Archive for the ‘Ποίηση’ category

Μανόλης Αναγνωστάκης – Όταν αποχαιρέτησα

4 Ιουλίου, 2013

managnost1961

[Όταν αποχαιρέτησα…]

Όταν αποχαιρέτησα τους φίλους

Σ’ αυτή τη γη ξεχάστηκεν η μέρα

Κι οι νύχτες εναλλάσσονταν με νύχτες.

Πώς να μιλήσω; Το πλήθος δάμαζε

Τους δημεγέρτες και τους πλάνους. Με στιλέτα

Καρφώναν τα δικά μου λόγια. Πώς να μιλήσω

Όταν στηνόνταν μυστικές αγχόνες

Σε κάθε πόρτα ενεδρεύοντας τον ύπνο

Και τόσα πού να στοιβαχτούνε γεγονότα

Τόσες μορφές να ξαναγίνουν αριθμοί

Πώς να εξηγήσω πιο απλά τι ήταν ο Ηλίας

Η Κλαίρη, ο Ραούλ, η οδός Αιγύπτου

Η 3η Μαΐου, το τραμ 8, η «Αλκινόη»

Το σπίτι του Γιώργου, το αναρρωτήριο.

Θα σου μιλήσω πάλι ακόμα με σημάδια

Με σκοτεινές παραβολές με παραμύθια

Γιατί τα σύμβολα είναι πιο πολλά απ’ τις λέξεις

Ξεχείλισαν οι περιπέτειες οι ιδιωτικές

Το άψογο πρόσωπο της Ιστορίας θολώνει

Αρχίζει μια καινούρια μέρα που κανείς δεν τη βλέπει

Και δεν την υποψιάζεται ακόμα

Όμως έχει τρυπώσει μες στις ραφές της καρδιάς

Στα καφενεία και στα χρηματιστήρια

Στις βροχερές ώρες, στ’ άδεια πάρκα, στα μουσεία

Μέσα στα σπουδαστήρια και στα μαγαζιά

Αλλάζει τη σύνθεση της ατμοσφαίρας

Τη γεύση του φιλιού, την πολυτέλεια της αμαρτίας

Το χυμισμό του κυττάρου, την ορμή της μπόρας.

Έχει στηθεί η σκηνή μα δε φωτίζουν οι προβολείς

Κι όλα τα πρόσωπα είν’ εδώ —αντάξια του δράματος—

Γενεές γενεών υποκριτές: η θλιβερά ερωμένη

Ο άνθρωπος με το χαμόγελο, ο επίορκος

Τα κουδουνάκια του τρελού, κάθε κατώτερη ράτσα

Άρχοντες και πληβείοι και αυτοτιμωρούμενοι.

Πώς τόσα πρόσωπα να γίνουν αριθμοί

Και τόσα γεγονότα απλά βιβλία

Χωρίς την επινόηση νέας διάταξης στοιχείων

Χωρίς τη νέα μύηση που θα σαρώσει την αυλαία

Σκίζοντας βίαια στα δυο το σάπιο μήλο

Να επιστρέψουν τ’ άγια στους σκύλους, τα βρέφη στις μήτρες

Κι όρθια η Πράξη σαν αλεξικέραυνο.

                       9η Θερμιδώρ 1955

ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ

(Η Συνέχεια 2) – Τα ποιήματα 1941-1956, Αθήνα, ιδιωτ. έκδοση, 1956.

(περισσότερα…)

«Στον τόπο μου είμαι τέλεια ξένος»

17 Ιουνίου, 2013

«Στον τόπο μου είμαι τέλεια ξένος»

François Villon- Θάνος Μικρούτσικος

Μετάφραση :Σπύρος Σκιαδαρέσης

Μπαλάντα του ποιητικού διαγωνισμού του Μπλουά

Το 2001 κυκλοφόρησε το cd  «Στον τόπο μου είμαι τέλεια ξένος» σε ποίηση του François Villon (Φρανσουά Βιγιόν).

Το cd περιέχει κυρίως απαγγελίες των ποιημάτων και λιγότερο μουσική. Στις απαγγελίες ακούμε τις φωνές των Φοίβου Δεληβοριά, Νίκου Ζούδιαρη, Χρήστου Θηβαίου, Αλκίνοου Ιωαννίδη, Χάρη Κατσιμίχα, Σωκράτη Μάλαμα, Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, Μιλτιάδη Πασχαλίδη και Ορφέα Περίδη. Υπάρχουν ακόμη 5 συνολικά μελοποιημένα κομμάτια, στα οποία τραγουδά ο ίδιος ο Θάνος Μικρούτσικος, αλλά και ο τενόρος Γιάννης Χριστόπουλος.

(περισσότερα…)

Για τα »Πεζογραφήματα» του Μάρκου Μέσκου

1 Ιουνίου, 2013

meskos1Χρόνης Μπότσογλου: Άντρας σε κόκκινο (1980)

Η πεζογραφία ενός ποιητή

Του Νίκου Δαβέττα

από την Εφημερίδα των Συντακτών

Ο Μάρκος Μέσκος συγκαταλέγεται στους κορυφαίους ποιητές της δεύτερης μεταπολεμικής γενιάς και όχι μόνο! Θυμάμαι πως το μακρινό 1981 , ως ανήσυχοι νέοι φοιτητές, είχαμε σπεύσει να αγοράσουμε τη συγκεντρωτική του έκδοση ‘’Μαύρο δάσος’’, που είχαν κυκλοφορήσει οι εκδόσεις ‘’Ύψιλον’’, με τη βεβαιότητα ότι ερχόμαστε σε επαφή με ένα πρωτόγνωρο ποιητικό σύμπαν, αρραγές και αυστηρά οριοθετημένο από τη δική του γενεαλογία. Ελάχιστες οι εμφανείς συγγένειες με τους προηγούμενους ποιητές, ελάχιστα τα κοινά μοτίβα με τους συνομήλικους δημιουργούς.

OLYMPUS DIGITAL CAMERA

Περιέργως δεν συμβαίνει το ίδιο με το πεζογραφικό του έργο, που έχουμε τώρα την ευκαιρία να το ξαναδιαβάσουμε συγκεντρωμένο σε έναν τόμο με τον λιτό τίτλο »Πεζογραφήματα». Αν και η θεματολογία του θα μπορούσαμε να πούμε ότι κινείται κοντά σε αυτήν της ποιητικής του κατάθεσης, εντούτοις τα περισσότερα αφηγήματά του εντάσσονται φυσιολογικά, χωρίς μοντερνιστικές αναζητήσεις και πειραματισμούς , στο κυρίως σώμα της μεταπολεμικής μας πεζογραφίας και θα έλεγα μάλιστα πως όσο περνούν τα χρόνια μοιάζουν να ‘’δένουν’’ αρμονικά με τις καλύτερες στιγμές της σχολής της »Θεσσαλονίκης». Ο Ιωάννου , ο Χατζητάτσης, ο Σφυρίδης, ο Καβαλιώτης Πρόδρομος Μάρκογλου, η Αγαθοπούλου, ο Σκαμπαρδώνης, ο Καλούτσας ασφαλώς χρησιμοποιούν τα ίδια εκφραστικά μέσα και κινούνται με τους ‘ίδιους ρυθμούς σε παρεμφερείς μικρόκοσμους. Ο εστιασμός στο μικροαστικό περιβάλλον, στο δράμα του ανώνυμου πολίτη που συνθλίβεται από το απρόσωπο κράτος ή τον ανάλγητο εργοδότη, οι ατελέσφοροι έρωτες που διεμβολίζουν την καθημερινότητα, κι ακόμη τα παιδικά χρόνια- ένας χαμένος πάντα παράδεισος- συναντώνται στους περισσότερους Βορειοελλαδίτες δημιουργούς, με μια αξιοπρόσεκτη ένταση και επιμονή. Κατά κανόνα απουσιάζουν από τα έργα τους οι μεγάλες συνθέσεις, τα μυθιστορήματα-ποταμοί, οι ιστορικές τοιχογραφίες με τις ιδεολογικές συγκρούσεις. Ο Μάρκος Μέσκος μένει πιστός στην παράδοση. Ολιγοσέλιδες ιστορίες, πυκνός λόγος, κοφτές προτάσεις που ολοκληρώνονται μες στο μυαλό του αναγνώστη, οδυνηρές μνήμες που ανασύρονται αίφνης από τον βυθό της λήθης για να ταρακουνήσουν τους καλοβαλμένους ήρωες του σήμερα. Ο προσφιλής χωροχρόνος στον οποίο επανέρχεται συχνά είναι η προπολεμική κατοχική Έδεσσα και ακόμη η σκληρή εμφυλιοπολεμική Θεσσαλονίκη της δεκαετίας του πενήντα.Δεν υστερούν και οι σκηνές από την πρωτεύουσα της δεκαετίας του εβδομήντα, έτη επαγγελματικού μόχθου και αγωνίας για τον επιούσιο, όπου το αυτοβιογραφικό στοιχείο ‘’πυκνώνει’’ την αφήγηση.

Μάρκος Μέσκος

Στην καταγραφή των γεγονότων- προσωπικών και αλλότριων- έρχονται ως αρωγοί του πρόσωπα οικεία από το συγγενικό ή το σχολικό περιβάλλον .Οι περισσότεροι, αδικοχαμένοι στις μυλόπετρες της Ιστορίας, έχουν σημαδέψει για πάντα τη διαδρομή του συγγραφέα, έχουν αφήσει το χνάρι τους πάνω στο δικό του χνάρι. Η επίκλησή τους μας θυμίζει στίχους από τον ποιητικό νεκρόδειπνο που στήνει ο  Τάκης Σινόπουλος στην ομώνυμη συλλογή του. Μια μάζωξη ανώνυμων αγωνιστών, θυμάτων της εμφύλιας σύγκρουσης και της αναιμικής δημοκρατίας που ακολούθησε, ένα προσκλητήριο αγνοουμένων, όπου ο δημιουργός είναι ο μοναδικός μάρτυρας του σύντομου περάσματός τους από τα χώματα της μητριάς πατρίδας. Η διάσωση μορφών ή ονομάτων είναι το μεγάλο κέρδος και γι αυτόν που γράφει και γι αυτόν που διαβάζει.

(περισσότερα…)

»Κλωστήριον Νυχτερινής Ανάπαυλας»

31 Μαΐου, 2013

 Ανδρέας Εμπειρίκος

 »Κλωστήριον Νυχτερινής Ανάπαυλας»

Εἴμεθα ὅλοι ἐντός τοῦ μέλλοντός μας. Ὅταν τραγουδᾶμε τραγουδᾶμε ἐμπρός στοὺς ἐκφραστικούς πίνακες τῶν ζωγράφων ὅταν σκύβουμε ἐμπρός στὰ ἄχυρα μιᾶς καμμένης πόλεως ὅταν προσεταιριζόμεθα τὴν ψιχάλα τοῦ ρίγους εἴμεθα ὅλοι ἐντός τοῦ μέλλοντός μας γιατὶ ὅ,τι και ἂν ἐπιδιώξουμε δέν εἰναι δυνατόν νὰ ποῦμε ὄχι νὰ ποῦμε ναί χωρίς τὸ μέλλον τοῦ προορισμοῦ μας ὅπως μιὰ γυναῖκα δέν μπορεῖ νὰ κάμῃ τίποτε χωρίς τὴν πυρκαγιά ποὺ κλείνει μέσα στὴ στάχτη τῶν ποδιῶν της.Ὅσοι τὴν εἶδαν δέν στάθηκαν νὰ ἐνατενίσουν οὔτε τὰ συστρεφόμενα κηπάρια οὔτε τὴν εὐωχία τῶν μαλλιῶν ποὺ λατρεύτηκαν οὔτε τὰ σουραύλια τῶν ἐργαστηριακῶν μεταγγίσεων ἀπὸ μιὰ χώρα σὲ φλέβες κόλπου θερμοῦ προστατευομένου ἀπὸ τὰ ἐγκόσμια καὶ τὰ μελτέμια τῆς κυανῆς ἀνταύγειας λιγυρῶν παρθένων.Εἴμεθα ὅλοι ἐντός τοῦ μέλλοντος μιᾶς πολυσύνθετης σημαίας ποὺ κρατεῖ τοὺς ἐχθρικοὺς στόλους ἐμπρός στὰ τείχη τῆς καρδιᾶς μου κατοχυρώνοντες ψευδαισθήσεις πιστοποιοῦντες ἐνδιάμεσες παρακλητικές μεταρρυθμίσεις χωρίς νὰ νοηθῇ τὸ ἀντικείμενον τῆς πάλης. Στιγμιότυπα μᾶς ἀπέδειξαν τὴν ὀρθότητα τῆς πορείας μας πρὸς τὸν προπονητήν τοῦ ἰδίου φαντάσματος τῆς προελεύσεως τῶν ὀνείρων καὶ τοῦ καθενός κατοίκου τῆς καρδιᾶς μιᾶς παμπαλαίας πόλης. Ὅταν ἐξαντληθοῦν τὰ χρονικά μας θὰ φανοῦμε γυμνότεροι καὶ ἀπὸ τὴν ἄφιξι τῆς καταδίκης παρομοίων πλοκαμιῶν καὶ παστρικῶν βαρούλκων γιατί ὅλοι μας εἴμεθα ἐντός τῆς σιωπῆς τοῦ κρημνιζομένου πόνου στὰ γάργαρα τεχνάσματα τοῦ μέλλοντός μας.

