εντόπισα μια μικρή παράγραφο, σχετικά με την απεργία των παιδιών του Hull, που έλαβε χώρα το Σεπτέμβριο του 1911. Έμοιαζε με ευτράπελο, μια αντανάκλαση της έκτασης της εργατικής αναταραχής εκείνης της εποχής. Αυτό που μου έκανε πιο πολύ εντύπωση ήταν η ιστορία ενός αστυνομικού, που ανέβηκε στο ποδήλατο του και εφόρμησε στη πικετοφορία, που είχαν σχηματίσει οι μικροί μαθητές έξω από το σχολείο.
Ψάχνοντας άλλη μια εφημερίδα του Hull ανακάλυψα ένα πρωτοσέλιδο. Η εφημερίδα απαριθμούσε όλες τις διαφορετικές ομάδες εργατών που απεργούσαν στο Hull εκείνο το καλοκαίρι – εργάτες τσιμέντου, εργάτριες εργοστασίου, ναυτικοί και λιμενεργάτες – και συνέδεε τις σχολικές απεργίες με αυτές. Μια φωτογραφία με επηρέασε πολύ – ήταν μια φωτογραφία των παιδιών που διαμαρτύρονταν με πανό στις πύλες του Δημοτικού Σχολείου της Courtney Street, το ίδιο σχολείο που είχα πάει και εγώ. Ταυτίστηκα με αυτούς τους απεργούς – κάποιοι από αυτούς μπορεί να ήταν γονείς των συμμαθητών μου.
Όταν έψαξα τους Times, βρήκα ότι οι παιδικές απεργίες έλαβαν μέρος σε όλη τη χώρα. Στην αρχή δεν το πίστευα – πώς μπορεί να έγινε τόσο γρήγορα και παντού – πάντα πίστευα ότι οι απεργίες είναι κάτι που πρέπει να οργανωθεί. Ένιωθα ότι αυτά τα παιδιά προσπαθούσαν να πουν κάτι.
Στο τέλος κατάφερα να φτιάξω μια λίστα με 62 πόλεις στις οποίες έγιναν παιδικές απεργίες το 1911.
Πρόκειται για το κωδικό όνομα του σχεδίου των Ναζιστών βάση του οποίου προχώρησαν στη συστηματική δολοφονία των Εβραίων στη Γερμανία και τις υπό κατάκτηση περιοχές. Αποτέλεσμα της υιοθέτησης της «Τελικής λύσης» δεν ήταν άλλο από το Ολοκαύτωμα. Ο τραγικός απολογισμός για την Εβραϊκή Κοινότητα της Ευρώπης ήταν περίπου έξι εκατομμύρια νεκροί άνδρες, γυναίκες και παιδιά.
Πηγή: tvxs
Οι φυλετικές πεποιθήσεις των ναζιστών ήταν εκφρασμένες από την ιδρυτική διακήρυξη του Κόμματος. Οι μη-Άρειοι λαοί και ιδιαίτερα οι Εβραίοι απειλούσαν την «καθαρότητα του γερμανικού λαού».
Αρχικά η πολιτική του Ναζιστικού καθεστώτος ήταν να ωθεί τους Εβραίους σε μετανάστευση εκτός της Γερμανίας. Τα πογκρόμ εναντίον των Εβραίων άρχισαν άμα τη αναλήψει της εξουσίας από τους Ναζί.
David Olère, Les inaptes au travail*
Μποϊκοτάζ στις εβραϊκές επιχειρήσεις, αποκλεισμός των εβραίων από δημόσια αξιώματα και υποχρέωση να φορούν όταν κυκλοφορούν το άστρο του Δαβίδ. Τα μέτρα αυτά δεν απέδωσαν τα αναμενόμενα για το ναζιστικό καθεστώς το οποίο προχώρησε ένα βήμα παραπάνω καταλήγοντας στη σκέψη να καταλάβει τη Μαδαγασκάρη και να την μετατρέψει σε «αποθήκη Εβραίων».
Η λύση εγκαταλείφθηκε επειδή το Γ’ Ράιχ δεν είχε ικανοποιητική ναυτική δύναμη. Αποφασίστηκε, τελικά, η «μετανάστευση» των Εβραίων σε στρατόπεδα συγκέντρωσης και γκέτο. Παρά την πείνα και την εργασία στα κάτεργα ούτε αυτή η λύση απέδιδε το αποτέλεσμα που επιζητούσε το Ναζιστικό καθεστώς που ήθελε την άμεση λύση, δηλαδή την άμεση εξόντωση των Εβραίων.
Έτσι στις 20 Ιανουαρίου του 1942 συγκλήθηκε στο προάστιο του Βερολίνου, Wannsee, μια διάσκεψη, στην οποία ο Ράινχαρντ Χάιντριχ, αρχηγός των υπηρεσιών ασφαλείας του Τρίτου Ράιχ, ενημέρωσε τους αξιωματούχους του καθεστώτος για την «Τελική Λύση» που είχε αποφασιστεί για το «εβραϊκό πρόβλημα».
Αθωώνοντας το ναζισμό – Η Ιστορία στα μέτρα του συστήματος
Απόσπασμα από την ομιλία του πανεπιστημιακού Γιώργου Μαργαρίτη, σε εκδήλωση εκπαιδευτικών
Το παράδειγμα του βιβλίου Ιστορίας της Γ’ Λυκείου
Πηγή: ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Μέσα από τα σχολικά βιβλία, όπως και στα άλλα μέσα προπαγάνδας που έχει στα χέρια του το σύστημα, επιχειρείται το ξαναγράψιμο της Ιστορίας, όχι βέβαια με βάση τα νέα ιστορικά δεδομένα και τις αποκαλύψεις που έχουν προκύψει. Πρόκειται για προσπάθεια παραχάραξης και διαστρέβλωσης της Ιστορίας, απογύμνωσής της από το ρόλο του παράγοντα λαού, αθώωσης των εκμεταλλευτών, ενταγμένη στη γενικότερη προσπάθεια επίθεσης ενάντια στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις του λαού μας ενάντια στη νέα γενιά. Μια προσπάθεια που δε στοχεύει στο παρελθόν αλλά στο παρόν και το μέλλον.
Το ζήτημα αποτέλεσε το θέμα της εκδήλωσης που είχαν διοργανώσει στις 11 Νοέμβρη πρωτοβάθμια σωματεία εκπαιδευτικών της Αττικής, όπου ο καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας στο ΑΠΘ, Γ. Μαργαρίτης, ανέδειξε το ζήτημα με παραδείγματα από σχολικά βιβλία.
Απόσπασμα της ομιλίας του για το βιβλίο Ιστορίας της Γ’ Λυκείου
«Μετά τις περιπέτειες του βιβλίου της ΣΤ’ Δημοτικού (της κας Ρεπούση), στους αρμόδιους με τη συγγραφή σχολικών εγχειριδίων κύκλους του υπουργείου Παιδείας και του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου, θα μπορούσε εύλογα να υποθέσει κανείς ότι επικράτησε κάποιου είδους ανησυχία και ταραχή. Πώς θα μπορούσε να είναι ευχάριστο το κλίμα που άφησε πίσω του η περιπέτεια του βιβλίου αυτού, κλίμα που, για ορισμένα πρόσωπα, είχε σημαντικό πολιτικό κόστος. Γνωρίζοντας τα παραπάνω, εύλογα υποθέτουμε πως στην επιλογή του βιβλίου Ιστορίας (Γενικής Παιδείας) της Γ’ Λυκείου, έπαιξε ρόλο ετούτη η κατάσταση: η αντικατάσταση του παλαιού βιβλίου νεότερης και σύγχρονης Ιστορίας δεν θα έπρεπε σε καμία περίπτωση να προκαλέσει τα όσα προκάλεσε το αντίστοιχο του δημοτικού. Αυτός ήταν, φαίνεται, ο λόγος που αναζητήθηκαν «σίγουρες» λύσεις, στην εδώ περίσταση.
