Η Αριστερή Ιδεολογία στην Πολεοδομία στην Ελλάδα, από το 1960 ως το 1990.(Μέρος Β)

Σας παρουσιάζουμε ένα απόσπασμα από το δεύτερο μέρος  του άρθρου »Η Αριστερή Ιδεολογία στην Πολεοδομία στην Ελλάδα, από το 1960 ως το 1990» του Γεωργίου Μ.Σαρηγιάννη.

Ολόκληρο το Μέρος Β :»Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στην «Άνοιξη του ’60» θα το βρείτε στο www.greekarchitects.gr/gr/home .

ΜΕΡΟΣ Β*.

Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στην «Άνοιξη του ’60»

(το απόσπασμα που επιλέξαμε)

.Μερικά παραδείγματα ιδεολογικά φορτισμένων πολεοδομικών σχεδίων και πραγματοποιήσεων

Άσπρα Σπίτια
Καμάρι Σαντορίνης
Οικισμοί ΟΕΚ

.Eνα παράδειγμα της ιδεολογικής διαπάλης στην Πολεοδομία, τα προσφυγικά, η Δραπετσώνα.

.Το Πνευματικό Κέντρο Αθηνών

.Συμπεράσματα για την αριστερή Ιδεολογία στην πολεοδομία στην «Άνοιξη του ’60»

Μερικά παραδείγματα ιδεολογικά φορτισμένων πολεοδομικών σχεδίων και πραγματοποιήσεων

Θα πρέπει να δούμε μερικά παραδείγματα της εποχής που μελετάμε, τα οποία είναι ιδεολογικά κρίσιμα και ιδιαίτερα φορτισμένα, και προκάλεσαν ή προκαλούν συζητήσεις στον ιδεολογικό τομέα. Αυτά είναι οι πολεοδομικές πραγματοποιήσεις, τα Άσπρα Σπίτια  του Δοξιάδη, ο οικισμός Καμάρι στη Σαντορίνη του Δεκαβάλλα και των συνεργατών του, οι οικισμοί του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας, και ιδιαίτερα η περίπτωση της Δραπετσώνας, και τα σχέδια για το Πνευματικό Κέντρο του Ι. Δεσποτόπουλου.

 Άσπρα Σπίτια

Οικισμός «Άσπρα Σπίτια» στην Αντίκυρα, 1961-65, Γραφείο Δοξιάδη. Το πολεοδομικό σχέδιο οργανώνει τον οικισμό σε γειτονιές, σύμφωνα με τη δοξιαδική θεωρία περί κοινοτήτων, διαχωρίζει τις κινήσεις πεζών-οχημάτων και είναι χαμηλής δόμησης. Έχει ως στόχο τη δημιουργία αστικού περιβάλλοντος σε ανθρώπινη κλίμακα (ο ίδιος ο Δοξιάδης είχε χαρακτηρίσει τον οικισμό ως εδραζόμενο στην αρχαία ελληνική πόλη). Όμως, τα κτήρια είναι διαχωρισμένα σε «ανωτέρου εισοδήματος», «μεσαίων εισοδημάτων» κλπ. και ο μετέπειτα ασφυκτικός «κανονισμός λειτουργίας» του οικισμού ελεγχόταν αυστηρά από την Εταιρεία, με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε έναν ταξικό οικισμό (εργάτες, τεχνικοί, στελέχη κλπ.), όπως εκείνοι που είχε περιγράψει ο Ένγκελς πριν από έναν αιώνα.Μεταγενέστερες περιγραφές μιλάνε ακόμη και για διαφοροποίηση κατασκευής στις παραπάνω κατηγορίες, τα δε οικονομικά στοιχεία (συντήρηση, επισκευές κλπ.) βαρύνουν τους κατοίκους (ενοικιαστές πάντα) και όχι την Εταιρεία κλπ