από την Υψικάμινο, 1935 

Για τον Γιώργο Σαραντάρη

29 Μαΐου, 2013

ΣαραντάρηςΤα συνθήματα μιλούν με λόγια ποιητών…*

«Δεν είμαστε ποιητές σημαίνει φεύγουμε
σημαίνει εγκαταλείπουμε τον αγώνα
παρατάμε τη χαρά στους ανίδεους
τις γυναίκες στα φιλιά του ανέμου
και στη σκόνη του καιρού
σημαίνει πως φοβούμαστε
και η ζωή μας έγινε ξένη
ο θάνατος βραχνάς»

(«Δεν είμαστε ποιητές…», Γιώργος Σαραντάρης)

 Γιώργος Σαραντάρης (Κωνσταντινούπολη 1908 – Αθήνα 1941)
ποιητής, φιλόσοφος και δοκιμιογράφος.

 Διαβάστε ποιήματά του στην ιστοσελίδα

http://www.phys.uoa.gr/~nektar/arts/poetry/

Αφιερωμένο στον Γιώργο Σαραντάρη, στον αισθαντικό ποιητή, κριτικό και φιλόσοφο, που αποτελεί μια εξαιρετική περίπτωση στα ελληνικά Γράμματα, είναι το επεισόδιο της σειράς «Εποχές και Συγγραφείς» του Τάσου Ψαρρά (ΕΤ1), που μπορείτε να παρακολουθήσετε στο παραπάνω video.

Sarantaris  Giorgos

Ο Γιώργος Σαραντάρης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, γιος του Δημήτρη Σαραντάρη και της Μαλθίντας το γένος Σωτηρίου, καταγόμενων από το Λεωνίδι της Κυνουρίας. Από το 1912 ως το 1931 έζησε στην Ιταλία, όπου εγκαταστάθηκε η οικογένειά του. Από νεανική ηλικία στράφηκε στη λογοτεχνία και τη μελέτη της φιλοσοφίας, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με τις ξένες γλώσσες. Σπούδασε νομικά στα πανεπιστήμια της Μπολώνια και της Ματσεράτα, και πήρε διδακτορικό δίπλωμα. Στην Ιταλία έγραψε τους πρώτους στίχους του, στα ιταλικά και στα ελληνικά και δημοσίευσε ποιήματα στην ιταλική και γαλλική γλώσσα. Το 1931 επέστρεψε στην Ελλάδα και μπήκε στους λογοτεχνικούς κύκλους. Κατά τη διάρκεια του πολέμου του 1940 στρατεύτηκε στην Αλβανία και αρρώστησε από κοιλιακό τύφο. Μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου πέθανε το 1941.

Για τον Γιώργο  Σαραντάρη

Του Γιάννη ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗ

εφημ. Ριζοσπάστης, 2003

«Οταν ο Ιταλός διχτάτορας χτύπησε με τις φασιστικές ορδές του την Αλβανία την άνοιξη του 1939, κάναμε τον περίπατό μας με το Σαραντάρη στην πλατεία του Συντάγματος. Η είδηση ήρθε βράδυ, ξαφνικά και μας αναστάτωσε. Ο Σαραντάρης ήταν έξω από τον εαυτό του. Χειρονομούσε και φώναζε. Σε κάθε δυο – τρία βήματα με σταματούσε και με τραβούσε από το σακάκι, για να μου εκφράσει την κατάπληξη και την αγανάχτησή του: «Ο άτιμος, στους μικρούς, στους αδύναμους ρίχνεται». Πρώτη φορά που έβλεπα τον γαλήνιο, τον χριστιανό Σαραντάρη να εξάπτεται και να βρίζει. Ισαμε που χωρίσαμε ήταν γεμάτος ανησυχία και ταραχή, και όλο έλεγε και ξανάλεγε αυτή τη φράση: «Τους αδύνατους χτυπάνε, τους μικρούς…».

Να προαισθανόταν άραγε την 28η Οκτωβρίου του 1940, όπου αυτός ο αδύνατος στο σώμα σαν την Ελλάδα, την πατρίδα του, αλλά δυνατός στην ψυχή, θα βάδιζε πρώτος προς τη θυσία του αίματος για τη λευτεριά;

«Οταν δε φοβούμαστε πια το θάνατο, όταν σκοτώσουμε μια για πάντα το φόβο του θανάτου, τότε γινόμαστε ελεύθεροι», γράφει στο βιβλίο του «Η Παρουσία του Ανθρώπου».

(περισσότερα…)

Nίκος Καρούζος

16 Μαΐου, 2013

1and7a

Πέντε Ποιήματα μέσ᾿ τὸ Σκοτάδι. Εἰκόνα

Γυρίζει μόνος
στὰ χείλη του παντάνασσα σιωπὴ
συνέχεια τῶν πουλιῶν τὰ μαλλιά του.
Ὠχρὸς
μὲ βουλιαγμένα ὄνειρα κι ἀνέγγιχτος
νερὸ τρεχάμενο στὰ ρεῖθρα, ὠχρὸς
ἕλληνας.
Πάντα ὁ δρόμος μέσ᾿ στὰ μάτια του
κ᾿ ἡ λάμψη ἀπ᾿ τὴ φωτιὰ
ποὺ καταλύει
τὴ νύχτα.
Γυρίζει μόνος
στὰ χέρια τοῦ κλαδὶ ἀπὸ ἐλιὰ
γεμάτος πόνο χάνεται στὰ δειλινὰ
αἰσθάνεται
πὼς ὅλα χάθηκαν.
Μὴν τοῦ μιλᾶτε εἶναι ἄνεργος
τὰ χέρια στὶς τσέπες του
σὰν δυὸ χειροβομβίδες.
Μὴν τοῦ μιλᾶτε δὲ μιλοῦν στοὺς καθρέφτες.
Ἄνθη τῆς λεμονιᾶς
λουλούδια τοῦ ἀνέμου
στεφάνωσέ τον Ἄνοιξη
τὸν κλώθει ὁ θάνατος.

Nίκος Καρούζος

1and7a

Το »Κατά Σαδδουκαίων» του Μιχάλη Κατσαρού.

14 Μαΐου, 2013

Mίκης Θεοδωράκης – Μιχάλης Κατσαρός

Κατά Σαδδουκαίων

Ποίηση: Μιχάλης Κατσαρός(1953)
Σύνθεση:Mίκης Θεοδωράκης 1981-1982, Παρίσι
Ηχογράφηση: 1985 ( πρώτη εκτέλεση στις 23/2/1983 στο Metropol-Theater Berlin, μετάφραση στα Γερμανικά: Dirk Mandel) Joachim Vogt (τενόρος), Herman Christian Polster (μπάσσος), Jurgen Freier (βαρύτονος), Friedrich Wilhelm Junge (αφηγητής) , Rundfunkchor Berlin (διδασκαλία χορωδίας Dietrich Knothe) Berliner Sinfonie Orchester, υπό  τη διεύθυνση του Hans Peter Frank, Μinos (Greece), Eterna (DDR).

Ελληνική εκτέλεση: 18/9/1998, Ωδείο Ηρώδου Αττικού, Κώστας Πασχάλης, Θάνος Πετράκης, Φραγκίσκος Βουτσίνος, Νίκος Τζόγιας (αφηγητής), Συμφωνική Ορχήστρα και χορωδία της ΕΡΤ (διδασκαλία χορωδίας: Έλλη Νικολαίδη) υπο τη διεύθυνση του Λουκά Καρυτινού.

  • 1.Το σχήμα μου (Presto)
  • 2.Τυφλή εποχή (Andante)
  • 3.Έπρεπε τώρα (Andante)
  • 4.Δωριείς (Andante)
  • 5.Στο νεκρό δάσος (Andante)
  • 6.Ξανθός όμορφος (Andante)
  • 7.Κατά Σαδδουκαίων (Moderato Vivace)

Τὸ σχῆμα μου

Θὰ προσπαθήσω νὰ δώσω τὸ σχῆμα μου
ὅπως συντρίβεται σὲ δυὸ λιθάρια
θὰ σκεφτῶ ὑπόχρεος ἀπέναντί σου
θὰ στήσω τὴ φοβερὴ ὀμπρέλα μου
μὲ τὶς μπαλένες ἀπ᾿ τὸ πρόσωπό μου
μαύρη ὑγρὴ ἀκατανόητη
ἀπ᾿ τὸν καιρὸ ποὺ ἤτανε ἀσπίδα
ποὺ ἦταν ταπεινὸ κυκλάμινο
καὶ μιὰ ρομφαία.

Θέλω νὰ μιλήσω ἁπλὰ γιὰ τὴν ἀγάπη
τῶν ἀνθρώπων
καὶ παρεμβαίνουν οἱ θύελλες
παρεμβαίνει τὸ πλῆθος
τὸ στῆθος μου
τὸ τρομερὸ ἡφαίστειο ποὺ λειτουργεῖ
κάτ᾿ ἀπὸ πέτρες.
Τὰ φριχτὰ ἐρωτήματα παραμένουν ἐπίμονα
μαῦρα ὑγρὰ ἀκατανόητα
παραμένουν ἐπίσημα
σὰν σαρτεβάλια.
Ὅσο ἀπ᾿ τὶς μικρὲς καλύβες νὰ γελοῦν
ὅσοι οἱ χωρικοὶ νὰ μπαίνουν στὰ ἐργοστάσια
ὁ πύργος μας καίγεται
θ᾿ ἀφήσουν ἐποχὴ οἱ ἔνδοξες μέρες
ὅλα τ᾿ ἀπόκρυφα χειρόγραφα θὰ ἐπιστραφοῦν
ἀπὸ σοφοὺς καὶ μάντεις.

(περισσότερα…)

Τάσος Λειβαδίτης – Η μεγάλη μάχη

4 Μαΐου, 2013

stithaghi.blogspot.gr/

Κάποτε, καθώς φεύγεις

πηγαίνοντας σε μια μεγάλη μάχη

θα σου ΄τυχε ν’ ακούσεις ξαφνικά από ΄να παράθυρο

ένα πιάνο να παίζει.

Ίσως ένα κορίτσι με άσπρα δάχτυλα

ή ένας άντρας με δυνατά χέρια

να παίζουν αυτόν το λυπημένο σκοπό

που σου θυμίζει τα παιδικά σου χρόνια, τους χαμένους έρωτες

όλα όσα ονειρεύτηκες χωρίς να τα ζήσεις

τα γιασεμιά που σου γυρίσανε

την καρδιά σου που την ποδοπατήσαν.

 

Εσύ στέκεσαι με το στόμα ανοιγμένο

ακούγοντας κάτω απ’ τη βροχή-

μα πρέπει να βιαστείς, προχωράνε οι άλλοι

χάθηκαν κιόλας στη στροφή του δρόμου.

Κι όπως ξεκινάς με πλατύ βήμα

τα παιδικά σου χρόνια

οι χαμένοι έρωτες

όλα όσα ονειρεύτηκες χωρίς να τα ζήσεις

τα γιασεμιά που σου γυρίσανε

η καρδιά σου που την ποδοπατήσαν

ξεκινάνε κι αυτά πλάι σου-

να πολεμήσουν

μαζί σου.

ΤΑΣΟΣ ΛΕΙΒΑΔΙΤΗΣ

 «Στίχοι γραμμένοι σε πακέτα τσιγάρα», ΠΟΙΗΣΗ [ΤΟΜ. 1], εκδ.ΚΕΔΡΟΣ

(περισσότερα…)

Πάσχα τρανό σαν την καρδιά μας…

3 Μαΐου, 2013

 

Σωπάστε αδέρφια. Το τραπέζι είναι στρωμένο.

Και δεν θα το ξεστρώσουμε πριν πάρει τέλος.
Να πιήτε σεις να πιουν κι αυτοί. Να πιω κι εγώ συντρόφοι.

Πασχαλινό είν’ το τραπέζι και μεγάλο.
Κι οχτρούς και φίλους τους χωράει η ίδια τάβλα.

Καθένας το ποτήρι του να πιεί. Καθένας να μεθύσει
με το δικό του το μυαλό κι όποιο του πάει τραγούδι
να τραγουδήσει πάνω στα κεράσματα.

Τι εδώ είναι Πάσχα. Και το θέλουμε ως το τέλος Πάσχα.
Πάσχα πλατύ. Πάσχα τρανό σαν την καρδιά μας.
Πάσχα για οχτρούς. Πάσχα για φίλους. Πάσχα για όλους.

Τι ένα σφαχτό μπορεί να φτάσει σε χιλιάδες
σαν οι καρδιές μονιάσουν όλες στην αλήθεια.

Όρκο μεγάλο ομόσωμεν αδέλφια αλήθεια.
Το νιόν αυτό παράδεισο που μας αντάμωσε όλους
με τους αγώνες στην αρχή, με το ψωμί κατόπι,
με τις δροσιές του, με τα λουλούδια, με τα πουλιά του
να τον απλώσουμε στη γην αγάλι-αγάλι
κι οι Ανατολίτες λαοί κι από την Δύση να το σπρώξουν.

Ακούραστοι μπροστά κι αντάμα πάντα
το ζωντανό νερό της πίστης μας αδέλφια
απ΄τους φραγμούς να το λυτρώσουμε τον κόσμο να ποτίσει.

————-

Απόσπασμα από την τραγωδία του Άγγελου Σικελιανού “ Ο Χριστός Λυόμενος ή ο θάνατος τού Διγενή” ( 1947)

(περισσότερα…)

Σόνια Ιλίνσκαγια: Γιάννης Ρίτσος-Αναζητήσεις στην πορεία ενός οράματος

16 Απριλίου, 2013

assets_LARGE_t_420_2401083_type11495Πηγή: Ουτοπία Νο 1, σελ 111-126

αρχείο λήψης (1)Δεν είναι η πρώτη φορά που κάνω μια δημόσια ομιλία για το Γιάννη Ρίτσο. Πρώτη φορά όμως αντιμετωπίζω το έργο του σαν ένα τετελεσμένο πια γεγονός με τον ίδιο τον ποιητή να έχει περάσει πλέον στην ιστορία. Οι περιστάσεις πιστεύω επι­βάλλουν μια θεώρηση όχι γενική, απολογιστική, αλλά ερευνητική, απαλλαγμένη από κάποια έτοιμα κλισέ, τίτλους τιμής, εύκολους ενθουσιασμούς και εύκολες επικρί­σεις. Είναι χρέος και της κριτικής και της φιλολογικής επιστήμης απέναντι σε ένα έργο εξαιρετικά μεγάλων διαστάσεων (με την πολλαπλή σημασία αυτής της λέξης), που, φοβάμαι, σε ένα σημαντικό βαθμό παραμένει απροσπέλαστο.