Ίσαμε δεκατριών χρονών έζησα κοντά στους γονείς μου στο Πιεμόντε της Ιταλίας. Επήγαινα σχολείο κι εσκεφτόμουν να εξακολουθήσω τις σπουδές μου. Αλλοίμονο, ο πατέρας μου ήταν φτωχός και ήμουν από παιδάκι υποχρεωμένος ν’ αναγνωρίσω πώς δεν υπήρχε για μένα στη ζωή, παρά δουλειά και απογοητεύσεις.
Ξένοι είχαν όλα τα δικαιώματα να με διαθέτουν. Από τις 7 το πρωί ως τις 10 το βράδυ έκανα μια κουραστική δουλειά. Έξι χρόνια γραμμή εμπόρεσα να το υποφέρω αλλά οι δυνάμεις μου μ’ εγκατέλειψαν και υποχρεώθηκα να πέσω στο κρεββάτι. Η μάννα μου, που ήταν για μένα η ίδια η καλωσύνη, με πήρε στο σπίτι. Ά! σχεδόν εξέχασα πως μπορεί να βρίσκωνται τόσο μαλακά και τόσο στοργικά χέρια.
Ως που ν’ αναρρώσω ολότελα έμεινα κοντά στους γονείς μου. Αυτές ήταν οι πιο γλυκές στιγμές της ζωής μου. Μετά την θεραπεία μου είχα πάρει την απόφαση να φύγω για την Αμερική, όπου μού φαινόταν πως θα μπορούσα να βρω τη θέση που δε μπορούσα να βρω στην πατρίδα μου.
Τότε έπεσε άρρωστη με τη σειρά της η μάννα μου.Δε θέλησα να την αφήσω.Εκείνο που υποφέραμε αυτή και μεις είναι απερίγραπτο! Πόσες φορές παρακάλεσα τα παιδιά της γειτονιάς να πάνε να παίξουν μακρύτερα γιατί ο μικρότερος θόρυβος μεγάλωνε τους πόνους της. Τον τελευταίο καιρό η φτωχή μητέρα μου ήταν τόσο άρρωστη που ούτε γω, ούτε κανείς άλλος δεν τολμούσε να ζυγώσει το κρεββάτι της. Πέθανε χωρίς να περιμένει τα δάκρυά μου!
Είναι η τελευταία ανάμνηση που μού έμεινε από την ηλιοφώτιστη Ιταλία. Κατόπι πήγα στην Αμερική. Η πρώτη μου έκπληξη ήταν η καραντίνα. Παρατηρούσα πως οι αμερικανοί υπάλληλοι μεταχειρίζονταν τους μετανάστες σαν άγρια ζώα. Ούτε μια λέξη συμπονετική ή ενθαρρυντική. Φτάνοντας στην Νέαν Υόρκη, η περιουσία μου όλη δεν ήταν παρά μερικά “σέντσια”. Μετά πολλές αναζητήσεις βρήκα τέλος μια θέση σ’ ένα ρεστωράν όπου έπλενα πιάτα, κατόπι αργότερα πήγα σ’ άλλο. Δοκίμαζα να υπομείνω. Αλλά εκεί είχαν φωτιά μέρα και νύχτα, η ζέστη ήταν ανυπόφορη, δεν υπήρχε φως και ήταν αδύνατο να κοιμηθώ τη νύχτα. Η κατάστασή μου δε μού επέτρεπε να εξακολουθήσω. Στο δρόμο ήταν χειρότερα. Πέρασα ένα τρομερό χρόνο. Κοιμώμουνα στο ύπαιθρο και ζητούσα την τροφή μου σε αποφάγια.
Η πείνα μ’ έδιωξε προς την εξοχή και πήγαινα από ένα υποστατικό σ’ άλλο ζητώντας δουλειά χωρίς να βρίσκω. Στο Κονέκτικατ βρήκα δουλειά σ’ ένα ορυχείο. ‘Εμεινα κει δυο χρόνια γραμμή. Εκεί εσχημάτισα την πεποίθηση πως η “Πάλη των Τάξεων” εκφράζει ένα σκληρό νόημα. Δυο χρόνια αργότερα γύρισα στη Νέα Υόρκη και δούλεψα γκαρσόνι σε ξενοδοχείο. Μερικούς μήνες σε μία θέση, μερικούς μήνες σε μιαν άλλη. Παντού μ’ έδιωχναν σε λίγο καιρό. Την εποχή εκείνη δεν ήξερα γιατί.Μόνο αργότερα κατάλαβα την αιτία. Όσο πιότερα πρόσωπα άλλαζαν τόσο πιότερα κέρδιζαν. Μετά πολλές περιπέτειες έφτασα τέλος στην Πλυμούθη όπου είχα βρει μια σταθερή θέση, που την έχασα αργότερα κατηγορούμενος για δολοφονία.
Η συμμετοχή μου σε συνελεύσεις μ’ εμπόδιζε να ξαναβρώ δουλειά. Και ωστόσο ούτε ένας από τους πάτρωνές μου δεν μπορούσε να παραπονείται για την δουλειά μου. Το μόνο μου ελάττωμα ήταν που ήθελα να ανοίξω τα μάτια των συντρόφων μου για τη θλιβερή τους μοίρα. Η υγεία μου δεν ήταν καλή και οι στερήσεις έκαμαν τα υπόλοιπα. Με τη σκέψη της ηλιοφώτιστης χώρας μας ήρθε να με καταβάλει η νοσταλγία.
Ο πατέρας μου και η καλή μου αδερφή Λουίζα με ζητούσαν στο γράμμα τους να γυρίσω κοντά τους. Πουλούσα ψάρια στο δρόμο. Αυτό δε μού έδινε πολλά κέρδη, αλλά δούλευα, δούλευα για να κερδίσω τη ζωή μου. Δεν έλαβα ανάγκη, αλλοίμονο, να πουλάω ψάρια για πολύν καιρό. Το Μάη του 1919 στην οργάνωση ενός συλλαλητηρίου διαμαρτυρίας για την εκτέλεση ενός αναρχικού, με συνέλαβαν. Το φίλο μου Σάκκο επίσης… Από δω αρχίζει η τρομερή ιστορία που ξαίρει όλος ο κόσμος σήμερα.
Είναι εφτά χρόνια από τότε! Βαρθολομαίος Βαντζέττι
Σελανίκ ή Σολούν ή Σαλονίκ, οι ονομασίες της πολυεθνικής Θεσσαλονίκης στην περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας και αφετηρία του μυθιστορήματος οι κοσμογονικές αλλαγές που πυροδότησε η κατάρρευση της.
Μέσα από τη ζωή τριών οικογενειών ξετυλίγονται τα γεγονότα και οι ανατροπές που συγκλονίζουν την πόλη φτάνοντας ως το Παρίσι και τη Ζυρίχη, από την παραμονή πρωτοχρονιάς του 1900 ως το φθινόπωρο του 1916.