1-3) Οικισμός «Άσπρα Σπίτια» στην Αντίκυρα 1961-65, Γραφείο Δοξιάδη.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν έχει ακόμη τη ζωντανή εικόνα των γειτονιών τού Islamabad. Τα Άσπρα Σπίτια είναι ακόμη «στεγνά», σε σχεδόν τυποποιημένα κτήρια και συνθέσεις, ο δε χώρος που δημιουργούν είναι αρκετά ψυχρός. Αντίθετα, στον οικισμό «Απόλλωνα» στο Πόρτο Ράφτη, του ίδιου Γραφείου, ο Δοξιάδης το 1969 προσπάθησε να δημιουργήσει έναν «ελληνικό νησιώτικο οικισμό» με τις ίδιες αρχές που είχε και στα Άσπρα Σπίτια· το σχέδιο είναι πιο συνεκτικό, αλλά το κυριότερο είναι ότι η πολυτέλεια κατασκευής είχε ως αποτέλεσμα να είναι, όπως σημειώνει ο Α. Κύρτσης, «ένας θαυμάσιος παραθεριστικός οικισμός εύπορων αθηναίων χωρίς τον χαρακτήρα του χωριού των πνευματικών ανθρώπων και καλλιτεχνών όπως το είχε  οραματιστεί ο Δοξιάδης» (σελ. 443). (Αυτό όμως αφορά την επόμενη φάση αυτών των άρθρων, για την εποχή μετά το 1967.

3-4) Κώστας Δεκαβάλλας και συνεργάτες, ανοικοδόμηση στο Καμάρι Σαντορίνης, 1956.

Σαντορίνη (οικισμός Καμάρι)

Οικισμός για τους σεισμοπλήκτους της Σαντορίνης -πολύ καλή η πολεοδομική σύνθεση-, αλλά δεν μπόρεσε να αποφύγει τη μονοτονία στα κτήρια. Επίσης, πέρασε μέσα στο κέντρο την κυκλοφορία των οχημάτων, παρ’ όλο που στις «γειτονιές» ακολουθεί τα δοξιαδικά πρότυπα γειτονιάς, πεζοδρομήσεων, πλατείας κουτσομπολιού κλπ.

Στο Καμάρι της Σαντορίνης, φαίνεται ότι δεν υπάρχει πρόβλημα ταξικής διαφοροποίησης. Από τις δημοσιεύσεις, τουλάχιστον, δεν προκύπτει κάτι τέτοιο -ή δεν το γνωρίζουμε-,  πάντως φαίνεται ότι τα οικήματα ήταν «ελάχιστου μεγέθους», σε δύο κατηγορίες μεγεθών, που επέτρεπαν τη μελλοντική επέκτασή τους. Η διανομή γινόταν με κλήρωση.

Το μειονέκτημα της «μονοτονίας» είναι σαφώς αποτέλεσμα της προσπάθειας για οικονομική λύση -τυποποιημένα στοιχεία και υλικά κλπ.-, όμως δεν αποκλείει κανείς τη δυνατότητα διαφοροποίησης, αν δε μείνει σε στεγνά οικονομικά πλαίσια και περιορισμούς· αυτό όμως έγινε στη Σχολή του Άμστερνταμ και στη Βιέννη και μόνον.

Κρατικοί οικισμοί οργανωμένης δόμησης (ΟΕΚ, Υπουργείο Προνοίας)