Επιλέγοντας το θέμα της σημερινής μου ομιλίας, φροντίζοντας για την απα­ραίτητη περιχάραξη του, θέλησα να προσεγγίσω έναν από τους κυρίαρχους άξονες της δημιουργίας του Ρίτσου, ένα ιδιαίτερο δικό της στίγμα. Εννοώ την πορεία του οράματος του, την οποία δε θα προσπαθήσω βέβαια να την καλύψω σε όλο της το φά­σμα, θα σταθώ σε μερικές μόνο πτυχές καλλιτεχνικής σύλληψης – με αναλυτική διά­θεση που ίσως κάποιες στιγμές θα σας φανεί και σχολαστική.

Ο Ρίτσος ανήκει στους ποιητές που έχουν μεγάλο όραμα, καθολικό και δυνα­μικό. Όραμα κοινωνικής αλλαγής του κόσμου. Αυτό εμπνέει σταθερά όλη την ποιη­τική πορεία του, αλλά ταυτόχρονα εξελίσσεται και εμπλουτίζεται μέσα απ’ αυτή την πορεία. Όταν ξεκινούσα, ήμουν σίγουρος, ότι θ’ αλλάξω τη ροή της ζωής, – είχε πει σε έναν συμπατριώτη του Αρμένη πεζογράφο τον Ουίλιαμ Σαρογιάν. – Εκτιμώ πολύ την προσπάθεια του Τολστόι ν’ αλλάξει τον κόσμο. Αντί ν’ αλλάξει τον κόσμο, άλ­λαξε ο ίδιος ο Τολστόι. Μου αρέσει, όταν ο συγγραφέας αλλάζει κατ’ αυτόν τον τρό­πο. Όταν το διάβαζα, σκέφτηκα το Ρίτσο. Έχω την εντύπωση πως τον εκφράζει πολύ ουσιαστικά μια τέτοια προσέγγιση. Ίσως βρίσκει στο Ρίτσο μια πολύ χαρακτηριστι­κή περίπτωση δημιουργού που ξεκίνησε με την αγέρωχη νεανική πίστη πως είναι «ζευγάς της νέας σποράς» και πως στο όνομα του «ο αιώνας μας ακέριος θ’ αντηχάει», και ο αιώνας πράγματι για πολλές δεκαετίες αντηχούσε στο έργο του με όλες τις διακυμάνσεις των ιστορικών του αλλαγών, των ιδεολογικών και ψυχολογικών του μεταπτώσεων.

Το καλλιτεχνικό κατόρθωμα του Ρίτσου είναι ο στοχαστικός έλεγχος που άφηνε να του ασκούν τα πράγματα, δοκιμάζοντας τις ιδέες του, τη σκέψη του, το λό­γο του. Αυτή η παρέμβαση διέσωζε τελικά τη βαθύτερη αλήθεια των ποιητικών του καταθέσεων από την υποταγή σε όποια σχήματα και δόγματα. Μερικές απ’ αυτές τις στιγμές θα σας πρότεινα να αναδείξουμε απόψε με την επιλεκτική βυθομέτρηση του ποιητικού κόσμου του Ρίτσου, θα προσεγγίσουμε τρία έργα του – τη Ρωμιοσύνη, του Φιλοκτήτη και το Τερατώδες αριστούργημα.Θα ξεκινήσουμε, βέβαια, από τη Ρωμιο­σύνη, που γράφτηκε ανάμεσα στο 1945-1947.

(περισσότερα…)

ΜΑΑ:Βίντεο από την εκδήλωση «Καβάφης: Κρίση, Παρακμή, Ουτοπία, Αριστερά»

8 Απριλίου, 2013

Μέτωπο Αλληλεγγύης και Ανατροπής

Βίντεο από την εκδήλωση του Τμήματος Πολιτισμού για τον Καβάφη.

Μουσική : Δημήτρης Μητρόπουλος,

Απαγγελία : Λευκοθέα Φιλιππίδη

Στο πιάνο η Μαρίνα Παπαδημητρίου και στο μαντολίνο ο Μιχάλης Μεσσήνης.

Συντονίζει η Ελένη Δημοπούλου.

(περισσότερα…)

»Καιρός λοιπόν να σκάψουμε καινούργια χαρακώματα» – Τάκης Σινόπουλος

6 Απριλίου, 2013

Πηγή:http://stithaghi.blogspot.gr/

ΔΕ ΛΕΝΕ, δεν ξεκαθαρίζουν τίποτα. Το πρόσωπό τους είναι σκοτεινό. Είναι και κάτι σκοτεινότεροι που ανάβουνε φωτιές με τις εφημερίδες. Καιρός λοιπόν να σκάψουμε καινούργια χαρακώματα. Τα παλιά είναι φίσκα απ’ τους νεκρούς.

ΟΛΗ ΤΗ μέρα παλεύοντας, παραμερίζοντας συρματοπλέγματα και σίδερα, βρίσκεις ξαφνικά χωμένους κάτω από τις πέτρες ένα σωρό πολεμιστές. Κοιτάζεις μ’ απορία, τίποτα δε θυμάσαι. Κι όταν τη νύχτα πέφτεις τσακισμένος να κοιμηθείς, τότε έρχονται μπροστά σου ονόματα και πρόσωπα, πράξεις και γεγονότα, σε μια παράξενη σειρά, αντιστραμμένες εποχές, αυθαίρετος ο χρόνος.

ΤΑΚΗΣ ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ

(Ο ΧΑΡΤΗΣ, εκδ. Κέδρος Αθήνα 1981)

 «Εγκώμιον μονοτονίας»

Μουσική: ΘΑΝΟΣ ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ

(περισσότερα…)

Ενα αθησαύριστο ποίημα του Γιώργου Κοτζιούλα από το αναγνωστικό “Τα Αετόπουλα” για την Γ’ και Δ’ τάξη (“του βουνού”), 1944

28 Μαρτίου, 2013

ceb1ceb5cf84cf8ccf80cebfcf85cebbceb1-ceb1cebdceb1ceb3cebdcf89cf83cf84ceb9cebacf8c-ceb3-ceb4-cf84ceaccebeceb7cf82-ceb4ceb7cebccebfΤα Αετόπουλα, Αναγνωστικό Γ και Δ τάξης Δημοτικού, ΠΕΕΑ, 1944

Πηγή: Βασιλική Μετατρούλου 

Κι εμείς, εδώ, αγαπάμε και εκτιμάμε τον ποιητή, λογοτέχνη, θεατρικό συγγραφέα και αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης, Γιώργο Κοτζιούλα, και έχουμε σκύψει (λίγο, όμως, το ομολογούμε) επάνω στο έργο του. Πολύ περισσότερο έχουν σκύψει οι φίλοιΝίκος Σαραντάκος και Σοφία Κολοτούρου. Μπορείς να δείτε πολλά δείγματα της εργασίας τους, εδώ στον ιστότοπο του Νίκου, εδώ στο ιστολόγιό του, εδώ στην ιστοσελίδα της Σοφίας και εδώ σε μια από κοινού εργασία τους.

Η δική μας μικρή συνεισφορά, λοιπόν, ένα άγνωστο ποίημα του Γιώργου Κοτζιούλα (“αθησαύριστο“, μας είπε ο Νίκος), και μάλλον αλλιώτικο σε σχέση με τα όσα ξέραμε. Προέρχεται από το αναγνωστικό του 1944, Γ’ και Δ’ τάξης με τίτλο “Τα Αετόπουλα“, το οποίο μαζί με το αντίστοιχο για την Ε’ και Στ’ τάξη με τίτλο “Ελεύθερη Ελλάδα“, έμειναν γνωστά ως “τα αναγνωστικά της ΠΕΕΑ“, τα επονομαζόμενα και “αναγνωστικά του βουνού“. Το ποίημα έχει τίτλο “Ελληνόπουλα“.

ceb3ceb9cf8ecf81ceb3cebfcf82-cebacebfcf84ceb6ceb9cebfcf8dcebbceb1cf82-ceb5cebbcebbceb7cebdcf8ccf80cebfcf85cebbceb1-cf80cebfceafceb7

 Γιώργος Κοτζιούλας – Ελληνόπουλα – Ποίημα στο Αναγνωστικό Γ + Δ τάξης Αετόπουλα, 1944

Λίγα λόγια ακόμη.

Τα αναγνωστικά αυτά γράφτηκαν και εκδόθηκαν από τις 20 Αυγούστου 1944 ως τις 20 Σεπτεμβρίου 1944, στην ελεύθερη Ελλάδα, στα πλαίσια του “Σχεδίου για μια λαϊκή παιδεία” που εκπονήθηκε από τις προοδευτικές αντιστασιακές δυνάμεις, που έδρασαν στους ορεινούς όγκους της Στερεάς Ελλάδος, και εντάσσονταν στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της Πανελλήνιας Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) για την παιδεία. Μια «άλλη εκπαιδευτική μεταρρύθμιση» που τελικά δεν έγινε. Η έκδοση των νέων αναγνωστικών, που γράφτηκαν στη δημοτική γλώσσα και μοιράστηκαν -για πρώτη φορά στην ιστορία του ελληνικού κράτους- δωρεάν σε 100.000 αντίτυπα στα Ελληνόπουλα της Ελεύθερης Ελλάδας, υπήρξε αποτέλεσμα συλλογικής προσπάθειας των εκπαιδευτικών των Παιδαγωγικών Φροντιστηρίων Τύρνας και Καρπενησίου. Αυτά τα δύο Παιδαγωγικά Φροντιστήρια, -ένα στο Καρπενήσι, (που τον Αύγουστο υποχρεώθηκε να μεταφερθεί στο Τροβάτο) και ένα στην Τύρνα της Θεσσαλικής Πίνδου- είχαν ιδρυθεί, με απόφαση της ΠΕΕΑ στις 8 Ιουνίου 1944 και είχαν στόχο την εκπαίδευση δασκάλων και δασκαλισσών για τα σχολεία της περιοχής.

(περισσότερα…)

Γιώργος Σεφέρης – «Μυθιστόρημα»

23 Μαρτίου, 2013

File:Γιώργος Σεφέρης.jpg

(ἀπὸ τὴν ἔκδοση «Γιῶργος Σεφέρης, Ποιήματα», Ἴκαρος, 1989)

Si j᾿ ai du gout, ce n᾿ est guère
Que pour la terre et les pierres.
ARTHUR RIMBAUD

Α´

Τὸν ἄγγελο
τὸν περιμέναμε προσηλωμένοι τρία χρόνια
κοιτάζοντας πολὺ κοντὰ
τὰ πεῦκα τὸ γιαλὸ καὶ τ᾿ ἄστρα.
Σμίγοντας τὴν κόψη τ᾿ ἀλετριοῦ
ἢ τοῦ καραβιοῦ τὴν καρένα
ψάχναμε νὰ βροῦμε πάλι τὸ πρῶτο σπέρμα
γιὰ νὰ ξαναρχίσει τὸ πανάρχαιο δράμα.

Γυρίσαμε στὰ σπίτια μας τσακισμένοι
μ᾿ ἀνήμπορα μέλη, μὲ τὸ στόμα ρημαγμένο
ἀπὸ τὴ γέψη τῆς σκουριᾶς καὶ τῆς ἁρμύρας.
Ὅταν ξυπνήσαμε ταξιδέψαμε κατὰ τὸ βοριά, ξένοι
βυθισμένοι μέσα σὲ καταχνιὲς ἀπὸ τ᾿ ἄσπιλα φτερὰ τῶν κύκνων ποὺ μᾶς πληγώναν.
Τὶς χειμωνιάτικες νύχτες μᾶς τρέλαινε ὁ δυνατὸς ἀγέρας τῆς ἀνατολῆς
τὰ καλοκαίρια χανόμασταν μέσα στὴν ἀγωνία τῆς μέρας ποὺ δὲν μποροῦσε νὰ ξεψυχήσει.

Φέραμε πίσω
αὐτὰ τ᾿ ἀνάγλυφα μιᾶς τέχνης ταπεινῆς.

Β´

Ἀκόμη ἕνα πηγάδι μέσα σὲ μιὰ σπηλιά.
Ἄλλοτε μᾶς ἦταν εὔκολο ν᾿ ἀντλήσουμε εἴδωλα καὶ στολίδια
γιὰ νὰ χαροῦν οἱ φίλοι ποὺ μᾶς ἔμεναν ἀκόμη πιστοί.
Ἔσπασαν τὰ σκοινιὰ μονάχα οἱ χαρακιὲς στοῦ πηγαδιοῦ τὸ στόμα
μᾶς θυμίζουν τὴν περασμένη μας εὐτυχία:
τὰ δάχτυλα στὸ φιλιατρό, καθὼς ἔλεγε ὁ ποιητής.
Τὰ δάχτυλα νιώθουν τὴ δροσιὰ τῆς πέτρας λίγο
κι ἡ θέρμη τοῦ κορμιοῦ τὴν κυριεύει
κι ἡ σπηλιὰ παίζει τὴν ψυχή της καὶ τὴ χάνει
κάθε στιγμή, γεμάτη σιωπή, χωρὶς μία στάλα.

Γ´

Μέμνησο λουτρῶν οἷς ἐνοσφίσθης

Ξύπνησα μὲ τὸ μαρμάρινο τοῦτο κεφάλι στὰ χέρια
ποὺ μοῦ ἐξαντλεῖ τοὺς ἀγκῶνες καὶ δὲν ξέρω ποῦ νὰ
τ᾿ ἀκουμπήσω.
Ἔπεφτε τὸ ὄνειρο καθὼς ἔβγαινα ἀπὸ τὸ ὄνειρο
ἔτσι ἑνώθηκε ἡ ζωή μας καὶ θὰ εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ ξαναχωρίσει.