Τρομοκρατικές ενέργειες, η επανάσταση των νεότουρκων, η Φεντερασιόν, οι πρώτες εργατικές απεργίες, δύο επιδημίες και μια χρεοκοπία, δυο συνεχόμενοι τοπικοί πόλεμοι, η δολοφονία ενός βασιλιά, η απόβαση της Αντάντ, ο διχασμός και η εθνική Άμυνα, διαμορφώνουν ένα εκρηκτικό σκηνικό που σημαδεύει βαθιά την πόλη και τους ανθρώπους της. Και δίπλα σ’ όλα αυτά οι φιγούρες του νεαρού Κεμάλ Ατατούρκ, του Αβραάμ Μπεναρόγια, του στρατηγού Σαράιγ, αλλά και του Πικάσο και του Λένιν.
»Όποιος έζησε στις 3 του Δεκέμβρη, στις 4 μπορούσε να πεθάνει.
Ο προορισμός του ανθρώπου, που είναι: να κάνει κάτι μεγάλο ή να ζήσει κάτι μεγάλο, εκπληρώνεται. Γιατί ο λαός, ο Αθηναϊκός λαός, κείνη τη μεγάλη μέρα αποκαλύφθηκε μπροστά στο ίδιο του το μεγαλείο.
Η μέρα αποβραδίς ήτανε βροχερή. Ήτανε μια νύχτα βαριά από γεγονότα. Ο λαός είχε οχτώ χρόνια να πει: «Θα γίνει το δικό μου!» Οι δολοφόνοι τροχίζανε τα σπαθιά τους, ο λαός ετοίμαζε τη φωνή του.
Αύριο θα μιλήσουμε κι οι δυο. Είναι χιλιάδες χρόνια τώρα που η φωνή του λαού ακούεται, φτάνει να μην είναι παράφωνη.
Όλοι κοιμηθήκαμε σίγουροι και αποφασισμένοι. Ούτε στιγμή από κανενός το μυαλό δεν πέρασε ο δισταγμός. Ούτε στιγμή δεν ταλαντεύτηκε η ψυχή.
-Αύριο λοιπόν.
Ήτανε μια νύχτα που στα σπλάχνα της επώαζε τη θύελλα. Μέσα στους δρόμους της ψυχής άρχιζαν υπόκωφοι οι βρυχηθμοί του ανήμερου εκείνου θηρίου, που λέγεται «προδομένος άνθρωπος». Ο Λαός είναι λίμνη, δεν είναι ωκεανός, όμως- αλί στον που θα την ταράξει. Πρέπει νάναι ή τρελός ή κακούργος. Κι αλλοίμονο! ο δικός μας ήταν κι απ’ τα δυο.
Όμως ας ξαναγυρίσουμε στη νύχτα, σ’ αυτή τη νύχτα του μεγάλου διλήμματος.
Στους κρύους δρόμους κυλούσαν ύπουλες οι σκιές του κακού.
Ένας ψηλός ολέθριος άνθρωπος σηκώθηκε να πάει στο κρεβάτι του γράφοντας πάνω στο φάκελο της συνείδησής του τη λέξη Σφαγή.
Όλη τη νύχτα έβρεχε. Η ψυχή ήταν μουσκεμένη από ιδρώτα και δάκρυα.
Ολονυχτίς οι καμπάνες χτυπούσαν το σηκωμό του γένους. «Η πατρίδα σε κίνδυνο». Ολονυχτίς. Αύριο θα κατεβαίναμε όλοι, γιατί όλοι ήμασταν σύμφωνοι κι όλοι αδικημένοι. Την άλλη μέρα κλείσανε όλες οι πόρτες, τα παράθυρα, οι φάμπρικες κι ένας άνθρωπος κατέβηκε μέσα στην Αθήνα και τη γιόμισε. Ήταν 3 χιλιάδων χρόνων (όσο ήταν κι η αδικία).
Ήταν ήρεμος, αποφασιστικός. Είχε μια ολύμπια αταραξία και σιγουριά.
Πέρασε. Και στους δρόμους έμειναν τα’ αχνάρια του σαν αντίλαλοι απ’ την παντοδύναμη σιωπή. Περπάτησε με τα βήματα των προγονικών του θεών και ηρώων.
Μέσα στη φάτνη της ψυχής έσπαζαν μια μια οι πόρτες της μνήμης. Όσο όξος τον πότισαν οι προαιώνιοι δυνάστες, όσα λογχίσματα του δώσανε οι μισθοφόροι δούλοι. Ο άνθρωπος μ’ όσες φορεσιές και μ’ όσα χρώματα φόρεσε πάνω στη γη ο προλύτης, ο κάφρος, ο πληβείος, ο δουλοπάροικος.. με το χιτώνα, με τη μπλούζα, με την κελεμπία, με τη φέρμελη. Όλος ο άνθρωπος που έπασχε σ’ όλα τα κλίματα και τους καιρούς βρήκε τη φωνή του στις τρεις ακριβώς του Δεκέμβρη του 1944 μέσα στους δρόμους της Αθήνας. Λευτεριά ή θάνατος!
Οι φονιάδες είχανε αποφασίσει αποβραδίς: «Θάνατος!»
Είκοσι μερόνυχτα, οι Εγγλέζοι και οι δούλοι τους κόλλησαν απάνω σε μια ημερομηνία: «10 του Δεκέμβρη».Και σε μια λέξη: «αφοπλισμός».Ο προτέκτορας πήγαινε με τα νερά του Λαού. Τον αποκοίμιζε με την ισοπολιτεία και τη «Λαοκρατία»του.
Την 1 του Δεκέμβρη αδιάντροπα, απροειδοποίητα, δίνοντας μια κλωτσιά στα προσχήματα, φανερώνει ολόκληρο τον αποτρόπαιο σκοπό του. Ν’ αφοπλίσει, χωρίς όρους, τον Ελληνικό Στρατό για χάρη και προς όφελος των Εγγλέζων.
Αυτή ήταν η απότομη στροφή των 360 μοιρών που είχε υποσχεθεί.
Η υπαναχώρηση έγινε την 1 του Δεκέμβρη. Οι αντιπρόσωποι του Λαού στην Κυβέρνηση αποχώρησαν και το ανακοίνωσαν στο Λαό. Ο Λαός εγκαταλείπει τα έργα του και κατεβαίνει στο δρόμο να ζητήσει το λόγο. Ο υψηλός βλάκας απαντάει με φωτιά. Δεν τον συγκινούσε η φωνή του Λαού. Κείνος άκουε μόνο τη «φωνή του Κυρίου του»…
Ο Λαός κατεβαίνει να θάψει τα θύματά του…
Ήταν μια κηδεία που οι ζωντανοί δε θα ξαναδούν άλλη.
Οι μεγάλες αρτηρίες της πρωτεύουσας πλημμύρισαν από τον οργισμένο Λαοχείμαρρο.
Οι παιδαγωγοί Δημήτριος Γληνός και Αλέξανδρος Δελμούζος παύονται από τη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία, καθώς η διδασκαλία τους κρίθηκε εθνικά επιβλαβής.
Πριν 80 χρόνια η ελληνική εκπαιδευτική κοινότητα συγκλονίστηκε από μία ακόμη σύγκρουση που είχε αφορμή το γλωσσικό-παιδαγωγικό ζήτημα. Οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις και οι διαμάχες που ξεκίνησαν στις αρχές του εικοστού αιώνα κορυφώθηκαν με τα «Μαρασλειακά», την υπόθεση που διαδραματίστηκε με πρωταγωνίστρια καθηγήτρια του Μαράσλειου Διδασκαλείου και της Παιδαγωγικής Ακαδημίας. Δύο φωτισμένοι δάσκαλοι, ο Αλέξανδρος Δελμούζος και ο Δημήτρης Γληνός έχασαν τη θέση τους επειδή υποστήριξαν το αυτονόητο!