Όλοι οι οικισμοί του ΟΕΚ, για εκείνη την εποχή και του Υπουργείου Προνοίας για πρόσφυγες και άλλες κατηγορίες, πλην εργαζομένων, είτε πρόκειται για μονώροφες κατοικίες είτε για τριώροφες-τετραώροφες (αργότερα έκτιζαν και πολυώροφα κτίσματα-πύργους, όπως στο Μενίδι, στο Περιστέρι, στο Δουργούτι, στη Θεσσαλονίκη κ.α.), είναι σχεδιασμένοι επάνω στα Μεσοπολεμικά πρότυπα των μεμονωμένων ή των εν σειρά κτηρίων  σε στοίχους, πάντα. Η γενική πολιτική και ιδεολογική κατεύθυνση στους οικισμούς αυτούς ήταν, από την πλευρά των καλοπροαίρετων αρχιτεκτόνων, ότι δε θα έπρεπε να αποτελέσουν γκέτο εργατών, και αυτό τους το εξασφάλιζε το πλατύ φάσμα των δικαιούχων: εργάτες αλλά και υπάλληλοι, όλοι οι ασφαλισμένοι στο ΙΚΑ γενικά, κάθε οικονομικού και εκπαιδευτικού επιπέδου. Αυτό βέβαια λειτουργούσε θεωρητικά μια και οι μεσαίων εισοδημάτων και άνω, κατά κανόνα, είχαν περισσότερες δυνατότητες να αποκτήσουν κατοικία από την  ελεύθερη αγορά και το έκαναν. Άλλωστε, το ποσοστό των διατιθέμενων διαμερισμάτων από τον ΟΕΚ και το Υπουργείο Προνοίας, δεν ξεπερνούσε το 3% της νόμιμης αγοράς κατοικιών.

Από την άλλη μεριά, όλοι οι αρχιτέκτονες που σχεδίαζαν για τον ΟΕΚ ή το Υπουργείο Προνοίας, στα μεν μεγάλα αστικά κέντρα έκτιζαν τριώροφες ή τετραώροφες κατοικίες, στο γνωστό μας πρότυπο της κατά στοίχους δόμησης, στη δε επαρχία μονώροφα ή διώροφα κτίσματα, πάλι σε «κατά στοίχους» συνθέσεις.  Αργότερα, μετά το 1970, εμφανίστηκαν όπως αναφέρθηκε και πολυώροφα συγκροτήματα μέχρι και 10 ορόφων, σε μπλοκ ή και σε πύργους, που τα συνέθεταν μέσα στη μάζα τής κατά στοίχους δόμησης.

Το μοναδικό παράδειγμα που κτίστηκε στα πρότυπα των βιεννέζικων συγκροτημάτων ήταν στον Μεσοπόλεμο στον Πειραιά, το προσφυγικό συγκρότημα των Αγίων Αναργύρων, αλλά δεν επαναλήφθηκε, όπως δεν επαναλήφθηκαν και οι συνθέσεις των προσφυγικών της Κοκκινιάς με τον διαμορφωμένο χώρο στο εσωτερικό τού οικοδομικού τετραγώνου. Η άγνοια των αρχιτεκτόνων στο θέμα αυτό, και η μίμηση των ξένων προτύπων της οργανωμένης δόμησης τότε, σε Ανατολή και Δύση, δεν τους επέτρεψε να ασχοληθούν σε βάθος με το θέμα.

1-2) Άγιοι Ανάργυροι, Πειραιάς. 3-4) Κοκκινιά, Μεσοπολεμικές προσφυγικές κατοικίες με εσωτερικό χώρο (Ε. Παπαδοπούλου-Γ. Σαρηγιάννης «Προσφυγικές εγκαταστάσεις …»)