Κοιτάζω τὰ μάτια. Μήτε ἀνοιχτὰ μήτε κλειστὰ
μιλῶ στὸ στόμα ποὺ ὅλο γυρεύει νὰ μιλήσει
κρατῶ τὰ μάγουλα ποὺ ξεπέρασαν τὸ δέρμα.

Δὲν ἔχω ἄλλη δύναμη
τὰ χέρια μου χάνουνται καὶ μὲ πλησιάζουν
ἀκρωτηριασμένα.

Δ´

ΑΡΓΟΝΑΥΤΕΣ

Καὶ ψυχὴ
εἰ μέλλει γνώσεσθαι αὐτὴν
εἰς ψυχὴν
αὐτὴ βλεπτέον:
τὸν ξένο καὶ τὸν ἐχθρὸ τὸν εἴδαμε στὸν καθρέφτη.

Ἤτανε καλὰ παιδιὰ οἱ σύντροφοι, δὲ φωνάζαν
οὔτε ἀπὸ τὸν κάματο οὔτε ἀπὸ τὴ δίψα οὔτε ἀπὸ τὴν παγωνιά,
εἴχανε τὸ φέρσιμο τῶν δέντρων καὶ τῶν κυμάτων
ποὺ δέχουνται τὸν ἄνεμο καὶ τὴ βροχὴ
δέχουνται τὴ νύχτα καὶ τὸν ἥλιο
χωρὶς ν᾿ ἀλλάζουν μέσα στὴν ἀλλαγή.
Ἤτανε καλὰ παιδιά, μέρες ὁλόκληρες
ἵδρωναν στὸ κουπὶ μὲ χαμηλωμένα μάτια
ἀνασαίνοντας μὲ ρυθμὸ
καὶ τὸ αἷμα τοὺς κοκκίνιζε ἕνα δέρμα ὑποταγμένο.
Κάποτε τραγούδησαν, μὲ χαμηλωμένα μάτια
ὅταν περάσαμε τὸ ἐρημόνησο μὲ τὶς ἀραποσυκιὲς
κατὰ τὴ δύση, πέρα ἀπὸ τὸν κάβο τῶν σκύλων
ποὺ γαβγίζουν.
Εἰ μέλλει γνώσεσθαι αὐτήν, ἔλεγαν
εἰς ψυχὴν βλεπτέον, ἔλεγαν
καὶ τὰ κουπιὰ χτυποῦσαν τὸ χρυσάφι τοῦ πελάγου
μέσα στὸ ἡλιόγερμα.
Περάσαμε κάβους πολλοὺς πολλὰ νησιὰ τὴ θάλασσα
ποὺ φέρνει τὴν ἄλλη θάλασσα, γλάρους καὶ φώκιες.
Δυστυχισμένες γυναῖκες κάποτε μὲ ὀλολυγμοὺς
κλαίγανε τὰ χαμένα τους παιδιὰ
κι ἄλλες ἀγριεμένες γύρευαν τὸ Μεγαλέξαντρο
καὶ δόξες βυθισμένες στὰ βάθη τῆς Ἀσίας.
Ἀράξαμε σ᾿ ἀκρογιαλιὲς γεμάτες ἀρώματα νυχτερινὰ
μὲ κελαηδίσματα πουλιῶν, νερὰ ποὺ ἀφήνανε στὰ χέρια
τὴ μνήμη μιᾶς μεγάλης εὐτυχίας.
Μὰ δὲν τελειῶναν τὰ ταξίδια.
Οἱ ψυχές τους ἔγιναν ἕνα με τὰ κουπιὰ καὶ τοὺς σκαρμοὺς
μὲ τὸ σοβαρὸ πρόσωπο τῆς πλώρης
μὲ τ᾿ αὐλάκι τοῦ τιμονιοῦ
μὲ τὸ νερὸ ποὺ ἔσπαζε τὴ μορφή τους.
Οἱ σύντροφοι τέλειωσαν μὲ τὴ σειρά,
μὲ χαμηλωμένα μάτια. Τὰ κουπιά τους
δείχνουν τὸ μέρος ποὺ κοιμοῦνται στ᾿ ἀκρογιάλι.
Κανεὶς δὲν τοὺς θυμᾶται. Δικαιοσύνη.

(περισσότερα…)

O Captain! My Captain!

21 Μαρτίου, 2013

19YYYY

21 Μαρτίου-Παγκόσμια Ημέρα Ποίησης  

Walt Whitman (1819-1892)

O Captain! My Captain!

O Captain! My Captain!

O CAPTAIN! my Captain! our fearful trip is done,

The ship has weather’d every rack, the prize we sought is won,

The port is near, the bells I hear, the people all exulting,

While follow eyes the steady keel, the vessel grim and daring;

But O heart! heart! heart!

O the bleeding drops of red,

Where on the deck my Captain lies,

Fallen cold and dead. 

O Captain! my Captain! rise up and hear the bells;

Rise up -for you the flag is flung -for you the bugle trills,

For you bouquets and ribbon’d wreaths -for you the shores acrowding,

For you they call, the swaying mass, their eager faces turning;

Here Captain! dear father!

This arm beneath your head!

It is some dream that on the deck,

You’ve fallen cold and dead.

My Captain does not answer, his lips are pale and still,

My father does not feel my arm, he has no pulse nor will,

The ship is anchor’d safe and sound, its voyage closed and done,

From fearful trip the victor ship comes in with object won;

Exult O shores, and ring O bells!

But I with mournful tread,

Walk the deck my Captain lies,

Fallen cold and dead.

 Πηγή:http://stithaghi.blogspot.gr/

Ο Ουώλτ Ουίτμαν – Walt Whitman (1819-1892) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς και ποιητές. Κυριότερο έργο του αποτελεί η ποιητική συλλογή «Φύλλα Χλόης» (Leaves of Grass) και ένα από τα πιο γνωστά ποιήματά του το «Καπετάνιε! Ω Kαπετάνιε μου!» (O Captain! My Captain!). Παραθέτουμε βιογραφικά στοιχεία του ποιητή, το ποίημα στα αγγλικά, δυο μεταφράσεις του στα ελληνικά και δυο βίντεο με σκηνές από την κινηματογραφική ταινία «Ο κύκλος των χαμένων ποιητών» (Dead Poets Society), στα οποία απαγγέλονται στίχοι του Ουίτμαν.

(περισσότερα…)

»Μάρτιαι Ειδοί»

20 Μαρτίου, 2013

kais1(Πλούταρχος) 

Στις ειδούς του Μάρτη του 44 π.Χ, που πέφταν στις 15 του μήνα τον Μάρτη δολοφονήθηκε ο Καίσαρας. Ένας μάντης τον είχε προειδοποιήσει, να φυλάγεται γιατί στις ειδούς του Μάρτη θα περάσει μεγάλο κίνδυνο. Τη μέρα εκείνη, ο Καίσαρας συνάντησε τον μάντη καθώς πήγαινε προς την Σύγκλητο. «Φτάσαν οι Ειδοί», του είπε πειραχτικά ο Καίσαρας. «Ναι, αλλά δεν πέρασαν», του απάντησε ο μάντης… 

kavafis2

Μάρτιαι Ειδοί

Τα μεγαλεία να φοβάσαι, ω ψυχή.
Και τες φιλοδοξίες σου να υπερνικήσεις
αν δεν μπορείς, με δισταγμό και προφυλάξεις
να τες ακολουθείς. Και όσο εμπροστά προβαίνεις,
τόσο εξεταστική, προσεκτική να είσαι.

Κι όταν θα φθάσεις στην ακμή σου, Καίσαρ πια·
έτσι περιωνύμου ανθρώπου σχήμα όταν λάβεις,
τότε κυρίως πρόσεξε σα βγεις στον δρόμον έξω,
εξουσιαστής περίβλεπτος με συνοδεία,
αν τύχει και πλησιάσει από τον όχλο
κανένας Αρτεμίδωρος, που φέρνει γράμμα,
και λέγει βιαστικά «Διάβασε αμέσως τούτα,
είναι μεγάλα πράγματα που σ’ ενδιαφέρουν»,
μη λείψεις να σταθείς· μη λείψεις ν’ αναβάλεις
κάθε ομιλίαν ή δουλειά· μη λείψεις τους διαφόρους
που χαιρετούν και προσκυνούν να τους παραμερίσεις
(τους βλέπεις πιο αργά)· ας περιμένει ακόμη
κ’ η Σύγκλητος αυτή, κ’ ευθύς να τα γνωρίσεις
τα σοβαρά γραφόμενα του Αρτεμιδώρου.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1911)

(περισσότερα…)

»Αν είσαι η ροή που τρέχει ή το σταμάτημα του ήχου, χτύπα. Αλλιώς μην ενοχλήσεις.»

17 Μαρτίου, 2013

Νικόλας Άσιμος (20 Αυγούστου 1949 – 17 Μαρτίου 1988)

Ακόμη ένα άγνωστο ποίημα του Κώστα Βάρναλη;

17 Μαρτίου, 2013

 

Κρατώ στα χέρια μου εκατόν σαράντα φράγκα

Μα στα πετώ στα μούτρα ψεύτρα κοινωνία

Μ’ αυτά τι να αγοράσω

Φάρμακα για την άρρωστη τη μάνα

Πιστόλι για να αυτοκτονήσω

ή μια μεγάλη χάλκινη καμπάνα

στους σκλάβους ή τους νεκρούς για να ξυπνήσω? 

via seisaxthiablog

Ο Κώστας Βάρναλης σύχναζε σε ταβέρνες και καφενεία. Συναναστρεφόταν με τους θαμώνες και συχνά στιχουργούσε. Σε καφενείο της Αίγινας γράφτηκε το ποίημα «Μουνάκια» το καλοκαίρι του 1974, που πρωτοδημοσιεύτηκε στην  ιντερνετική λίστα συζήτησης Hellas και έκανε ευρύτερα γνωστό ο Νίκος Σαραντάκος.     

Το ποίημα που αναδημοσιεύουμε σήμερα είναι από μαρτυρία του σκιτσογράφου Γιώργου Ψαρόπουλου  που καταθέτει στο blogτου. Εμείς το αναδημοσιεύουμε και το θέτουμε υπόψη των ειδικών προς συζήτηση. Διερευνήσαμε τη δυνατότητα να έρθουμε σε επικοινωνία με τον κύριο Ψαρόπουλο, τόσο για να του ζητήσουμε τη συγκατάθεση για την αναδημοσίευση όσο και για κάποιες διευκρινιστικές ερωτήσεις. Δεν τα καταφέραμε να επικοινωνήσουμε. Ελπίζουμε όμως κάποια στιγμή να καταφέρουμε να επικοινωνήσουμε μαζί του και να επανέλθουμε στη σημερινή ανάρτηση.

Εκεί στην οδό Σωκράτους 9 και Θεάτρου στη Βαρβάκειο Αγορά, βρίσκεται μία υπόγεια ταβέρνα, καπηλειό θα λέγαμε, το «Δίπορτο».

Ταμπέλα δεν υπάρχει. Οι πόρτες είναι βαμμένες καφέ λαδομπογιά σκούρα.

Οι σκάλες από τη μια πλευρά  της Σωκράτους είναι απότομες και λίγο επικίνδυνες.

Από την άλλη είσοδο δηλαδή την οδό Θεάτρου είναι περισσότερο βατές και με μεγαλύτερο άνοιγμα.

Τα τραπέζια όλα και όλα καμμιά δεκαριά.

Άρα το πολύ – πολύ καμιά τριανταριά «νομάτοι» χωράνε όλοι και όλοι.

Βέβαια και δύο «παράθυρα», που μπαίνει ένα υποτυπώδες φως, καλύτερα θα τα λέγαμε φεγγίτες, των οποίων η οροφή είναι η «ισάδα» με το πεζοδρόμιο έξω και έχουν σκάρες σιδεριένιες.

(περισσότερα…)

Μανόλης Αναγνωστάκης (10 Μαρτίου 1925 – 23 Ιουνίου 2005)

10 Μαρτίου, 2013

(περισσότερα…)

Για το ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ

26 Φεβρουαρίου, 2013

01 cover

http://entefktirio.blogspot.gr/

Μια εικοσιπενταετία

Η Μάρη Θεοδοσοπούλου είναι η μόνη κριτικός λογοτεχνίας που ασχολείται σταθερά και συστηματικά ―από τη στήλη της στην εφημερίδα Η Εποχή― με τα λογοτεχνικά περιοδικά, επαινώντας τις καλές τους στιγμές και ελέγχοντας, όταν χρειάζεται, τις ελλείψεις και της παραλείψεις της. Ως άνθρωπος που κατέχομαι, από νέος, από το ίδιο πάθος για τα περιοδικά, δεν μπορώ παρά να της είμαι ευγνώμων ―με τη διπλή ιδιότητα του διευθυντή-ανθρώπου για όλες τις δουλειές ενός περιοδικού αλλά και του αναγνώστη― γι’ αυτή της τη σπάνια αγάπη, ειδικά όταν εφημερίδες και κριτικοί ή δημοσιογράφοι που ασχολούνται με το βιβλίο δεν καταδέχονται να ασχοληθούν με τα λογοτεχνικά περιοδικά. Μικρή σημασία έχει αν συμφωνώ πάντα με όλες τις παρατηρήσεις και τις υποδείξεις της, τουλάχιστον όσον αφορά το Εντευκτήριο. Σημασία για μένα έχει πως όσα γράφει τα γράφει με γνώση και με αγάπη, δίχως το φρύδι ή το δάχτυλο υψωμένο. Γι’ αυτό και οι επισημάνσεις της έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα. Με αυτή την αφορμή, αισθάνομαι την ανάγκη να της πω και δημόσια ένα θερμό «ευχαριστώ» για τη συγκινητική της συνοδοιπορία.