Οι τρεις κεντρικές φυσιογνωμίες του Εκπαιδευτικού Ομίλου (που ιδρύθηκε το 1910), ο Δ. Γληνός, ο Μ. Τριανταφυλλίδης και ο Αλ. Δελμούζος, συνεργάστηκαν με τον Βενιζέλο μέσα στη δεκαετία του 1910 για την εφαρμογή της φιλελεύθερης αστικής μεταρρύθμισης στην εκπαίδευση. Οι πρώτες απόπειρες ήταν αποτυχημένες. Το πείραμα του Αλ. Δελμούζου στο Σχολείο του Βόλου (1908-1911) κατέληξε στη Δίκη του Ναυπλίου (1914), όπου οι κατηγορίες για αθεΐα, έλλειψη πατριωτισμού και ανηθικότητα ενορχήστρωναν την αντίδραση των παραδοσιακών δυνάμεων.
Οι πρώτες συγκρούσεις ξεκίνησαν το 1911όταν το Σύνταγμα που ψηφίστηκε από την Αναθεωρητική Βουλή περιέλαβε το περίφημο άρθρο 107 για τη γλώσσα: «Επίσημος γλώσσα του Κράτους είναι εκείνη, εις την οποίαν συντάσσονται το πολίτευμα και της ελληνικής νομοθεσίας τα κείμενα, πάσα προς παραφθοράν ταύτης επέμβασις απαγορεύεται». Η συνταγματική καθιέρωση της καθαρεύουσας ως επίσημης γλώσσας του κράτους, που εκτιμήθηκε ως πράξη «συμβιβασμού» του Βενιζέλου για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας σημάδεψε τον περασμένο αιώνα. Η αντιπαράθεση αυτή ξεπερνούσε κατά πολύ τη γλωσσική επιλογή και συνδεόταν με γενικότερες ιδεολογικές, πολιτικές και κοινωνικές συγκρούσεις.
O Αλέξανδρος Δελμούζος, ο Δημήτρης Γληνός και ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης, σύνδεσαν το όνομά τους με τη γλωσσική και εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Οι γενικότερες όμως εξελίξεις στον ελληνικό χώρο κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου λειτούργησαν καταλυτικά στο πεδίο αυτό. Ο Μανόλης Τριανταφυλλίδης αποχώρησε σιωπηρά το 1921. Τα “Μαρασλειακά”, η δυσάρεστη δηλαδή έκβαση και η τελική ακύρωση των προσπαθειών για την εποικοδομητική λειτουργία του Μαράσλειου Διδασκαλείου (1923) και της Παιδαγωγικής Ακαδημίας (1924), με διευθυντή τον Αλέξανδρο Δελμούζο και το Δημήτρη Γληνό αντίστοιχα, ενέτεινε το αρνητικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί από τις αποτυχημένες απόπειρες στην εκπαίδευση.
Στο Μαράσλειο
Όλα ξεκίνησαν όταν η Ρόζα Ιμβριώτη ολοκλήρωσε τις σπουδές της στο Βερολίνο και στο Παρίσι στα μέσα της δεκαετίας του 1920, επέστρεψε στην Ελλάδα προς αναζήτηση εργασίας. Ο Αλέξανδρος Δελμούζος της πρόσφερε τη δυνατότητα να διδάξει Ιστορία στο Μαράσλειο. Η διδασκαλία της νεαρής τότε ιστορικού προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και αποτέλεσε τη βασική αιτία της έκρηξης μιας ακόμη μεσοπολεμικής εκπαιδευτικής κρίσης που έγινε γνωστή με το όνομα του σχολείου στο οποίο δίδασκε η Ιμβριώτη: τα «Μαρασλειακά».
Είμαι ένας από τους επιζήσαντες κρατούμενους στο SS στρατόπεδο συγκεντρώσεως και εξοντώσεως του Μαουτχάουζεν. Ένας από εκείνους που τον Μάιο του 1945 κλαίγοντας και ελπίζοντας εφώναζαν ποτέ πια! Ήταν τότε που οι οπαδοί του ναζισμού έχασαν τον πόλεμο.
Ο ναζισμός όμως επέζησε. Κυρίως γιατί αιώνιες κοινωνικές πληγές αφέθηκαν αθεράπευτες. Και μένουν ακόμα! Και επιπλέον, γιατί η αντικομμουνιστική υστερία έκαμε τον ναζισμό να ξεχνιέται, και κάποτε και να αθωώνεται.
Μετά από 48 χρόνια αυτό που θέλω να φωνάξω είναι πάλι;
Φίλοι μου, θυμηθείτε: ο Αδόλφος Χίτλερ δεν έπεσε απ’ το διάστημα. Ούτε ήταν ένας και μόνος. Ήταν το διαμόρφωμα δεκάδων χιλιάδων αφανών χιτλερίσκων στη Γερμανία και την Αυστρία. Και όχι μόνο εκεί. Χιτλερίσκων διάσπαρτων σε μεγάλες και μικρές πόλεις, σε χώρους εργασίας, σε γειτονιές, σε συντροφιές, σε οικογένειες.
Και ο ναζισμός δεν ήταν ιδέα ενός και μόνου διεστραμμένου εγκεφάλου. Ήταν η συμπύκνωση της νοσηρής πολιτικής αντίληψης εκατοντάδων χιλιάδων ατόμων, φορέων του μικροβίου του ρατσισμού, του εθνικισμού, της μισαλλοδοξίας, της τελικής λύσης όλων των προβλημάτων με τη βία, τη φωτιά και το τσεκούρι.
Ο ναζισμός δεν άρχισε με τον Χίτλερ, γι’ αυτό και δεν τον πήρε μαζί του, δεν εμφανίστηκε μόνο στη Γερμανία, γι’ αυτό και δεν επανεμφανίζεται μόνο εκεί. Αλλά παντού όπου ουσιαστικά κοινωνικά προβλήματα τον τρέφουν. Και ο κίνδυνος τώρα δεν είναι η εμφάνιση ενός νέου Χίτλερ και η σπορά ενός άλλου μεγάλου πολέμου. Ο κίνδυνος είναι η αδιαφορία για τα αίτια που αναγεννούν τον ναζισμό και εν συνεχεία η απάθεια και η ανοχή για ένα φαινόμενο που μπορεί να εξελιχθεί σε μαζική διανοητική μόλυνση.
Οι μεγάλοι πόλεμοι δεν αρχίζουν στα πεδία των μαχών, ούτε οι ολέθριες πολιτικές ιδεολογίες ξεκινούν από μαζικές συγκεντρώσεις, σε πλατείες. Αρχίζουν ανύποπτα στους χώρους της καθημερινής μας ζωής, ξεκινούν ακόμη και μέσα απ’ το ίδιο μας το σπίτι. Εκεί φωλιάζουν όλα. Γι’ αυτό μόνο με την πίστη σε μια καθημερινή ζωή, που να μας χωράει όλους, απροκατάληπτη και δίκαιη προς όλους μπορούμε έστω και καθυστερημένα να πετύχουμε αυτό που τόσο προσδοκούσαμε τον Μάιο του 1945: ένα πραγματικό ποτέ πια.