Η ιδεολογική σημασία ενός τέτοιου σχεδιασμού, ο οποίος τελικά δημιουργεί γκέτο, άψυχους χώρους και για την Ελλάδα και αχανείς σκουπιδότοπους με υπολείμματα γκαζόν, είναι προφανής· οδηγούσαν ευθέως εκεί που τόνιζε ο Δεσποτόπουλος, σε «αποθήκες εργατικών χεριών». Τονίζεται πάντα, ότι δεν είναι ο χώρος που δημιουργεί κοινωνικές καταστάσεις, αλλά το αντίστροφο, όμως ο κατάλληλος ή ακατάλληλος χώρος διευκολύνει ή εμποδίζει τη δημιουργία συγκεκριμένων κοινωνικών καταστάσεων. Κατά συνέπεια, είτε ηθελημένα είτε από άγνοια, οι αρχιτέκτονες της οργανωμένης δόμησης εξυπηρετούσαν την πολιτική τής άρχουσας τάξης για διάλυση των κοινωνικών συσσωματώσεων όπου υπήρχαν (προσφυγικοί συνοικισμοί), με τον διασκορπισμό τους ή την οικοδόμηση συγκροτημάτων που θα εμπόδιζαν την κοινωνική επικοινωνία των οικιστών. Τη διαδικασία αυτή θα τη δούμε στη συνέχεια στο παράδειγμα της Δραπετσώνας. Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι οι οικιστές επιλέγονταν όχι μόνον από τα επίπεδα δικαιωμάτων τους για κατοικία (πολυμελείς οικογένειες, εισόδημα, ένσημα κλπ.), αλλά και από το περίφημο Πιστοποιητικό Κοινωνικών Φρονημάτων, σύμφωνα με τον ιδρυτικό Νόμο του ΟΕΚ (Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας, μετέπειτα ΑΟΕΚ, Αυτόνομος Οργανισμός Εργατικής Κατοικίας).

Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμη και όταν τα σχέδια εκπονούνταν από ονομαστούς αρχιτέκτονες, όπως π.χ. από τον Άρη Κωνσταντινίδη, ο οποίος ήταν προϊστάμενος της υπηρεσίας μελετών του ΑΟΕΚ από το 1955 έως το 1957, δεν ξεφεύγουν από το τυπικό μοντέλο τής κατά στοίχους δόμησης, όσο και αν επιχειρούσαν να «συνθέσουν» τους στοίχους – αν επιχειρούσαν. Αναφέρεται ότι ο Κωνσταντινίδης παραιτήθηκε από τον ΟΕΚ διότι «… ήταν η αντίθεσή του στην εντατικότερη εκμετάλλευση της γης που ήθελαν οι γραφειοκράτες προϊστάμενοί του καθώς και η άρνησή τους να χρηματοδοτήσουν τη διαμόρφωση των ελευθέρων χώρων …» (Παρίσι, Λονδίνο, Αθήνα, «η ανακάλυψη της σύγχρονης αρχιτεκτονικής», Culture 2000, ARVHA ομάδα 80, CD και ιστότοποςwww.culture2000.tee.gr). Γνωρίζουμε όμως ότι η οικοδόμηση του ΟΕΚ δε διακρινόταν και από ιδιαίτερη ένταση εκμετάλλευσης της γης, τόσο στα επί Κωνσταντινίδη όσο και μετά στα επί Σκιαδαρέσση σχέδια οικιστικών του μονάδων, ούτε οι ελεύθεροι χώροι θα έδιναν ζωντάνια και αίσθηση «αστικού περιβάλλοντος» στις μονάδες του. Σίγουρα, δε θα ήταν σκουπιδότοποι ίσως και ούτε αδιάφορες εκτάσεις με γκαζόν, όμως το αποτέλεσμα δε θα άλλαζε, και ξέρουμε τι εννοούμε, όταν έχουμε υπ΄όψιν τα συγκροτήματα της Βιέννης, του Άμστερνταμ, ακόμη και της Κοκκινιάς και των Αγίων Αναργύρων του Πειραιά που αναφέρθηκαν.

1-2) Νέα Φιλαδέλφεια, οικισμός του ΟΕΚ του 1954-1960 (επί διεύθυνσης Σκιαδαρέσση;) στην τυπική κατά στοίχους δόμηση («Αρχιτεκτονική», τ. 20/1960).

Άρης Κωνσταντινίδης: 1) Εργατικές πολυκατοικίες στη Νέα Φιλαδέλφεια, 1955-57. 2) Διώροφες εργατικές κατοικίες στην Πάτρα 1955-57. («Ζυγός», 82-83 1962)

Άρης Κωνσταντινίδης, εργατικές πολυκατοικίες στον Άγιο Ιωάννη Ρέντη, 1955-1957 («Ζυγός», 82-83 1962). 1) Κάτοψη. 2) Εσωτερική όψη του συγκροτήματος.


Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της Ιδεολογικής Διαπάλης στην Πολεοδομία: Η Δραπετσώνα και τα προσφυγικά.

Ακόμη μέχρι το τέλος της δεκαετίας του ’60, υπήρχαν οι προσφυγικοί συνοικισμοί στο Λεκανοπέδιο (και στις άλλες μεγάλες πόλεις, Θεσσαλονίκη, Ηράκλειο, κ.α.), όπως δημιουργήθηκαν στις αρχές του Μεσοπολέμου, δηλαδή σε παραπήγματα ή σε πρόχειρους συνοικισμούς. Σε νεώτερη έρευνα έχουν καταγραφεί περί τις 50 θέσεις συνοικισμών κάθε είδους, λίγοι οργανωμένοι από το κράτος και οι περισσότεροι σε παράγκες. Εκείνη την εποχή, αρχίζει η εκκαθάριση των παραπηγμάτων και η αντικατάστασή τους, είτε με πολυκατοικίες οργανωμένης δόμησης από το Υπουργείο Προνοίας ή τον ΑΟΕΚ, είτε με παροχή διαμερισμάτων σε εμπορικές πολυκατοικίες, σε διάφορα σημεία του Λεκανοπεδίου.

Με άξονα τον προφανή στόχο της βελτίωσης των συνθηκών διαβίωσης των προσφύγων, πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα ένα μεγάλο κοινωνικό εγχείρημα: εκείνο της συνειδητής διάλυσης των κοινωνικών συσσωματώσεων που είχαν δημιουργηθεί στους συνοικισμούς. Ως συνέπεια, είχαν και την ριζοσπαστικοποίηση των κατοίκων και την προφανή έντονη αντιστασιακή δράση στην Κατοχή.

Δραπετσώνα, Καισαριανή, Κοκκινιά, Υμηττός, Κερατσίνι, Νέα Ιωνία, Χαροκόπου, Περιστέρι, Αιγάλεω κ.ά. λειτούργησαν ως βασικοί πυρήνες αντίστασης και  ως κύριο στήριγμα του ΕΑΜ και της ΟΠΛΑ, και βέβαια η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε και στον Εμφύλιο, αλλά και μετά, όπου οι προσφυγικοί συνοικισμοί υπήρξαν ισχυρά προπύργια της ΕΔΑ. Το σχέδιο του Κράτους ήταν απλό και αποτελεσματικό: με την ευκαιρία της παροχής σωστής στέγης στους πρόσφυγες, διέλυε τον κοινωνικό ιστό, διασκορπίζοντας τους κατοίκους στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ή, και σε περιπτώσεις που ένα τμήμα τους παρέμενε στον παλιό τους χώρο, τους διέλυε σε απρόσωπα συγκροτήματα με την «κατά στοίχους δόμηση», εμποδίζοντας την επανασυγκρότηση της παλιάς τους κοινωνικής ομοιογένειας και συνοχής. Οι αφηγήσεις των προσφύγων και οι περιγραφές τους για τη διάλυση αυτή είναι συγκλονιστικές, σε όλες τις περιπτώσεις που έχουμε καταγραφές.