Γιώργος Κορδομενίδης

PRESS CONFERERNCE NOV 1987Από τη συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση του πρώτου τεύχους του Εντευκτηρίου (Σύνδεσμος Εκδοτών Βόρειας Ελλάδας, Νοέμβριος 1987): από αριστερά: Σάκης Παπαδημητρίου, Μανόλης Ξεξάκης, Νίκος Μπακόλας, Ντίνος Χριστιανόπουλος, Γιώργος Κορδομενίδης.

της Μάρης Θεοδοσοπούλου, www.epohi.gr

«Εντευ­κτή­ριο», Δί­μη­νο καλ­λι­τε­χνι­κό πε­ριο­δι­κό, Οκτώ­βριος 1987, τεύ­χος 1,Διεύ­θυν­ση: Γιώρ­γος Κορ­δο­με­νί­δης, Γ. Σε­φέ­ρη 15, Σταυ­ρού­πο­λη, Θεσ­σα­λο­νί­κη.

Αυ­τή εί­ναι η ταυ­τό­τη­τα του πρώ­του τεύ­χους του πε­ριο­δι­κού. Πα­ρό­τι πρώ­το, δεν υ­πάρ­χει προοί­μιο για το τι εί­ναι, σε τι α­κρι­βώς στο­χεύει ή, τε­λο­σπά­ντων, κά­τι σαν δια­κή­ρυ­ξη αρ­χών. Στις τε­λευ­ταίες σε­λί­δες, κα­τα­χω­ρού­νται τα βιο­ερ­γο­γρα­φι­κά “των συ­νερ­γα­τώ­ν/συγ­γρα­φέων του τεύ­χους”. Εκεί πα­ρου­σιά­ζε­ται, κα­τά αλ­φα­βη­τι­κή σει­ρά, και ο ά­γνω­στος, τό­τε, σε Αθη­ναίους και λοι­πούς Πα­λαιο­ελ­λα­δί­τες, διευ­θυ­ντής του πε­ριο­δι­κού, με έ­να σύ­ντο­μο βιο­γρα­φι­κό. Μα­θαί­νου­με ό­τι υ­πήρ­ξε συ­νερ­γά­της κα­τά την προ­η­γού­με­νη επτα­ε­τία (1979-1986) της ΕΡ­Τ-2 Θεσ­σα­λο­νί­κης ως πα­ρα­γω­γός εκ­πο­μπών και ό­τι έ­χει μια με­λέ­τη στο ε­νερ­γη­τι­κό του, με τίτ­λο, «Τα μου­σεία της Θεσ­σα­λο­νί­κης». Η συ­νε­χής α­να­γνω­στι­κή συ­νά­φεια, ε­πί έ­να τέ­ταρ­το του αιώ­να, με το πε­ριο­δι­κό του, δι­καίω­σε την πρώ­τη ε­ντύ­πω­ση ε­νός αν­θρώ­που χα­μη­λών τό­νων, που α­πο­δεί­χτη­κε ό­τι διέ­θε­τε ο­ρι­σμέ­νες πρό­σθε­τες ι­διό­τη­τες, ό­πως δη­μιουρ­γι­κός, ε­πί­μο­νος, α­πο­τε­λε­σμα­τι­κός.

(περισσότερα…)

Θέλω να γνωρίσω όλους αυτούς…

8 Φεβρουαρίου, 2013

Alchemy

Θέλω να γνωρίσω όλους αυτούς που σκύβουν
Πάνω από ένα καθαρό κομμάτι χαρτί
Μέσα σε βρόμικες διαλυμένες κάμαρες
Γεμάτοι οργή κι απόγνωση
Αποφασισμένοι ωστόσο

Να το λεκιάσουν με λέξεις

βρόμικες λέξεις
άγιες λέξεις
λέξεις κλειδιά
ιδέες φαντάσματα
λυτρωτικές φράσεις

Θέλω να γνωρίσω όλους αυτούς τους μανιακούς του λόγου

Να γλείψω το μελάνι από τα δάχτυλά τους
Να φιλήσω τα παραμορφωμένα τους μέτωπα
Να συμμαζέψω τις τσαλακωμένες τους ονειρώξεις
Να διορθώσω τα ορθογραφικά λάθη του έρωτά τους
Να τους καθησυχάσω

Να τους πείσω πως δε χρειαζόμαστε άλλο αίμα γι’ απόψε
Πως χορτάσαμε

Κι ύστερα να τους βάλω στο κρεβάτι
Και να τους νανουρίσω

του Γιάννη Αγγελάκα από τη συλλογή:

“Πώς τολμάς και νοσταλγείς τσόγλανε;”, 1999

(περισσότερα…)

Χάιμε Σβαρτ: Ο Χοσέ Μαρτί και οι απλοί του στίχοι.

6 Φεβρουαρίου, 2013
 
Πηγή:syllogosgk.blogspot.gr/

DIC-13Ο Χοσέ Μαρτί είναι το παράδειγμα του ήρωα, του δάσκαλου, του φιλόσοφου, του συγγραφέα, του δημοσιογράφου και του ποιητή. Πρωτοπόρος του λατινοαμερικάνικου μοντερνισμού, θεωρείται ανάμεσα στους καλύτερους πεζογράφους που έγραψαν σε καστιλιάνικη γλώσσα στην εποχή του, δοκιμιογράφος, κριτικός τέχνης και, κατά κύριο λόγο, διοργανωτής του Επαναστατικού Κόμματος της Κούβας και του τελευταίου πολέμου για την απελευθέρωση της Κούβας από την ισπανική κυριαρχία.

Από εκείνους τους ανθρώπους που υψώνονται αποφασιστικά στην ιστορία και υπερβαίνουν με το παραπάνω τη στιγμή που τους μέλλεται να ζήσουν , από εκείνους τους ανθρώπους που αγκαλιάζουν με πάθος την ιερή ιδέα της ελευθερίας και της αξιοπρέπειας και αφιερώνουν γενναιόδωρα τη ζωή τους και το αίμα τους σε βωμούς ενός καλύτερου πεπρωμένου για το ανθρώπινο γένος , από εκείνους τους ανθρώπους ήταν ο Χοσέ Μαρτί, ο Εθνικός Ήρωας της Κούβας.

Την αντιϊμπεριαλιστική σκέψη του, μπορεί να εκτιμήσει κανείς στο μισοτελειωμένο γράμμα προς το φίλο του , Μανουέλ Μερκάδο, την παραμονή του θανάτου του, όπου επισημαίνει:

»….Βρίσκομαι ήδη όλες αυτές τις μέρες, σε κίνδυνο να δώσω τη ζωή μου για την πατρίδα μου και για το καθήκον μου, αφού έτσι το αντιλαμβάνομαι και έχω τη διάθεση να το κάνω, να εμποδίσω δηλαδή έγκαιρα, με την ανεξαρτησία της Κούβας, να εξαπλωθούν στις Αντίλλες οι Ηνωμένες Πολιτείες και να πέσουν έτσι με μεγαλύτερη δύναμη επάνω στις χώρες μας της Αμερικής. Ότι έκανα μέχρι τώρα και θα κάνω ακόμα, είναι για αυτό το σκοπό. Σιωπηλά έπρεπε να γίνει αυτό και κάπως έμμεσα, γιατί υπάρχουν πράγματα που για να τα καταφέρει κανείς, πρέπει να γίνονται μυστικά και αν δηλωθούν όπως είναι, θα προκαλούσαν δυσκολίες υπερβολικά ισχυρές για να πετύχει κανείς το στόχο του.»

(περισσότερα…)

Οι κοινωνικοί αγώνες ως υπόβαθρο της λατινοαμερικάνικης ποίησης-Δημήτρης Καλτσώνης

6 Φεβρουαρίου, 2013

Ο Σιμόν Μπολιβάρ σε γκράφιτι δρόμου στο Καράκας 

 Οι καλύτερες μέρες μπορούν να έρθουν αν συγκροτηθεί ένα λαϊκό μέτωπο, ένα δημοκρατικό, πατριωτικό μέτωπο το οποίο θα τα βάλει με τους κάθε λογής δυνάστες(…)Επειδή θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι το έργο αυτό φαντάζει σήμερα πολύ δύσκολο, ίσως και ακατόρθωτο, ας θυμηθούμε το Νερούδα που απευθυνόμενος στους αμερικανοστήρικτους δικτάτορες της Λ. Αμερικής έγραφε:

«τι μπορείς εσύ καταραμένε, ενάντια στον αγέρα;». 

 Πηγή:syllogosgk.blogspot.gr/

 Τι είναι αυτό που μας γοητεύει στη Λατ. Αμερική, στη λατινοαμερικάνικη ποίηση; Όσο και αν αναζητήσει κανείς την απάντηση, θα καταλήξει πάντοτε στις ίδιες περίπου απαντήσεις.

Πρώτο, γοητεύει η εξωτική Λ. Αμερική και η ποίησή της. Η Λ. Αμερική αποτέλεσε ένα χωνευτήρι πολιτισμών, ένα αμάλγαμα του ιθαγενούς πολιτισμού, του πολιτισμού των ευρωπαίων αποίκων, του πολιτισμού των μαύρων σκλάβων που ήρθαν από την Αφρική, των Ασιατών μεταναστών. Το συνολικό αποτέλεσμα είναι αυτό το τόσο οικείο αλλά και παράλληλα τόσο εξωτικό μίγμα που συγκινεί.

Δεύτερο, γοητεύει η βασανισμένη Λ. Αμερική και η ποίησή της. Οι λαοί της Λ. Αμερικής είναι ζυμωμένοι με τη μακρόχρονη ισπανική αποικιοκρατία, με την ιμπεριαλιστική επικυριαρχία. Η αγριότητα της εκμετάλλευσης, της κοινωνικής αδικίας είναι θεμελιώδη συστατικά της ζωής των λαών αυτών. Στη Λ. Αμερική υπάρχει η πλέον ανισότιμη κατανομή εισοδήματος και κοινωνικού πλούτου, η κοινωνική αδικία είναι κραυγαλέα. Όλα αυτά βρίσκουν την αντανάκλασή τους και στην ποίηση. 

6a00d8345357ef69e200e54f45b7948833-640wi

Απεικόνιση του ηρωικού θανάτου του Τουπάκ Αμάρου

Τρίτο, αυτό που κυρίως γοητεύει στη Λ. Αμερική και στην ποίησή της είναι ότι είναι ανυπότακτη. Η ζωή και η ποίηση των λαών της περιοχής σηματοδοτούνται από τους κοινωνικούς αγώνες: από τους αγώνες των ιθαγενών ενάντια στην αποικιοκρατία και τον θρυλικό Τουπάκ Αμάρου μέχρι τους σύγχρονους αγώνες ενάντια στην ιδιωτικοποίηση του νερού στη Βολιβία που κόστισαν τόσους και τόσους νεκρούς και από τους αγώνες για την εθνική ανεξαρτησία του 19ου αιώνα μέχρι τη μεξικάνικη επανάσταση, τον Αιμιλιάνο Ζαπάτα και τους σύγχρονους Ζαπατίστας.

(περισσότερα…)

Παρουσίαση βιβλίου:»Το ημερολόγιο των Μάγια»

28 Ιανουαρίου, 2013

842839_403110019781786_1791845505_o

Εκδήλωση – Η λατινοαμερικάνικη ποίηση

24 Ιανουαρίου, 2013

»ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ»

18 Ιανουαρίου, 2013

Οδυσσέας Ελύτης: ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ

ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΕΚΤΟ

 ΠΡΟΦΗΤΙΚΟΝ 

 Χρόνους πολλούς μετά την Αμαρτία που την είπανε Αρετή μέσα στις εκκλησίες και την ευλόγησαν.

Λείψανα παλιών άστρων και γωνιές αραχνιασμένες τ’ ουρανού σαρώνοντας

η καταιγίδα που θα γεννήσει ο νους του ανθρώπου.

Και των αρχαίων Κυβερνητών τα έργα πληρώνοντας η Χτίσις, θα φρίξει.

Ταραχή θα πέσει στον Άδη, και το σανίδωμα θα υποχωρήσει

από την πίεση τη μεγάλη του ήλιου.

Που πρώτα θα κρατήσει τις αχτίδες του, σημάδι ότι καιρός να λάβουνε τα όνειρα εκδίκηση.

(περισσότερα…)

«Πνευματικές» παρανομίες

13 Ιανουαρίου, 2013

Πηγή: Εργατικός Αγώνας

Κάποτε, οι ποιητές και, γενικότερα, οι πνευματικοί άνθρωποι συγκαταλεγόταν δικαίως στα πιο πρωτοπόρα λαϊκά στοιχεία. Έβαζαν τις ικανότητες τους στην υπηρεσία της λαϊκής αφύπνισης, γινόταν βάρδοι, εμψυχωτές και καθοδηγητές των πιο ηρωικών στιγμών του κινήματος. Αυτή την αποκοτιά τους πολλοί την πλήρωσαν με εξορίες, διώξεις ακόμα και με την ίδια τη ζωή τους. Σήμερα, η έννοια του «πνευματικού ανθρώπου», σε μεγάλο βαθμό, χαρακτηρίζει τους θεωρητικούς της μοιρολατρίας, τους αγκιτάτορες της ευρωϋποταγής που δε διστάζουν να αλλάζουν απόψεις όποτε τους βολεύει. Είναι χαρακτηριστικότατη η περίπτωση της Κικής Δημουλά.