(…)Συγκλονιστικά επίκαιρα τα λόγια του Ιάκωβου Καμπανέλλη σ’ αυτό το ανέκδοτο κείμενο από το αρχείο του, που δημοσιεύει σήμερα για πρώτη φορά η «Αυγή» της Κυριακής. Γραμμένο «μάλλον το 1993, δεν ξέρουμε ακόμα με ποια αφορμή» μας λέει η κόρη του Κατερίνα, που αυτή την περίοδο καταγράφει το αρχείο, μοιάζει να έχει γραφτεί μόλις σήμερα. Με απίστευτη οξυδέρκεια ο Ιάκωβος Καμπανέλλης επισημαίνει τους κινδύνους της επιβίωσης του ναζιστικού φαινομένου και αποκωδικοποιεί τα γενεσιουργά αίτιά της. Από τις αρχές τις δεκαετίας του ’90 προειδοποιεί, και εκείνος ήταν σε θέση να το κάνει διαθέτοντας αφ’ ενός την τραγική εμπειρία του εγκλεισμού του στο κολαστήριο Μάουτχάουζεν, και από την άλλη τη δυνατότητα του συγγραφέα-διανοούμενου να διεισδύει κάτω από την επιφάνεια των κοινωνικών φαινομένων και να ανασύρει τις ουσιαστικές τους διαστάσεις. Και είναι αυτό ακριβώς που επισημαίνει ο Μίκης Θεοδωράκης όταν μας λέει «λείπουν φωνές σαν του Καμπανέλλη σήμερα».
Ο Καμπανέλλης δεν μιλούσε ποτέ για την εμπειρία τού στρατοπέδου συγκέντρωσης. Την κατέγραψε στο βιβλίο του «Μαουτχάουζεν» και στα τέσσερα ποιήματα «Άσμα Ασμάτων», «Άμα τελειώσει ο πόλεμος», «Ο Αντώνης», «Ο δραπέτης» που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης και τραγούδησε η Μαρία Φαραντούρη. Στο αυτοβιογραφικό χρονικό του Καμπανέλλη βασίζεται το θεατρικό «Μαουτχάουζεν» που θα παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία Θέμη Μουμουλίδη, στο Badminton, για έξι παραστάσεις από τις 6 ως τις 9 Δεκεμβρίου, με χορηγό επικοινωνίας την «Αυγή».
Με αυτή την αφορμή δημοσιεύουμε σήμερα για πρώτη φορά ανέκδοτο υλικό τουΙάκωβου Καμπανέλλη αλλά και τη μαρτυρία του Μίκη Θεοδωράκη για τη μελοποίηση των ποιημάτων του «Μαουτχάζουζεν». Τα ανέκδοτα κείμενα του Ιάκωβου Καμπανέλλη για την επιβίωση του φαινομένου του ναζισμού, αλλά και για την εμπειρία της πρώτης του επίσκεψης στο κολαστήριο του εγκλεισμού του, είχε την ευγένεια να μας τα παραχωρήσει η κόρη του, Κατερίνα Καμπανέλλη, που αυτή την περίοδο καταγράφει το αρχείο του πατέρα της, μέρος του οποίου προορίζεται για το Μουσείο Ιάκωβου Καμπανέλλη που θα ιδρύσει ο Δήμος Νάξου, στη γενέτηρα του συγγραφέα. Αλλά και το υπόλοιπο αρχείο Καμπανέλλη θα παραδοθεί «σε χέρια τέτοια, που θα διασφαλίζουν να είναι προσβάσιμο στους μελετητές».
Με ξαφνιάζει πάντα αυτό που κάποιες φορές συμβαίνει «μετά»!
1965. Το χρονικό του Μαουτχάουζεν ετοιμάζεται για έκδοση στα τυπογραφεία της εταιρείας Θεμέλιο. Ο αξέχαστος Μίμης Δεσποτίδης, ο διευθύνων την εταιρία είχε μια ιδέα που την ασπαστήκαμε αμέσως και ο Μίκης Θεοδωράκης, και εγώ: να γραφτούν μια σειρά τραγούδια και να γίνουν δίσκος που θα κυκλοφορήσει ταυτόχρονα με το βιβλίο. Έτσι κι έγινε.
Τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου, σε μια αίθουσα θεάτρου εγώ διάβασα αποσπάσματα από το χρονικό και στη συνέχεια ακολούθησε η ερμηνεία των τραγουδιών.
Μια αξέχαστη βραδιά. Και όχι μόνο για μένα, τον Θεοδωράκη και τη Φαραντούρη.
1980. Αποφασίζω, για πρώτη φορά, να «ξαναπάω» στο Μαουτχάουζεν. Είναι Μάιος και οι πρώην κρατούμενοι στο στρατόπεδο, άνδρες και γυναίκες απ’ όλες σχεδόν τις χώρες της Ευρώπης, έχουν οργανώσει μια συγκέντρωση εκεί. Συναντιόμαστε, ανήμερα της 35ης επετείου της απελευθέρωσής μας, δηλαδή 5 Μαΐου, στο χωριό Μαουτχάουζεν για να περπατήσουμε ως το στρατόπεδο. Μια «πορεία σιωπής» ως εκεί, σαν ένδειξη μνήμης, αγάπης, σεβασμού στους 240.000 νεκρούς, που αφήσαμε στους κρανίου τόπους του εμείς οι 30.000 επιζήσαντες.
Όταν πλησιάζαμε στην πύλη, άκουσα έναν μουσικό ήχο, που ερχόταν από μέσα, απ’ τη μεγάλη πλατεία και που τον έπαιρνε ο πρωινός αέρας και τον ανέμιζε σ’ όλο τον τώρα δασωμένο λόφο και στις πλαγιές του. Μου φάνηκε σαν γνωστός, σαν να τον είχα ξανακούσει και τελικά… ναι, μόνο αφού πλησιάσαμε κι άλλο συνειδητοποίησα πως άκουγα τη φωνή της Μαρίας Φαραντούρη να τραγουδά «κοπέλες του Άουσβιτς, του Μαουτχάουζεν κοπέλες, μην είδατε την αγάπη μου».
Ύστερα από ώρα, χωρίς να πω ποιος είμαι, πήγα στη γραμματεία του «Στρατοπέδου» και ρώτησα τι είναι αυτό το τραγούδι που ακουγόταν το πρωί κι ακούγεται και πάλι κ.λπ., κ.λπ. Μου απάντησαν πως «είναι εδώ και χρόνια το ‘τραγούδι’ του Μαουτχάουζεν, το μουσικό του μνημείο»…
Ήξερα βέβαια πως ο κύκλος των τραγουδιών του Μαουτχάουζεν με τις συναυλίες του Μίκη σε τόσες και τόσες χώρες ήταν γνωστός και έξω. Όμως η δική μου «συνάντηση» με αυτά σ’ εκείνο το μέρος, εκείνη τη μέρα ήταν…
Από τότε ονειρευόμουν μια συναυλία επί τόπου και παγίδεψα στο ίδιο όνειρο και τον Θεοδωράκη. Έγινε το 1988 σ’ ένα Μαουτχάουζεν που πλημμύρισε από δεκάδες χιλιάδες προσκυνητές, ειρηνιστές, ανθρώπους υπέροχους που ήρθαν από παντού, από παντού…
Πίσω στο 1965. Τι ωραία και δημιουργικά ανύποπτοι που είμασταν τότε.