Αντίσταση σε αυτήν την κρατική πολιτική, υπήρξε μόνο στη Δραπετσώνα, η οποία ξεκίνησε από τους ίδιους τους κατοίκους, με σχηματισμό Συντονιστικής Επιτροπής, και στη συνέχεια πολιτικοποιήθηκε από την ΕΔΑ, μεμονωμένα όμως για τη Δραπετσώνα, και αργά πλέον για τους άλλους συνοικισμούς, μια και οι περισσότεροι είχαν ήδη διαλυθεί. Τα γεγονότα στη Δραπετσώνα είναι λίγο-πολύ γνωστά: το 1960, η Κυβέρνηση εκπόνησε ένα μεγαλόπνοο σχέδιο αποκατάστασης των προσφύγων, το οποίο όμως διέλυε, όπως είδαμε, τον κοινωνικό ιστό των προσφυγικών συνοικισμών. Η αντίδραση στη Δραπετσώνα ήταν άμεση, (Αύγουστος 1960), η Αστυνομία προσπάθησε με τη βία να εκδιώξει τους παραπηγματούχους για να κτιστούν οι πολυκατοικίες, η περιοχή μπλοκάρεται από τους κατοίκους, επιστρατεύονται εκατοντάδες αστυνομικοί και αρχίζουν τα βίαια επεισόδια. Η «Μάχη της Παράγκας» έχει αρχίσει, και κορυφώνεται στις 14 Νοεμβρίου, όπου αποκόπτεται η περιοχή από 1000 αστυνομικούς. Οι βιαιότητες δεν έχουν προηγούμενο, παρεμβαίνουν βουλευτές της ΕΔΑ και της Ένωσης Κέντρου, και οι αστυνομικοί πετυχαίνουν να κατεδαφίσουν μόνο τέσσερα παραπήγματα. Οι εκπρόσωποι των προσφύγων και οι βουλευτές επισημαίνουν στους Εισαγγελείς ότι οι κατεδαφίσεις είναι παράνομες, διότι δεν είχαν ακόμη κυρωθεί από τη Βουλή, και δίνεται η εντολή αναστολής τους.

Τότε, γράφτηκε και το γνωστό τραγούδι «Δραπετσώνα» από τον Θεοδωράκη, σε στίχους που έγραψε επάνω στη μελωδία ο Τάσος Λειβαδίτης. Κατά το 1962, είχε διασπαστεί το κίνημα, κάποιοι αποδέχτηκαν την κατάσταση και άρχισαν σιγά-σιγά να κτίζονται οι πρώτες πολυκατοικίες. Με τη Δικτατορία του 1967, τα έργα επιταχύνθηκαν, μια και δεν υπήρχε αντίσταση πλέον, και ολοκληρώθηκαν. Χαρακτηριστικό του ότι δεν ήταν πάντα κατανοητό το τι σήμαινε η ανοικοδόμηση βάσει σχεδίου κοινωνικής αποδιοργάνωσης, είναι η στάση του ίδιου του Θεοδωράκη πολλά χρόνια αργότερα, σε εκδήλωση στη Δραπετσώνα με τον Λαλιώτη το 2001. Ο Θεοδωράκης δεν είπε λέξη για τη «Νέα Δραπετσώνα», ούτε ακόμη και όταν ο Δήμαρχός της είπε με στόμφο ότι τώρα τραγουδάμε «στη Δραπετσώνα έχουμε ζωή», αναποδογυρίζοντας τον στίχο του Λειβαδίτη (Ελευθεροτυπία 29.9.2001), βέβαια άλλοι το κατάλαβαν αλλά ήταν αργά πια. «… η αυτοστέγαση σήμαινε για τους Δραπετσωνίτες την πιο λογική και πιο οικεία διαδικασία…το αίτημα ..του 1960 είχε να κάνει περισσότερο με πολιτισμικές και πολιτικές επιλογές και λιγότερο με άμεσα οικονομικές…» (Μπελαβίλας, σε διάλεξη στις 7.7.1984, αναφορά στο Ημερολόγιο …), Λιόγκαρης, «Χαροκόπου» κ.ά.