Πρόσφατα, η International Herald Tribune, για να προωθήσει στο βρετανικό κοινό την έκδοση ποιημάτων της κας Δημουλά στην αγγλική γλώσσα από το Πανεπιστήμιο του Yale, φιλοξένησε συνέντευξη της υπό τον τίτλο «Το σκοτεινό όραμα της Ελληνίδας ποιήτριας». Με τη βοήθεια των δημοσιογράφων αλλά και φίλων της, η Δημουλά παρουσιάζεται ως η «καλύτερη Ελληνίδα ποιήτρια μετά την Σαπφώ» και αποκαλείται «εθνική ποιήτρια» (κάτι σαν τον Διονύσιο Σολωμό σε γυναικεία έκδοση να υποθέσουμε). Υπερφίαλο μεν, κατανοητό στα πλαίσια του marketing δε.

Όμως, όπως συμβαίνει με τους «πολιτικοποιημένους» καλλιτέχνες και δη τους «εθνικούς ποιητές», η συνέντευξη πήρε και πολιτικές προεκτάσεις. Εκεί, λοιπόν, η κα Δημουλά, αφού πρώτα θυμάται την εποχή της χούντας, δηλώνει στο βρετανικό κοινό ότι σήμερα, που, εν μέσω κρίσης χρέους, διαλύεται η κοινωνική προστασία της Ελλάδας, ανησυχεί μήπως τα πράγματα μπορούν να γίνουν ακόμα χειρότερα. Δηλώνει:
«Πιστεύω ότι η κατάσταση μπορεί να γίνει ακόμη χειρότερη από ό, τι την περίοδο της χούντας», καθώς «η χούντα έθετε υπό επιτήρηση και περιόριζε την ελευθερία των αριστερών. Τώρα, ολόκληρη η χώρα διώκεται». Κι όλα αυτά συνέβησαν επειδή «100 άτομα (σ.σ. ονόματα δεν έχουν;) καταχράστηκαν την εξουσία, τώρα καλείται όλη η χώρα να πληρώσει». Με άλλα λόγια, η «εθνική ποιήτρια» ισχυρίζεται ότι η σημερινή εποχή όπου εφαρμόζεται πολιτική εξαθλίωσης των λαϊκών στρωμάτων είναι χειρότερη από τη χούντα. Κι ας περιφέρονται ελεύθεροι οι… αριστεροί.

(περισσότερα…)

Μποναμάς

1 Ιανουαρίου, 2013

Κώστας Βάρναλης

ΜΠΟΝΑΜΑΣ

Σαράντα σβέρκοι βοδινοί με λαδωμένες μπούκλες
σκεμπέδες σταβροθόλωτοι και βρώμιες ποδαρούκλες
ξετσίπωτοι ακαμάτηδες, τσιμπούρια και κορέοι
ντυμένοι στα μαλάματα κι επίσημοι κι ωραίοι.

Εξήντα λύκοι με προβιά (γι’ αυτούς βαράν καμπάνες)
φάγανε γουρουνόπουλα, στραγγίσαν νταμιτζάνες!
Κι απέ ρεβάμενοι βαθιά ξαπλώσανε στα τζάκια,
κι αβάσταγες ενιώσανε φαγούρες στα μπατζάκια.

Την προσευκή τους κάνανε τα πράματα ν’ αλλάξουν
να ξεπροβάλουν οι κυράδες του Δεκαημέρου
χωρίς καπίστρι και λουρί, πολλές μαζί… (φυλάξου
τα πισινά του μουλαριού τα μπρος του καλογέρου!)

Κι ο Σατανάς τούς άκουσε που πιο καλά τους ξέρει
κι έστειλε τον καθηγητή της ηθικής ξεφτέρι…

Όξω οι φτωχοί φωνάζανε: «Πεινάμε τέτοιες μέρες”
γερόντοι και γερόντισσες, παιδάκια και μητέρες.
Κι οι των επίγειων αγαθών σφιχτοί νοικοκυρέοι
ανοίξαν το παράθυρο κι είπανε: «Φταιν οι αθέοι».

ΓΕΡΒΑΣΙΟΣ Ο… ΘΕΟΕΜΒΑΙΚΤΗΣ
(Διά το γνήσιον Κ. ΒΑΡΝΑΛΗΣ)

(περισσότερα…)

Ορυχείο

29 Δεκεμβρίου, 2012

Μίλτος Σαχτούρης (1919-2005)

ἀπὸ τὴ συλλογή
Η ΠΛΗΓΩΜΕΝΗ ΑΝΟΙΞΗ

Ὀρυχεῖο

Σοῦ γράφω γεμάτη τρόμο μέσα ἀπὸ μιὰ στοὰ
νυχτερινὴ
φωτισμένη ἀπὸ μίαν ἐλάχιστη λάμπα σὰ δαχτυλίθρα
ἕνα βαγόνι περνάει ἀπὸ πάνω μου προσεχτικὰ
ψάχνει τὶς ἀποστάσεις του μὴ μὲ χτυπήσει
ἐγὼ πάλι ἄλλοτε κάνω πῶς κοιμᾶμαι ἄλλοτε
πῶς μαντάρω ἕνα ζευγάρι κάλτσες παλιὲς
γιατί ἔχουν ὅλα γύρω μου παράξενα παλιώσει

Στὸ σπίτι
χτὲς
καθὼς ἄνοιξα τὴ ντουλάπα ἔσβησε γίνηκε
σκόνη μ᾿ ὅλα τὰ ροῦχα της μαζὶ
τὰ πιάτα σπάζουν μόλις κανεὶς τ᾿ ἀγγίξει
φοβᾶμαι κι ἔχω κρύψει τὰ πηρούνια καὶ τὰ
μαχαίρια
τὰ μαλλιά μου ἔχουν γίνει κάτι σὰ στουπὶ
τὸ στόμα μου ἄσπρισε καὶ μὲ πονάει
τὰ χέρια μου εἶναι πέτρινα
τὰ πόδια μου εἶναι ξύλινα
μὲ τριγυρίζουν κλαίγοντας τρία μικρὰ παιδιὰ
δὲν ξέρω πῶς γίνηκε καὶ μὲ φωνάζουν μ ά ν α

Θέλησα νὰ σοῦ γράψω γιὰ τὶς παλιές μας τὶς χαρὲς
ὅμως ἔχω ξεχάσει νὰ γράφω γιὰ πράγματα
χαρούμενα

Νὰ μὲ θυμᾶσαι

(περισσότερα…)

Οδυσσέας Ελύτης:»Τι φταίει για την κακοδαιμονία της ελληνικής ζωής;»

22 Δεκεμβρίου, 2012

odysseas-elytis

Εφημερίδα λευθερία, 15 Ιουλίου 1958*

»Γιατί ὁ πρῶτος ἀντικειμενικός σκοπός εἶναι νά λυτρωθεῖ ὁ πολίτης ἀπό τό “ταμπού’ τῆς ἐξουσίας! Καί θά λυτρωθεῖ μόνον ἄν ἔχει τρόπο νά παρακολουθεῖ ἀπό κοντά ποῦ καί πῶς ἀξιοποιοῦνται οἱ θυσίες του, οἰκονομικές καί ἄλλες, πού σήμερα καταβροχθίζονται ἀπό ἕνα μακρινό καί ἀόρατο Φάντασμα.»

Συνέντευξη στο Ρένο Ηρ. Αποστολίδη

Οι πολιτικές πράξεις εκτελούνται ερήμην των αντιλήψεων για τη ζωή 

Ζητεται γνώμη σας, κύριε λύτη, ντελς νεπιφύλακτη καί δέσμευτη, πάνω σέ ,τι θεωρετε ς τήν πιό κεφαλαιώδη κακοδαιμονία το τόπου. πό τί κυρίως πάσχουμε καί τί πρωτίστως μς λείπει; Ποιά θά νομάζατε «πρώτη μάστιγα» τς νεοελληνικς ζως;

– Ἀπό τί πάσχουμε κυρίως; Θά σᾶς τό πῶ ἀμέσως: ἀπό μιά μόνιμο, πλήρη, καί κακοήθη ἀσυμφωνία μεταξύ τοῦ πνεύματος τῆς ἑκάστοτε ἡγεσίας μας καί τοῦ “ἤθους’ πού χαρακτηρίζει τόν βαθύτερο ψυχικό πολιτισμό τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ στό σύνολο του!

! ρχίσαμε!… Μόνιμος, πλήρης καί κακοήθης συμφωνία!…

– Βεβαίως! Ἀλλ᾿ ἀφῆστε με νά συνεχίσω. Αὐτή ἡ ασυμφωνία δέν εἶναι μιά συγκεκριμένη κακοδαιμονία, εἶναι, ὃμως, μιά αἰτία πού ἐξηγεῖ ὃλες τίς κακοδαιμονίες, μικρές καί μεγάλες, τοῦ τόπου αὐτοῦ. Ἀπό τήν ἡμέρα πού ἔγινε ἡ Ἑλλάδα κράτος ἕως σήμερα, οἱ πολιτικές πράξεις, θά ἔλεγε κανένας, ὅτι σχεδιάζονται καί ἐκτελοῦνται ἐρήμην τῶν ἀντιλήψεων γιά τή ζωή, καί γενικότερα τῶν ἰδανικῶν πού εἶχε διαμορφώσει ὁ Ἑλληνισμός μέσα στήν ὑγιή κοινοτική τοῦ ὀργάνωση καί στήν παράδοση τῶν μεγάλων ἀγώνων γιά τήν άνεξαρτησία του. Ἡ φωνή τοῦ Μακρυγιάννη δέν ἔχει χάσει, οὔτε σήμερα ἀκόμη, τήν ἐπικαιρότητά της.

»Σημειῶστε ὅτι δέν βλέπω τό πρόβλημα ἀπό τήν ἀποκλειστική κοινωνική του πλευρά, οὔτε κάνω δημοκοπία.

– Δημοκοπία σφαλς χι. Πολιτική, μως, ναί. Τό ντοπίζετε, δηλαδή, [τό πρόβλημα] κυρίως μέσα στόν χώρο τς πολιτικς – κάνω λάθος; Στό κέντρο μάλιστα το δικο της χώρου. κε μάς πάει τό πρόβλημα πού θέσατε, τν σχέσεων μεταξύ λαο καί γεσίας.

– Μά ναί. Γιατί εἶναι βασικό. Εἶναι πρῶτο… κι ἄς εἶμαι ποιητής, ἐγώ πού τό λέω, μακριά πάντα ἀπό τήν “πολιτική’. Κοιτάξτε: ὁ λαός αὐτός κατά κανόνα ἐκλέγει τήν ἡγεσία του. Καί ὅμως, ὅταν αὐτή ἀναλάβει τήν εὐθύνη τῆς ἐξουσίας –εἴτε τήν ἀριστοκρατία ἐκπροσωπεῖ εἴτε τήν ἀστική τάξη εἴτε τό προλεταριάτο-, κατά ἕναν μυστηριώδη τρόπο ἀποξενώνεται ἀπό τή βάση πού τήν ἀνέδειξε, καί ἐνεργεῖ σάν νά βρισκόταν στό Τέξας ἤ στό Οὐζμπεκιστάν!

(περισσότερα…)

Αζίζ Νεσίν: Σώπα, μη μιλάς …

20 Δεκεμβρίου, 2012

 Αζίζ Νεσίν (20 Δεκεμβρίου 1915 – 6 Ιουλίου 1995)

 Σώπα, μη μιλάς …

Απαγγέλλει η Μαριέτα Ριάλδη

Σώπα, μη μιλάς , είναι ντροπή, κόψ’ τη φωνή σου, σώπασε,
Κι επιτέλους αν ο λόγος είναι αργυρός, η σιωπή είναι χρυσός.
Τα πρώτα λόγια, οι πρώτες λέξεις που άκουσα από παιδί,
έκλαιγα, γέλαγα, έπαιζα, μου λέγαν “Σώπα”!
Στο σχολείο μου ‘κρύψαν την αλήθεια τη μισή,
και μου λέγαν : Εσένα τι σε νοιάζει ; Σώπα!
Με φιλούσε το πρώτο αγόρι που ερωτεύτηκα και μου λέγε:
“Κοίτα μην πεις τίποτα και “Σώπα!”
Κόψε τη φωνή σου και μη μιλάς, σώπαινε.
Και αυτό βάστηξε μέχρι τα είκοσι μου χρόνια.

Ο λόγος του μεγάλου , η σιωπή του μικρού.

Έβλεπα αίματα στο πεζοδρόμιο,
“Τι σε νοιάζει;”, μου λέγαν,
“θα βρεις το μπελά σου, Τσιμουδιά, Σώπα”.
Αργότερα φώναζαν οι προϊστάμενοι
“Μη χώνεις τη μύτη σου παντού,
κάνε πως δεν καταλαβαίνεις και Σώπα”.
Παντρεύτηκα κι έκανα παιδιά και τα ‘μαθα να σωπαίνουν.
ο άντρας μου ήταν τίμιος κι εργατικός και ήξερε να σωπαίνει.
Είχε μάνα συνετή , που του ‘λέγε “Σώπα”.

Σε χρόνια δίσεκτα οι γείτονες με συμβούλευαν :
“Μην ανακατεύεσαι, πες πως δεν είδες τίποτα και Σώπα”.
Μπορεί να μην είχαμε με δαύτους γνωριμία ζηλευτή, μας ένωνε, όμως, το “Σώπα”.

“Σώπα” ο ένας, “Σώπα” ο άλλος, “Σώπα” οι επάνω, “Σώπα” οι κάτω,
“Σώπα” όλη η πολυκατοικία και όλο το τετράγωνο.
Σώπα οι δρόμοι οι κάθετοι και οι δρόμοι οι παράλληλοι.
Κατάπιαμε τη γλώσσα μας. Στόμα έχουμε και μιλιά δεν έχουμε.