Με τον Καμπανέλλη γνωρίστηκα το 1952 και κάναμε πάρα πολλά πράγματα μαζί τότε. Δεν είχαμε μόνο επαγγελματική σχέση αλλά και μια καλή φιλία.
Όταν έγραψε το «Μαουτχάουζεν», το έδωσε στον Μίμη Δεσποτίδη στο Θεμέλιο, ο οποίος του είπε γράψε και τέσσερα ποιήματα, να βάλει μουσική ο Μίκης για να μπορέσουμε να λανσάρουμε περισσότερο το βιβλίο. Ένα απόγευμα ήρθε στο σπίτι μου ο Καμπανέλλης, μου είπε την ιστορία, τα κοίταξα, μου άρεσαν πάρα πολύ. Του λέω αύριο, μεθαύριο θα είναι έτοιμα. Όταν έφυγε ο Ιάκωβος, κάθισα στο πιάνο, τελείωσα το πρώτο ποίημα, το «Άσμα Ασμάτων», και τον παίρνω τηλέφωνο. Δεν είχε φτάσει ακόμα σπίτι του. Τον ξαναπαίρνω, του λέω θες να ακούσεις το πρώτο τραγούδι; Και του το έπαιξα στο πιάνο. Αυτό που εισέπραξα από το «Μαουτχάουζεν» δεν μπορώ να το περιγράψω, το έχω εκφράσει με τη μουσική μου, το εξέφρασα πλήρως νομίζω. Δεν περιγράφεται με λόγια αυτό.
Πριν από δυο βδομάδες έκλεινε με επιτυχία τις εργασίες του το συνέδριο «Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος. Η δεκαετία του ’40 και η μακρά σκιά της», που διοργανώθηκε από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, προκειμένου το πρώτο ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα της χώρας να τιμήσει τον «Γερμανοέλληνα», όπως τον αποκαλούν πια οι πάντες, Χάγκεν Φλάισερ, ο οποίος ολοκληρώνει ευδοκίμως την υπερτριαντάχρονη θητεία του στην ελληνική πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Ήταν εκεί επιστήμονες που εκπροσωπούν όλες τις τάσεις της σύγχρονης ελληνικής ιστοριογραφίας, μια σημαντική αναγνώριση της προσφοράς του ανθρώπου που πρώτος εισήγαγε, στη «ζούλα», όπως λέει, τις σπουδές για την περίοδο της Κατοχής και της Αντίστασης. Αισθάνεται κάπως άβολα όταν παρατηρούμε αυτήν την καθολική αναγνώριση, ζητώντας του να κάνει μια πρώτη αποτίμηση για το συνέδριο.
-Ο τίτλος του συνεδρίου ήταν «Πόλεμος, Κατοχή, Αντίσταση, Εμφύλιος. Η δεκαετία του ’40 και η μακρά σκιά της», στην πραγματικότητα όμως λίγες ανακοινώσεις εστιάζονταν στα όρια της δεκαετίας, οι περισσότερες επικεντρώνονταν στην «ουρά» της. Με τη συνήθως δύσκολη και άβολη κληρονομιά της, που είναι πολυσχιδής, πολυσύνθετη και αφορά όλα τα επίπεδα της μνήμης, ατομική, πολιτισμική, επίσημη, παραταξιακή. Επίσης συμπεριλαμβάνει τα υλικά και τα ηθικά χρέη που μας άφησε η περίοδος, όπως η μη δίωξη των εγκληματιών πολέμου ή η μη ικανοποίηση των διαφόρων επανορθώσεων και απαιτήσεων (ατομικές, διακρατικές, επιστροφή κλαπέντων κ.ά.), κάτι που πάντα με ενδιέφερε πολύ.
Έτσι, αυτή η «ουρά» θύμιζε κομήτη, όπου δεσπόζει όχι η κεφαλή αλλά η κόμη… Μια κόμη με την οποία δεν ασχολούνται μονάχα οι ειδικοί «κομμωτές», οι ιστορικοί, αλλά και αναρίθμητοι ψευτομπαρμπέρηδες, ειδικά στη δημόσια ιστορία.
* Η δημόσια ιστορία δεν είναι συχνά παραγωγός στερεοτύπων για τον εαυτό μας και τους άλλους;
Η ακαδημαϊκή και η δημόσια ιστορία όχι μόνο ακολουθούν παράλληλες και ασύμπτωτες πορείες, αλλά κάποτε και συγκρουσιακές. Βέβαια, η μία χρειάζεται την άλλη, όμως η δημόσια ιστορία είναι σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτη. Σε αυτόν τον χώρο εύκολα δημιουργούνται στερεοτυπικές εικόνες, οι οποίες πολύ δύσκολα ακυρώνονται. Το στερεότυπο, ξέρετε, ιδιαίτερα το αρνητικό, είναι επτάψυχο! Αντιθέτως, τα θετικά στερεότυπα αλλάζουν πολύ ευκολότερα. Αν δείτε αγγλικά λογοτεχνικά κείμενα του 19ου αιώνα για τους Γερμανούς, διαμορφώνουν μια πολύ θετική εικόνα, για έναν ρομαντικό και όχι και τόσο πρακτικό λαό. Αυτό αλλάζει μόλις η κατακερματισμένη Γερμανία γίνεται ενιαίο (και επικίνδυνο) κράτος, μετά τον Μπίσμαρκ και τη νίκη επί της Γαλλίας το 1871…
Έτσι, μέσα σε αυτή τη σχέση όπου η ακαδημαϊκή ιστορία χρειάζεται τη δημόσια για να φτάσει σε ευρύτερο ακροατήριο και η δημόσια ιστορία έχει ανάγκη να παίρνει καινούργιες εμπνεύσεις από την ακαδημαϊκή, ο ιστορικός έχει ευθύνη για τις ερμηνείες που γίνονται στο έργο του – όχι όμως για τις παρερμηνείες! Οι μεν πρέπει να προσέχουν από πού αντλούν και οι δε ακαδημαϊκοί ιστορικοί πού μιλάνε…
Το ντοκιμαντέρ του Μιχαήλ Ρομ (1965) αποτελεί μία προσέγγιση του ναζιστικού καθεστώτος ως κοινωνικού φαινομένου και μία αυστηρή καταδίκη της αποδοχής της φασιστικής νοοτροπίας από τις μάζες. Η ματιά του σοβιετικού σκηνοθέτη χρησιμοποιεί το υλικό από τα πολεμικά αρχεία της ΕΣΣΔ, της Γερμανίας και της Πολωνίας, αλλά και από τα απόρρητα αρχεία του χιτλερικού υπουργείου προπαγάνδας για να προσεγγίσει και να ερμηνεύσει το ζήτημα του εκφασισμού των μικροαστών και της παρείσφρησης της φασιστικής νοοτροπίας στην καθημερινότητα τους, όχι με κριτήρια απαραιτήτως κοινωνιολογικά αλλά με την επικουρική βοήθεια της ψυχολογίας
Ομιλία του Βασίλη Λιόση, εκπροσώπου του Συλλόγου Γιάννης Κορδάτος στην αντιφασιστική εκδήλωση-συζήτηση που διοργανώθηκε από το Σύλλογο Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Αιγάλεω και τη Β’ ΕΛΜΕ Δ. Αττικής,στις 14 .11.2012.
