
Πηγή: www.ilesxi.wordpress.com/
Η εκλογική απογείωση της Χρυσής Αυγής προκάλεσε, ακατανόητα, έκπληξη. Πώς εμφανίστηκε και πού πηγαίνει το νεοναζιστικό κόμμα, που μέσα σε μερικούς μήνες πέρασε από το 0,3 στο 7%; Εκφράζει πρόσκαιρες εθνικές παραξενιές, ή αποτυπώνει μια πανευρωπαϊκή τάση; Ήρθε για να μείνει; Μια σύντομη απάντηση στο τελευταίο ερώτημα θα ήταν πως μεγάλο μέρος από αυτές τις ψήφους είναι ψήφοι διαμαρτυρίας, δεν είναι τυχαίο όμως ότι δόθηκαν σ’ ένα φασιστικό κόμμα, και αν η αριστερά δεν κινητοποιηθεί εγκαίρως θα βρεθεί αντιμέτωπη μ’ ένα αληθινό φασιστικό κίνημα. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Για να καταλάβουμε γιατί ήρθε στο προσκήνιο ο φασισμός πρέπει πρώτα πρώτα να κοιτάξουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε. Όλες τις προηγούμενες δεκαετίες οι προσπάθειες των διάφορων Μιχαλολιάκων δεν είχαν φέρει αποτέλεσμα. Σήμερα βρήκαν απήχηση επειδή η πραγματικότητα προσώρας τους ευνοεί. Είναι πλέον χρήσιμοι στους ισχυρούς. Το πλέγμα εξουσίας στη χώρα μας εξαπέλυσε έναν αμείλικτο κοινωνικό πόλεμο. Ξέροντας ότι δεν μπορεί να κερδίσει σε συνθήκες δημοκρατίας, στήνει ένα μαζικό κίνημα, τη Χρυσή Αυγή, για να συντρίψει την αριστερά, την οποία δεν μπορεί να νικήσει το επίσημο κράτος. Οι γραβατωμένοι εγκληματίες που μας κυβερνούν σήμερα κάνοντας τα αντίθετα απ’ όσα υπόσχονταν χτες, οι ίδιοι που μέσα σε μια βδομάδα ξέχασαν την πολυδιαφημισμένη αναδιαπραγμάτευση του Μνημόνιου, φοβούνται ότι θα τούς διώξει ο δρόμος, και θέλουν τους χρυσαυγίτες ανάμεσα στον λαό και τα ελικόπτερα.
Ποιά είναι η ευρύτερη εικόνα, η ιστορική προοπτική της τραγωδίας που ζούμε; Με πρόσχημα το χρέος,[1] μεγάλες καπιταλιστικές εταιρείες αρπάζουν τον εθνικό πλούτο, δηλαδή όλα όσα έφτιαξαν γενιές και γενιές προγόνων μας, τις δημόσιες επιχειρήσεις, τις υποδομές και τους φυσικούς πόρους της χώρας. Συνάμα ισοπεδώνουν το κόστος της εργασίας, καταστρέφουν τις συντάξεις και τους στοιχειώδεις θεσμούς πρόνοιας που είχαν φτιαχτεί ως τώρα, κλείνουν σχολεία και νοσοκομεία, ξεπουλούν λιμάνια και διαλύουν πανεπιστήμια. Θέλουν στο εξής να εργαζόμαστε, όσες και όσοι δεν μεταναστεύσουμε αλλού, με μισθούς πείνας, ώστε οι ίδιες ν’ αποσπούν μεγαλύτερα κέρδη από την εκμετάλλευση του πλούτου που ως τώρα ήταν όλων μας, αλλά τώρα τον θέλουν δικό τους. Κάνοντάς μας φτωχούς γίνονται πλουσιότεροι, και το καπιταλιστικό σύστημα συνεχίζει να λειτουργεί.
Οι ίδιες εταιρείες, με τους ίδιους πάντοτε καθοδηγητές -ΗΠΑ, Ευρωπαϊκή Ένωση, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Παγκόσμια Τράπεζα- έχουν φέρει την ίδια κόλαση σε δεκάδες χώρες από τη δεκαετία του 1980 ως τώρα. Στη δική τους γλώσσα, την ονομάζουν ‘δομική προσαρμογή’.[2] Με μαρξιστικούς όρους, προωθούν την πρωταρχική συσσώρευση, δηλαδή μια μορφή ληστρικής απόσπασης κεφαλαίου, ώστε να μειωθεί το κόστος της εργασίας και τελικά, αυτό ελπίζουν, να ξαναγίνει κερδοφόρος ο καπιταλισμός.[3] Ουσιαστικά προσπαθούν να δώσουν απάντηση στην κρίση του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, η οποία σοβεί από τη δεκαετία του 1970. Αλλού επιβάλλουν το σχέδιό τους, αλλού αποτυχαίνουν. Στοχαστές του διαμετρήματος του Ιμμάνουελ Βαλλερστάιν και του Ντέηβιντ Χάρβεϋ εκτιμούν πως τελικά, συνολικά, θα αποτύχουν.[4] Για να πάρουν τη χώρα μας, όπου ο λαός αντιστέκεται, χρειάζονται τη βοήθεια του φασισμού. Ενός μαζικού κινήματος δηλαδή, που κλέβει τις οργανωτικές τεχνικές της αριστεράς και χρησιμοποιεί διαστρεβλωμένα τα συνθήματά της, προσπαθώντας να διασπάσει το λαό και να σώσει τον καπιταλισμό.
Στις συνθήκες αυτές, της πρωταρχικής συσσώρευσης, κάποιοι που φοβούνται να συγκρουστούν με τους ισχυρούς, κι επομένως δεν έλκονται από την αριστερά, εκτιμούν ότι θα διασωθούν κανιβαλίζοντας τους πιο αδύνατους. Αυτοί οι άνθρωποι μπορεί να στηρίξουν τον φασισμό. Όχι πάντοτε· μόνον όσο θεωρούν πως τούτη η πολιτική επιλογή του κανιβαλισμού δεν έχει προσωπικό κόστος. Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό για τους φασίστες να δείχνουν πάντοτε πως προστατεύονται από το κράτος, πως χτυπούν όποιον θέλουν, και γενικά πως έχουν δύναμη στον δημόσιο χώρο. Όσο η αριστερά τους αφήνει να προβάλλουν τούτη την εικόνα, χάνει. Αν κινητοποιήσει εγκαίρως τον κόσμο εναντίον τους, και τους διώξει από το δρόμο, κερδίζει. Το παιχνίδι λοιπόν δεν παίζεται στο επίπεδο των ιδεών, αφού ο φασισμός δεν στηρίζεται σε ιδέες, αλλά στη μαζική κινητοποίηση και στο δρόμο, ή και στον έλεγχο του κράτους τελικά. Αυτό και μόνον αυτό διδάσκει η ιστορική εμπειρία· αν κανείς έχει υπόψη του έστω κι ένα αντίθετο παράδειγμα, ας το καταθέσει.
(περισσότερα…)