Φτιάξαμε το σύλλογο του “Σώπα” και μαζευτήκαμε πολλοί,
μία πολιτεία ολόκληρη, μια δύναμη μεγάλη, αλλά μουγκή!
Πετύχαμε πολλά και φτάσαμε ψηλά, μας δώσανε και παράσημα,
Κι όλα πολύ εύκολα , μόνο με το “Σώπα”. Μεγάλη τέχνη αυτή το “Σώπα”.
Μάθε το στα παιδιά σου, στη γυναίκα σου και στην πεθερά σου
κι αν νιώθεις την ανάγκη να μιλήσεις ξερίζωσε τη γλώσσα σου και κάν’ την να σωπάσει.
Κόψ’ την σύρριζα. Πέταχτη στα σκυλιά.
Το μόνο άχρηστο όργανο από τη στιγμή που δεν το μεταχειρίζεσαι σωστά.

Δεν θα έχεις έτσι εφιάλτες , τύψεις κι αμφιβολίες.
Δε θα ντρέπεσαι τα παιδιά σου και θα γλιτώσεις από το βραχνά να μιλάς,
χωρίς να μιλάς, να λες “έχετε δίκιο, είμαι μ’ εσάς”.

Αχ! Πόσο θα ‘θελα να μιλήσω ο κερατάς.
και δεν θα μιλάς , θα γίνεις φαφλατάς , θα σαλιαρίζεις αντί να μιλάς .
Κόψε τη γλώσσα σου, κόψ’ την αμέσως.
Δεν έχεις περιθώρια. Γίνε μουγκός.
Αφού δε θα μιλήσεις , καλύτερα να το τολμήσεις.

Κόψε τη γλώσσα σου. Για να είσαι τουλάχιστον σωστός.

Στα σχέδια και στα όνειρά μου, ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου, γιατί νομίζω πως θα’ ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δε θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψίθυρο , με ένα τραύλισμα , με μια κραυγή που θα μου λέει:

ΜΙΛΑ!….

 

 

Τάσος Λειβαδίτης:Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου

30 Οκτωβρίου, 2012

Τάσος Λειβαδίτης:(20 Απριλίου 1922 -30 Οκτωβρίου 1988)

Φυσάει στα σταυροδρόμια του κόσμου(1953)

Ο θάνατος περιοδεύει τον κόσμο με τη μάσκα ενός στρατηγού.
Τα μάτια μας θα ζήσουνε και πέρα από το θάνατό μας…για να κλαίνε
Φυσάει…
Τα μέγαρα ρίχνουν έναν ίσκιο βαρύ που σπάει τη ραχοκοκαλιά μας
Τρέχουν οι δρόμοι λαχανιασμένοι
Φυσάει…
Φυσάει μέσα από τα τρύπια βρακιά των ανέργων
Φυσάει…
Φυσάει μέσα στην οργισμένη καρδιά του λαού
Ο άνεμος μπερδεύει τους δρόμους, τις χρονολογίες, τα πρόσωπα
Παρασέρνει τη σκόνη απ’ τα πεδία των μαχών
Αυτή η σκόνη θάβει σιγά σιγά την Ευρώπη
Τα χέρια τους είναι έτοιμα να σώσουνε τον κόσμο
Εις τους αιώνας των αιώνων
Ερχόμαστε
Παραμερίστε
Κατεβαίνουμε σαν μια χιονοστιβάδα που όσο κατηφορίζει μεγαλώνει.

(περισσότερα…)

Οδυσσέας Ελύτης:»Το Άξιον Εστί»

28 Οκτωβρίου, 2012

Λυκαβηττός  1977

Γρηγόρης Μπιθικώτσης – Μάνος Κατράκης

Ποίηση: Οδυσσέας Ελύτης – Μουσική: Μίκης Θεοδωράκης

Ο Οδυσσέας Ελύτης πολέμησε στο Αλβανικό Έπος 1940-41, στην πρώτη γραμμή του μετώπου.Στις 28 Οκτωβρίου 1940 κατατάσσεται ως ανθυπολοχαγός στη Διοίκηση του Στρατηγείου του Α’ Σώματος Στρατού. Στις 26 Φεβρουαρίου 1941 αρρωσταίνει από  βαρύ κοιλιακό τύφο , μεταφέρεται στο νοσοκομείο Ιωαννίνων κι έπειτα από περιπετειώδη πορεία καταλήγει στην Αθήνα.

Το 1965, σε συνέντευξή του στο φοιτητικό περιοδικό «Πανσπουδαστική» με τίτλο «Έζησα το θαύμα της Αλβανίας» απαντά σε ερώτηση του δημοσιογράφου:

-Προσωπικά εσείς, σαν έφεδρος ανθυπολοχαγός, τι κάνατε στον αγώνα; 

-Τι να έκανα εγώ, ένα χαλασμένο παιδί της Αθήνας. Με κόπο ανυπολόγιστο, κατάφερα να είμαι απλώς συνεπής προς την αποστολή μου. Αλλά είδα στο πρόσωπο των στρατιωτών μου τη λάμψη που είναι ικανός ο Ελληνισμός ν’ αναδύσει όταν πιστεύει στο δίκιο του. Και γνώρισα από πολύ κοντά την αψηφισιά του θανάτου, την ακατάβλητη θέληση της ζωής που έγινε τελικά και δική μου. 

Στο μέτωπο, αρρώστησα από βαρύτατο τύφο. Τα νερά που πίναμε, όπου βρίσκαμε, ανάμεσα στα πτώματα των μουλαριών, ήτανε μολυσμένα. Χωρίς να γνωρίζω τι έχω, χρειάστηκε να κάνω τρία μερόνυχτα με τα πόδια κα με ζώο σε βατόδρομο και να διακομισθώ στο Νοσοκομείο Ιωαννίνων.

Έμεινα εκεί σαράντα μέρες με σαράντα πυρετό, ακίνητος, με πάγο στην κοιλιά. Με είχανε αποφασίσει αλλά εγώ δεν είχα αποφασίσει τον εαυτό μου. Θυμάμαι, ότι αρνήθηκα να με μεταφέρουν στο μικρό θάλαμο των ετοιμοθανάτων, όπως κάποιο άλλο βράδυ αρνήθηκα πεισματικά να κοινωνήσω και να εξομολογηθώ στον παπά που μου φέρανε, όταν η κρίση της αρρώστιας έφτασε στο κατακόρυφο. Μόλις αρχίζανε οι βομβαρδισμοί, ανοίγανε το διπλανό μου παράθυρο -μη σπάσουν τα τζάμια και τιναχτούν επάνω μου- και φεύγανε όλοι στα καταφύγια. Έτσι πέρασα όλες τις τρομερές πρώτες μέρες της γερμανικής επιθέσεως. Κατάμονος, σ’ έναν έρημο θάλαμο, και γεμάτος πληγές από την απόλυτη ακινησία.

Και την ημέρα που κρίθηκε ότι είχα γλυτώσει και άρχισε να υποχωρεί ο πυρετός, ήρθε η διαταγή να εκκενωθεί το Νοσοκομείο. Με βάλανε όπως-όπως σ’ ένα φορείο, που το χώσανε σ’ ένα φορτηγό αυτοκίνητο.

Η φάλαγγα από τα Γιάννενα ως το Αγρίνιο πυροβολήθηκε οχτώ φορές από τα «στούκας». Οι φαντάροι τρέχανε στα χωράφια, όμως εγώ ήταν αδύνατον να σταθώ όρθιος έστω και για μια στιγμή. Τελικά στο Αγρίνιο, με παρατήσανε σ’ ένα πεζούλι και φύγανε. Μια καλή κοπέλλα, εθελοντής νοσοκόμος με άλλη αποστολή, με βοήθησε κα μ’ έσυρε ως το υπόγειο μιας καπναποθήκης, όπου σωριάστηκα κι έμεινα τρεις μέρες (…) Οι γιατροί στην Αθήνα τρίβανε τα μάτια τους. Σύμφωνα με την Επιστήμη, θα έπρεπε με την πρώτη παραμικρή μετακίνηση να πάθω εντερορραγία και να τελειώσω (…) αν «έζησα το θαύμα» σώθηκα και από ένα θαύμα.

(περισσότερα…)

ΤΟ ΜΟΝΟΓΡΑΜΜΑ -Οδυσσέας Ελύτης

28 Αυγούστου, 2012

Με φόντο το ADAGIO του Μίκη Θεοδωράκη

Διαβάζουν ο Μίκης Θεοδωράκης και η Ιουλίτα Ηλιοπούλου 

(περισσότερα…)

»Απολείπειν ο θεός Αντώνιον»- Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1911)

24 Αυγούστου, 2012

»Απολείπειν ο θεός Αντώνιον»

Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ’, ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές —
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πείς πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ’ όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.

Κωνσταντίνος Π. Καβάφης (1911)

Μάνα μου Ελλάς

18 Αυγούστου, 2012

Νίκος Δημητράτος

Στίχοι: Νίκος Γκάτσος
Μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος

Η Σονάτα του Σεληνόφωτος

3 Αυγούστου, 2012

Moonlight Sonata*- Ludwig van Beethoven

 H σονάτα του σεληνόφωτος, Γιάννης Ρίτσος, 1956

(Ανοιξιάτικο βράδι. Μεγάλο δωμάτιο παλιού σπιτιού. Μία ηλικιωμένη γυναίκα ντυμένη στα μαύρα μιλάει σ’ έναν νέο. Δεν έχουν ανάψει φως. Απ’ τα δυο παράθυρα μπαίνει ένα αμείλικτο φεγγαρόφωτο. Ξέχασα να πω ότι η γυναίκα με τα μαύρα έχει εκδώσει δυο-τρεις ενδιαφέρουσες ποιητικές συλλογές θρησκευτικής πνοής. Λοιπόν, η Γυναίκα με τα μαύρα μιλάει στον νέο.)

Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου. Τι φεγγάρι απόψε!
Είναι καλό το φεγγάρι, – δε θα φαίνεται
που άσπρισαν τα μαλλιά μου. Το φεγγάρι
θα κάνει πάλι χρυσά τα μαλλιά μου. Δε θα καταλάβεις.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Όταν έχει φεγγάρι, μεγαλώνουν οι σκιές μες στο σπίτι,
αόρατα χέρια τραβούν τις κουρτίνες,
ένα δάχτυλο αχνό γράφει στη σκόνη του πιάνου
λησμονημένα λόγια – δε θέλω να τ’ ακούσω. Σώπα.

Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου
λίγο πιο κάτου, ως τη μάντρα του τουβλάδικου,
ως εκεί που στρίβει ο δρόμος και φαίνεται
η πολιτεία τσιμεντένια κι αέρινη, ασβεστωμένη με φεγγαρόφωτο,
τόσο αδιάφορη κι αϋλη,
τόσο θετική σαν μεταφυσική
που μπορείς επιτέλους να πιστέψεις πως υπάρχεις και δεν υπάρχεις
πως ποτέ δεν υπήρξες, δεν υπήρξε ο χρόνος κ’ η φθορά του.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Θα καθίσουμε λίγο στο πεζούλι, πάνω στο ύψωμα,
κι όπως θα μας φυσάει ο ανοιξιάτικος αέρας
μπορεί να φαντάζουμε κιόλας πως θα πετάξουμε,
γιατί, πολλές φορές, και τώρα ακόμη, ακούω το θόρυβο του φουστανιού μου,
σαν το θόρυβο δυο δυνατών φτερών που ανοιγοκλείνουν,
κι όταν κλείνεσαι μέσα σ’ αυτόν τον ήχο του πετάγματος
νιώθεις κρουστό το λαιμό σου, τα πλευρά σου, τη σάρκα σου,
κι έτσι σφιγμένος μες στους μυώνες του γαλάζιου αγέρα,
μέσα στα ρωμαλέα νεύρα του ύψους,
δεν έχει σημασία αν φεύγεις ή αν γυρίζεις
ούτε έχει σημασία που άσπρισαν τα μαλλιά μου,
(δεν είναι τούτο η λύπη μου – η λύπη μου είναι που δεν ασπρίζει κ’ η καρδιά μου).
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Το ξέρω πως καθένας μοναχός πορεύεται στον έρωτα,
μοναχός στη δόξα και στο θάνατο.
Το ξέρω. Το δοκίμασα. Δεν ωφελεί.
Άφησε με να ‘ρθω μαζί σου.

Τούτο το σπίτι στοίχειωσε, με διώχνει –
θέλω να πω έχει παλιώσει πολύ, τα καρφιά ξεκολλάνε,
τα κάδρα ρίχνονται σα να βουτάνε στο κενό,
οι σουβάδες πέφτουν αθόρυβα
όπως πέφτει το καπέλο του πεθαμένου
απ’ την κρεμάστρα στο σκοτεινό διάδρομο
όπως πέφτει το μάλλινο τριμμένο γάντι της σιωπής απ’ τα γόνατά της
ή όπως πέφτει μια λουρίδα φεγγάρι στην παλιά, ξεκοιλιασμένη πολυθρόνα.

(περισσότερα…)

Ανδρέας Εμπειρίκος

3 Αυγούστου, 2012

    Ανδρέας Εμπειρίκος (2 Σεπτεμβρίου 1901-3 Αυγούστου 1975)

ΚΛΩΣΤΗΡΙΟΝ  ΝΥΚΤΕΡΙΝΗΣ  ΑΝΑΠΑΥΛΑΣ 

Είμεθα όλοι εντός του μέλλοντός μας. Όταν τραγουδάμε τραγουδάμε εμπρός στους εκφραστικούς πίνακες των ζωγράφων όταν σκύβουμε εμπρός στα άχυρα μιας καμμένης πόλεως όταν προσεταιριζόμεθα την ψιχάλα του ρίγους είμεθα όλοι εντός του μέλλοντός μας γιατί ό,τι και αν επιδιώξουμε δεν είναι δυνατόν να πούμε όχι να πούμε ναι χωρίς το μέλλον του προορισμού μας όπως μια γυναίκα δεν μπορεί να κάμη τίποτε χωρίς την πυρκαγιά που κλείνει μέσα στη στάχτη των ποδιών της.