ΑΙΤΙΕΣ ΑΝΟΔΟΥ ΤΟΥ ΦΑΣΙΣΙΤΙΚΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ:
ΤΟΤΕ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ
Φίλες και φίλοι,
κατ΄αρχάς σας ευχαριστώ θερμά για αυτή την πρόσκληση προσωπικά αλλά κι εκ μέρους του Συλλόγου Γιάννης Κορδάτος.
Το φαινόμενο του φασισμού είναι ένα φαινόμενο που για να το εξετάσει κάποιος με μια σχετική πληρότητα, θα πρέπει να δει πολλές πλευρές του κι ένα πλήθος ζητημάτων: τι σχέση έχει η αστική δημοκρατία με το φασισμό, γιατί υπάρχουν ιστορικές περίοδοι που οι πιο σκοτεινές ιδέες αγκαλιάζουν μεγάλες μάζες ανθρώπων, ποια ήταν η δράση των φασιστικών ομάδων πριν, κατά και μετά την περίοδο που Β΄ παγκοσμίου πολέμου στην Ελλάδα και αλλού, πώς το κομμουνιστικό κίνημα αντιμετώπισε το φασισμό, πώς ορίζεται ο φασισμός, ποιες οι ιδεολογικές, πολιτικές και φιλοσοφικές αρχές του, ποια η σχέση του με τέχνη κ.λπ. Στο πλαίσιο μιας ομιλίας όχι μόνο δεν μπορούν να θιχτούν όλα αυτά, αλλά ακόμη κι αν επιλεγεί μια μόνο θεματική και πάλι πολύ λειψά θα προσεγγιστεί.
Φίλες και φίλοι, δεν υπάρχει άνθρωπος με μια στοιχειώδη δημοκρατική ευαισθησία που να μην ανησυχεί σήμερα για την άνοδο των νεοφασιστών στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη. Ωστόσο, δεν αρκεί η ανησυχία, ούτε καν η καταγγελία. Απαιτείται επειγόντως η ερμηνεία του φαινομένου και ακόμη περισσότερο να σκεφτούμε τον τρόπο αντιμετώπισής του. Ακριβώς για αυτό το λόγο θα επιχειρήσω να δώσω μια ερμηνεία της ανόδου του ναζισμού στη Γερμανία του Μεσοπολέμου και να εξηγήσω γιατί παρά τα φρικώδη εγκλήματά τους, οι Ναζί εξασφάλισαν την κοινωνική συναίνεση ή και την ενεργή στήριξη μεγάλων τμημάτων του γερμανικού λαού. Παράλληλα θα επιχειρήσω να δώσω μιαν ερμηνεία της ανόδου της ΧΑ καθώς και να καταθέσω μια πολιτική πρόταση για το πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η επιρροή αυτής της φασιστικής οργάνωσης.
Α. Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ
Πρώτα απ’ όλα νομίζω ότι απαιτείται να δούμε το γενικότερο ιστορικό πλαίσιο εντός του οποίου γιγαντώθηκε το φασιστικό φαινόμενο.
Ο μεγάλος ηττημένος του Α΄ παγκόσμιου πολέμου ήταν δίχως αμφιβολία η Γερμανία. Η Γερμανία με τη ΣτΒ:
Απώλεσε 40.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα (το 13% του εδάφους της),
σχεδόν επτά εκατομμύρια κάτοικοι της βρέθηκαν ως μειονότητες στα νεόκοπα κράτη της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης,
έχασε σημαντικό μέρος των πλουτοπαραγωγικών πηγών της,
ο γερμανικός στρατός περιορίστηκε στους 100.000 άνδρες
αναγκάστηκε να αποδεχτεί την αποκλειστική ευθύνη για τον πόλεμο και αναγκάστηκε να καταβάλλει πολεμικές επανορθώσεις .
Η επαναστατική εξέγερση στις 9 Νοεμβρίου του 1918 γκρεμίζει τη μοναρχία και την καϊζερική κυβέρνηση. Οι Σπαρτακιστές πίστευαν πως η επανάσταση είχε κάνει το πρώτο της βήμα και πως είναι ανάγκη να την προχωρήσουν μέχρι την τελική νίκη. (περισσότερα…)
Σε εκδήλωση με θέμα «100 χρόνια Θεσσαλονίκη: Πόλη του εργατικού κινήματος, της αντίστασης και της αλληλεγγύης. Πόλη του πολιτισμού και των αντιθέσεων» καλεί η ΑΝΤΑΡΣΥΑ Θεσσαλονίκης την Πέμπτη 8 Νοέμβρη, στις 6μμ, στην Παιδαγωγική Σχολή του ΑΠΘ (Πύργος της Παιδαγωγικής Σχολής, 10ος όροφος).
Στην εκδήλωση θα μιλήσουν οι:
Βασίλης Τσιράκης, συγγραφέας του «Σελανίκ»
Μόρφης Στεφούδης, παλαίμαχος συνδικαλιστής
Γκλαρνέτατζης Γιάννης, συγραφέας του «Στιγμές Σαλονίκης χειμερινές» και
Κουρουνδής Μπάμπης, μέλος της ΠΣΕ της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Σπάνιες φωτογραφίες από την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, 30 Οκτωβρίου 1944
«Η ιστορία δεν θα συγχωρήσει τους επαναστάτες για τη χρονοτριβή τους όταν μπορούσαν να είναι νικηφόροι σήμερα (και βεβαίως θα είναι νικηφόροι σήμερα), ενώ διακινδυνεύουν πολύ αύριο, στην πραγματικότητα, αυτοί διακινδυνεύουν να χάσουν τα πάντα.
Εάν καταλάβουμε την εξουσία σήμερα, την καταλαμβάνουμε όχι εναντίον των Σοβιέτ αλλά εκ μέρους τους. Η κατάληψη της εξουσίας είναι δουλειά της εξέγερσης ο πολιτικός σκοπός της θα γίνει σαφής μετά από την κατάληψη…Η κυβέρνηση είναι ετοιμόρροπη. Πρέπει να δοθεί το τελειωτικό χτύπημα με οποιοδήποτε κόστος.
Tο να καθυστερήσουμε την ενέργεια αυτή είναι μοιραίο.»
Ο Λένιν στις 25 Οκτώβρη:
«Ρίξαμε την κυβέρνηση του Κερένσκι που βρισκόταν ενάντια στο λαό και την επανάσταση… Το Συμβούλιο των εργατών και στρατιωτών αντιπροσώπων της Πετρούπολης χαιρετίζει πανηγυρικά αυτή την αλλαγή…
Το πρόγραμμα της νέας εξουσίας είναι:
Πρώτο: Μια άμεση δημοκρατική ειρήνη Δεύτερο: Άμεσο πέρασμα στους αγρότες των μεγάλων ιδιόκτητων εκτάσεων Τρίτο: Μεταβίβαση όλης της εξουσίας στο Συμβούλιο των Εργατών και Στρατιωτών Αντιπροσώπων Τέταρτο: Ειλικρινής σύγκλιση Συνταγματικής Συνέλευσης…
Στρατιώτες!
Για την ειρήνη, το ψωμί, τη γη και την εξουσία του λαού!».
…………………………………………..
October: Ten Days That Shook the World – Sergei M. Eisenstein
Ολόκληρη η ταινία Οκτώβρης/Октябрь 1917 που είναι βασισμένη στο βιβλίο του Τζον Ρηντ «Δέκα μέρες που συγκλόνισαν τον κόσμο» και γυρίστηκε το 1927 από τον Sergei Eisenstein με μουσική του Dmitri Shostakovich. Διάρκεια ταινίας 1:42′:24».
Ο Οδυσσέας Ελύτης πολέμησε στο Αλβανικό Έπος 1940-41, στην πρώτη γραμμή του μετώπου.Στις 28 Οκτωβρίου 1940 κατατάσσεται ως ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση του Στρατηγείου του Α’ Σώματος Στρατού. Στις 26 Φεβρουαρίου 1941 αρρωσταίνει από βαρύ κοιλιακό τύφο , μεταφέρεται στο νοσοκομείο Ιωαννίνων κι έπειτα από περιπετειώδη πορεία καταλήγει στην Αθήνα.
Το 1965, σε συνέντευξή του στο φοιτητικό περιοδικό «Πανσπουδαστική» με τίτλο «Έζησα το θαύμα της Αλβανίας» απαντά σε ερώτηση του δημοσιογράφου:
-Προσωπικά εσείς, σαν έφεδρος ανθυπολοχαγός, τι κάνατε στον αγώνα;
-Τι να έκανα εγώ, ένα χαλασμένο παιδί της Αθήνας. Με κόπο ανυπολόγιστο, κατάφερα να είμαι απλώς συνεπής προς την αποστολή μου. Αλλά είδα στο πρόσωπο των στρατιωτών μου τη λάμψη που είναι ικανός ο Ελληνισμός ν’ αναδύσει όταν πιστεύει στο δίκιο του. Και γνώρισα από πολύ κοντά την αψηφισιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής που έγινε τελικά και δική μου.
Στο μέτωπο, αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε, όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήτανε μολυσμένα. Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια κα με ζώο σε βατόδρομο και να διακομισθώ στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων.
Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά. Με είχανε αποφασίσει αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου. Θυμάμαι, ότι αρνήθηκα να με μεταφέρουν στο μικρό θάλαμο των ετοιμοθανάτων, όπως κάποιο άλλο βράδυ αρνήθηκα πεισματικά να κοινωνήσω και να εξομολογηθώ στον παπά που μου φέρανε, όταν η κρίση της αρρώστιας έφτασε στο κατακόρυφο. Μόλις αρχίζανε οι βομβαρδισμοί, ανοίγανε το διπλανό μου παράθυρο -μη σπάσουν τα τζάμια και τιναχτούν επάνω μου- και φεύγανε όλοι στα καταφύγια. Έτσι πέρασα όλες τις τρομερές πρώτες μέρες της γερμανικής επιθέσεως. Κατάμονος, σ’ έναν έρημο θάλαμο, και γεμάτος πληγές από την απόλυτη ακινησία.
Και την ημέρα που κρίθηκε ότι είχα γλυτώσει και άρχισε να υποχωρεί ο πυρετός, ήρθε η διαταγή να εκκενωθεί το Νοσοκομείο. Με βάλανε όπως-όπως σ’ ένα φορείο, που το χώσανε σ’ ένα φορτηγό αυτοκίνητο.
Η φάλαγγα από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο πυροβολήθηκε οχτώ φορές από τα «στούκας». Οι φαντάροι τρέχανε στα χωράφια, όμως εγώ ήταν αδύνατον να σταθώ όρθιος έστω και για μια στιγμή. Τελικά στο Αγρίνιο, με παρατήσανε σ’ ένα πεζούλι και φύγανε. Μια καλή κοπέλλα, εθελοντής νοσοκόμος με άλλη αποστολή, με βοήθησε κα μ’ έσυρε ως το υπόγειο μιας καπναποθήκης, όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες (…) Οι γιατροί στην Αθήνα τρίβανε τα μάτια τους. Σύμφωνα με την Επιστήμη, θα έπρεπε με την πρώτη παραμικρή μετακίνηση να πάθω εντερορραγία και να τελειώσω (…) αν «έζησα το θαύμα» σώθηκα και από ένα θαύμα.
Στα πρώτα χρόνια της «μεταπολίτευσης» το αστικό πολιτικό σύστημα που διαδέχθηκε τη χούντα είχε μερικές «κόκκινες γραμμές», τις οποίες και σεβόταν υποδειγματικά. Οι πνευματικές ελίτ του συστήματος καταδίκαζαν μετά βδελυγμίας κάθε «εκτροπή» (δικός τους όρος) του αστικού συστήματος στο παρελθόν προς καταστάσεις δικτατορικές ή φασιστικές. Ας μην ξεχνάμε ότι η νομιμοποιητική και… εξωραϊστική βάση του νέου συστήματος ήταν η αντιδικτατορική αντίσταση των αστικών δυνάμεων έστω και αν αυτή συνοψιζόταν στην έκρηξη βομβών ικανών να προκαλέσουν την επέμβαση των Ευρωπαίων κηδεμόνων του Συμβουλίου της Ευρώπης, αποφεύγοντας την «εκτροπή» της λαϊκής εξέγερσης. Σε αυτό το πλαίσιο οι ίδιες αυτές ελίτ δεν παρέλειπαν κάθε Αύγουστο να καταδικάζουν το καθεστώς της «4ης Αυγούστου», τη δικτατορία δηλαδή του Μεταξά – για ειδικούς λόγους (ο Μεταξάς πέθανε το 1941, ο Γεώργιος επέστρεψε στη χώρα το 1946 για να τη σώσει από τον κομμουνισμό…) ξεχνούσαν τον Γεώργιο Β’ Γλύξμπουργκ, καθόλα συνεταίρο του Μεταξά στη δικτατορία.
Αυτά γίνονταν τον παλιό καιρό, όταν η «μεταπολίτευση» ήταν στις δόξες της. Σήμερα πυκνώνουν οι προερχόμενες από την ίδια αστική ελίτ απόψεις περί του αγαθοεργούς ρόλου του Ιωάννη Μεταξά. Μαντεύει κανείς ότι σε λίγο θα γίνει και πρότυπο ο δικτάτορας. Εξωραΐζονται σήμερα γύρω μας οι φυλακίσεις, οι εκτοπίσεις, οι διωγμοί αθώων, τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι «προληπτικές συλλήψεις», οι επιθέσεις σε απεργούς, η καταστολή… στο Μεταξά θα κολλήσουμε τώρα!
Σε αυτό το κλίμα στην πολύ γνωστή ιστοσελίδα του Protagon.gr δημοσιεύθηκε, στις 7 Αυγούστου, «επετειακό» σημείωμα του Γιώργου Λυκοκάπη με ενδεικτικό τίτλο«Γιατί ο Μεταξάς δεν ήταν φασίστας». Δεν ήταν γιατί το λέει ο Πάξτον! Η επιστράτευση ενός διάσημου ιστορικού – γνωστή τακτική αυτή – προσδίδει επιστημονικό κύρος σε όποιο ρηχό και ασήμαντο σημείωμα ή άρθρο! Ο Πάξτον λοιπόν φέρεται να λέει (λέει πολλά ο Πάξτον, αυτό το λίγο όμως άρεσε στον σημειογράφο μας…) ότι για να έχουμε φασισμό πρέπει να έχουμε «μαζικό ριζοσπαστικό κόμμα», δηλαδή φασιστικό κίνημα… «Ο Μουσολίνι είχε τους Μελανοχίτωνές του, ο Χίτλερ τα Τάγματα εφόδου», λέει – εννοεί τα παραστρατιωτικά σώματα που είχε το φασιστικό και το ναζιστικό κόμμα στην Ιταλία και τη Γερμανία αντίστοιχα. (περισσότερα…)