Όσοι την είδαν δεν στάθηκαν να ενατενίσουν ούτε τα συστρεφόμενα κηπάρια ούτε την ευωχία των μαλλιών που λατρεύτηκαν ούτε τα σουραύλια των εργαστηριακών μεταγγίσεων από μια χώρα σε φλέβες κόλπου θερμού προστατευομένου από τα εγκόσμια και τα μελτέμια της κυανής ανταύγειας λιγυρών παρθένων.Είμεθα όλοι εντός του μέλλοντος μιας πολυσύνθετης σημαίας που κρατεί τους εχθρικούς στόλους εμπρός στα τείχη της καρδιάς μου κατοχυρώνοντες ψευδαισθήσεις πιστοποιούντες ενδιάμεσες παρακλητικές μεταρρυθμίσεις χωρίς να νοηθή το αντικείμενον της πάλης. Στιγμιότυπα μας απέδειξαν την ορθότητα της πορείας μας προς τον προπονητήν του ιδίου φαντάσματος της προελεύσεως των ονείρων και του καθενός κατοίκου της καρδιάς μιας παμπαλαίας πόλης. Όταν εξαντληθούν τα χρονικά μας θα φανούμε γυμνότεροι και από την άφιξι της καταδίκης παρομοίων πλοκαμιών και παστρικών βαρούλκων γιατί όλοι μας είμεθα εντός της σιωπής του κρημνιζομένου πόνου στα γάργαρα τεχνάσματα του μέλλοντός μας.

ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΑ ΣΤΟ ΠΑΡΑΘΥΡΟ   

Σκοπός της ζωής μας δεν είναι η χαμέρπεια. Υπάρχουν απειράκις ωραιότερα πράγματα και απ’ αυτήν την αγαλματώδη παρουσία του περασμένου έπους. Σκοπός της ζωής μας είναι η αγάπη. Σκοπός της ζωής μας είναι η ατελεύτητη μάζα μας. Σκοπός της ζωής μας είναι η λυσιτελής παραδοχή της ζωής μας και της κάθε μας ευχής εν παντί τόπω εις πάσαν στιγμήν εις κάθε ένθερμον αναμόχλευσιν των υπαρχόντων. Σκοπός της ζωής μας είναι το σεσημασμένον δέρας της υπάρξεώς μας.

(περισσότερα…)

Βλαντιμίρ Βλαντιμίροβιτς Μαγιακόβσκι(7 Ιουλίου1893 – 14 Απριλίου1930)

8 Ιουλίου, 2012

 Αγαπώ

Συνήθως έτσι

Η αγάπη είναι δεδομένη για κάθε έναν που γεννιέται, –

ανάμεσα όμως στις υπηρεσίες,

τα έσοδα

και τα λοιπά

από μέρα σε μέρα

νεκρώνει της καρδιάς το χώμα.

Η καρδιά φοράει το κορμί,

το κορμί – την πουκαμίσα.

Μα δεν αρκεί αυτό!

Κάποιος –

ηλίθιος! –

φόρεσε μανσέτες

κι άρχισε να κολλαρίζει το στήθος του.

Να κομπάζει για τα γερατειά.

Η γυναίκα βάφεται.

Ο άντρας, στον μύλο του Μίλερ φτερουγίζει.

Μα είναι αργά.

Πληθαίνουν οι ρυτίδες στο δέρμα.

Ο έρωτας ανθίζει,

ανθίζει –

και μαραίνεται.

 

Πιτσιρικάς

Αναφορικά με τον έρωτας ήμουν χαρισματικός.

Από την παιδική μου όμως ηλικία

ο ντουνιάς

υποβάλλεται σε εξαντλητικές εργασίες.

Ενώ εγώ –

κατέφυγα στις όχθες του Ριόν[1]

και περιφερόμουν,

δίχως να κάνω τίποτα απολύτως.

Η μαμά στεναχωριόταν:

«Παλιόπαιδο!»

Με φοβέριζε λέγοντας πως ο μπαμπάκας θα με χτυπούσε με το ζωνάρι.

Εγώ όμως,

χαλώντας ένα πλαστό χαρτονόμισμα τριών ρουβλίων,

έπαιζα μ’ ένα στρατιώτη στην αυλή, το παιχνίδι «τρία χαρτιά».

Χωρίς το φορτίο της πουκαμίσας

δίχως φόρτο στα παπούτσια

ψηνόμουν στον καύσωνα του Κουταίσι.

Γυρνούσα στον ήλιο πότε την πλάτη,

πότε την κοιλιά –

μέχρι να ιδρώσουν τα πλευρά μου.

Απολάμβανα τον ήλιο:

«Μικροκαμωμένος είναι!

Αλλά έχει

καρδιά.

Δεν το βάζει κάτω ο μικρούλης!

Πώς βρέθηκε

σε τούτον δω

τον τόπο

τόσο μακριά –

και σ’ εμένα,

και στο ποτάμι

και στις πανύψηλες πλαγιές; !»

(περισσότερα…)

Πνευματικό εμβατήριο- Άγγελος Σικελιανός

2 Ιουλίου, 2012

ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΕΜΒΑΤΗΡΙΟ
Ποίηση: ΑΓΓΕΛΟΣ ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ

ΑΝΤΩΝΗΣ ΚΑΛΟΓΙΑΝΝΗΣ
ΜΑΡΙΑ ΦΑΡΑΝΤΟΥΡΗ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΘΕΟΧΑΡΗΣ

ΣΥΜΦΩΝΙΚΗ ΟΡΧΗΣΤΡΑ ΤΟΥ ΛΟΝΔΙΝΟΥ
υπό την Διεύθυνση του ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ
Συμμετέχει η Χορωδία της NEW OPERA
και η ανδρική Χορωδία του GWALIA

«…Eκείνος, πλήρης και άφθαρτος, δε μίλησε, απελθών»

25 Ιουνίου, 2012

 

Eπτά χρόνια χωρίς το Μανόλη Αναγνωστάκη

O Μανόλης Aναγνωστάκης ανήκει στο σπάνιο και απειλούμενο είδος των δημιουργών που καταθέτουν το έργο τους και τη ζωή τους ευσύνοπτα και ευανάγνωστα στην κρίση και στη χρήση των συνανθρώπων. Tα ποιήματά του είναι με επιμονή δουλεμένα χωρίς καλολογικές ευκολίες … Tα δονεί, αναμφίβολα, έντονη συγκινησιακή φόρτιση, που όμως δεν εκμαιεύεται λεκτικά από το συναίσθημα αλλά εκπορεύεται αβίαστα από τον λυρισμό που έχουν οι βιωμένες εμπειρίες. H ζωή του, επίσης, στέκει ευθυτενής και απερισπούδαστη. Yπερασπίζεται μόνη της τον εαυτό της, χρεία μαρτύρων δεν έχει. Kαι τα λόγια της, λίγα: «…Eμείς αγαπήσαμε. Eμείς προσευχόμαστε πάντοτε. Eμείς μοιραστήκαμε…».

Φοβάμαι…

Φοβάμαι τους ανθρώπους που εφτά χρόνια

έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι

και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–

βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας

«Δώστε τη χούντα στο λαό».

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που με καταλερωμένη τη φωλιά

πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που σου ‘κλειναν την πόρτα

μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια

και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο

να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που γέμιζαν τις ταβέρνες

και τα ‘σπαζαν στα μπουζούκια

κάθε βράδυ

και τώρα τα ξανασπάζουν

όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη

και έχουν και «απόψεις».

Φοβάμαι τους ανθρώπους

που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν

και τώρα σε λοιδορούν

γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.

Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.

Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.

( Νοέμβριος 1983)

(περισσότερα…)

»Κ’ εμείς»

22 Ιουνίου, 2012

Γιάννης Ρίτσος, »Ο Ηρακλής κ’ εμείς»,Επαναλήψεις Β’, Κέδρος 1972

        Κι αν αδέξιοι

 μια μέρα σας φανούν οι στίχοι μας, θυμηθείτε μονάχα πως γραφτήκαν

 κάτω απ’ τη μύτη των φρουρών και με τη λόγχη πάντα στο πλευρό μας.

                                                                                                               Λέρος, 1968

 

»Άρνηση»- Γιώργος Σεφέρης

20 Ιουνίου, 2012

Ένα δισκάκι 45 στροφών με την φωνή του βαρύτονου Γιώργου Μούτσιου και με την πιστότερη απόδοση  των στίχων του Γιώργου Σεφέρη

Η “άρνηση” μιας άνω τελείας.

 Η “Άρνηση” είναι ένα από τα ποιήματα του Γ. Σεφέρη που μελοποιήθηκε από τον Μίκη Θεοδωράκη στο Παρίσι το 1960 και ηχογραφήθηκε τον Φεβρουάριο του 1962, με την φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση για τον δίσκο “Επιφάνια”. Η μελωδία του Μίκη, το μπουζούκι του Κώστα Παπαδόπουλου και του Λάκη Καρνέζη, και φυσικά η φωνή του Γρηγόρη, βοήθησαν τους στίχους του ποιητή να φτάσουν εύκολα και ευχάριστα στα αυτιά, στα χείλη και στις καρδιές των ελλήνων. Με την μελοποίηση όμως αυτή, το ποίημα του Σεφέρη έχασε 2 πράγματα.

Πρώτον, έχασε οριστικά τον τίτλο του. Αν εξαιρέσουμε τους φιλολογούντες και τους φιλολόγους, όλοι οι υπόλοιποι όταν αναφέρονται σ’ αυτό, χρησιμοποιούν ως τίτλο τις πρώτες λέξεις του ποιήματος »Στο περιγιάλι το κρυφό» ή και σκέτα “Το περιγιάλι”. Εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς το γιατί. Σ’ ένα λαϊκό τραγούδι όπως αυτό, ο τίτλος “άρνηση” θα ηχούσε παράταιρα.

Το δεύτερο πράγμα, που έχασε η “άρνηση” κατά την μελοποίησή της ήταν μια άνω τελεία, για την οποία έγινε πολύς λόγος. Αν δεν υπήρχε το περίφημο κόμμα στον διφορούμενο χρησμό της Πυθίας (“ήξεις αφήξεις ου θνήξεις εν πολέμω”), αυτή η άνω τελεία θα ήταν το πιο πολυσυζητημένο σημείο στίξης της ελληνικής γραμματείας. Προσέξτε την τρίτη στροφή από τους στίχους της “Άρνησης”.

Στο περιγιάλι το κρυφό
κι άσπρο σαν περιστέρι
διψάσαμε το μεσημέρι·
μα το νερό γλυφό.

Πάνω στην άμμο την ξανθή
γράψαμε τ’ όνομά της·
ωραία που φύσηξεν ο μπάτης
και σβύστηκε η γραφή.

Mε τι καρδιά, με τι πνοή,
τι πόθους και τι πάθος,
πήραμε τη ζωή μας· λάθος!
κι αλλάξαμε ζωή.

Στον τρίτο στίχο, πριν την λέξη “λάθος” υπάρχει η περί ής ο λόγος άνω τελεία. Κατά την ανάγνωση του ποιήματος εκεί στην άνω τελεία κάνουμε μια τόσο δα μικρή παύση. Η παράλειψη της άνω τελείας, αλλάζει εντελώς το νόημα του ποιήματος.

(περισσότερα…)

Τελευταίος σταθμός- Γιώργος Σεφέρης

16 Ιουνίου, 2012

Ο Σεφέρης διαβάζει Σεφέρη

   Τελευταίος σταθμός

Cava dei Tirreni, 5 Ὀκτωβρίου ῾44

Τα »Δείπνα» του Βασίλη Λαδά

9 Ιουνίου, 2012

TΩΝ ΔΗΛΗΤΗΡΙΑΣΜΕΝΩΝ

 Εξαλείφθησαν οι δηλητηριάσεις ως μέσον δολοφονίας.

Σύνηθες στις αυτοκρατορικές αυλές

μα και στα φτωχόσπιτα

 όπου επιδέξιες μαγείρισσες φαρμάκωναν συζύγους

γαμπρούς και πεθερούς καταπιεστές.

 Στο εδώλιο μαυροφορούσες τους πενθούσαν

δηλώνοντας αθώες και θύματα πλεκτάνης

 με σκυμμένο κεφάλι απορούσαν πόση δόση

τάχα χρειαζόταν για να μην ανακαλυφθούν.

 Παραμένουν απτόητες οι εξ αμελείας δηλητηριάσεις.

Ιδίως των πάμπτωχων που τρώνε από τα πεταμένα

 σκουληκιασμένα τρόφιμα και μουχλιασμένα

ή πίνουν βρόμικο νερό στις ξηρασίες.

 Αν και το αίμα τους αποκτά αντισώματα

με καθημερινές μικρές δόσεις δηλητηρίου.

Ωστόσο να προσέχουμε τα σκουπίδια που πετάμε,

από τους κάδους τρώνε άνθρωποι.

 

ΤΗΣ ΠΩΛΗΤΡΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΜΠΛΟΥΤΖΙΝ

Κάθε πρωί καθόταν στο πεζούλι

καταστήματος νεωτερισμών

και περίμενε το αφεντικό ν’ ανοίξει.

Φορούσε πάντα μπλουτζίν

κάπνιζε έβαζε κραγιόν στα χείλη

κοιταζόταν σε καθρεφτάκι.

Κοιμόταν με ωραίο αγόρι κάθε βράδυ

αλλά ήταν στην ώρα της το πρωί

μη χάσει τη δουλειά της.

Κι όλο και κάτι έκλεβε από το κατάστημα

για δωράκια στο αγόρι και στον εαυτό της

για μια έξοδο για φαγητό το Σαββατοκύριακο.

Προσεχτικά πάντα να μην απολυθεί από τη δουλειά.

Το κατάστημα και το κορίτσι εχάθη

και το πεζούλι έχασε την ομορφιά του.

(περισσότερα…)