1-2) Η παλιά  Δραπετσώνα με τις παράγκες των προσφυγικών, 3) Από τη «Μάχη της Παράγκας» 14.11.1960, 4) Η σημερινή εικόνα της Δραπετσώνας, μια «σύγχρονη οικιστική μονάδα» οπουδήποτε, στη γνωστή κατά στοίχους δόμηση, με το άψυχο και μονότονο πολεοδομικό περιβάλλον. Ποτέ δεν είπαμε ότι «ο χώρος δημιουργεί την κοινωνία», αντίθετα. Όμως, πολλές φορές, η μορφή του χώρου, βοηθάει στην κοινωνική συνοχή όταν αυτή υπάρχει -και υπήρχε στους προσφυγικούς συνοικισμούς- ή συμβάλλει στην αποδιοργάνωση των κοινωνικών σχέσεων, όταν αυτές, για βαθύτερους οικονομικούς και κοινωνικούς λόγους, έχουν αρχίσει να τραυματίζονται.Αλλά και χωρίς αυτό, όταν τους κατοίκους ενός συνοικισμού τους σκορπίσεις, τότε τους διέλυσες. (Οι εικόνες από το «Ημερολόγιο…»)

1) Χάρτης από το «Ημερολόγιο…», 2) Χάρτης της ΕΣΥΕ του 1959. Αποσπάσματα από χάρτες της Δραπετσώνας με τα παραπήγματα μέχρι το 1960. Αλλού δαιδαλώδη  αδιέξοδα, αλλού παράγκες στη σειρά, αλλού έτσι αλλού αλλιώς: αυτογενής οικισμός, που το σχέδιό του προκύπτει από τη διαρκή εγκατάσταση των οικιστών και μάλιστα σε συνδυασμό με τις οικογενειακές τους σχέσεις και τη σχέση τους με τον τόπο προέλευσης. Στον χάρτη του Ημερολογίου υπάρχουν ακόμη παραπήγματα και στις προβλήτες των δεξαμενών, καθώς και ανατολικά της Πυροσβεστικής. Επάνω δεξιά, και στους δύο χάρτες, οι φυλακές Βούρλων – η περιοχή ήταν γνωστή στον Μεσοπόλεμο για τους τεκέδες της και τον «κρατικό» οργανωμένο τεράστιο και εξαθλιωμένο οίκο ανοχής (βλ. τις συγκλονιστικές περιγραφές της Λιλίκας Νάκου στο «Το χρονικό μιάς δημοσιογράφου», Αθήνα 1980). Η περιοχή του «οίκου» ήταν μια πολύ μεγάλη περιφραγμένη έκταση με οικήματα, όπου περιόριζε το κράτος τις «ιερόδουλες του δρόμου». Η περιοχή φρουρούνταν από τον στρατό και ανήκε στον Πιπινέλη, ο οποίος τη νοίκιαζε στο Δημόσιο. Πρέπει να σημειωθεί ότι στον Μεσοπόλεμο πολλοί αριστεροί δημοσιογράφοι ή λογοτέχνες είχαν αποκαλύψει τις τραγικές συνθήκες που υπήρχαν σε πολλούς κοινωνικούς τομείς, όπως ο Κώστας Στούρνας για τη«Σωτηρία» και τους φυματικούς, ο Θέμος Κορνάρος για τη Σπιναλόγκα, η Λιλίκα Νάκου για τα Βούρλα κ.ά.

Στο χαρακτηριστικό αυτό παράδειγμα, βλέπουμε την έμφυτη και ενστικτώδη αντίδραση των κατοίκων που υποπτεύονται τι σήμαινε η ανασυγκρότηση του οικισμού, και την ιδεολογική  σημασία της αποσύνθεσης του κοινωνικού ιστού των συνοικισμών. Όμως, δεν ήταν καθολική και μαζική, εκτός του παραδείγματος της Δραπετσώνας, που και αυτό γρήγορα αμβλύνθηκε, μια και δεν επεξεργάστηκε ιδεολογικά όσο έπρεπε και δεν του δόθηκε έγκαιρα από τους πολιτικούς φορείς η γενικότερη σημασία που είχε. Δικαιολογημένα ως προς τους κατοίκους -είχαν απαυδήσει τέσσερεις δεκαετίες στις παράγκες-, αδικαιολόγητα όμως ως προς τους πολεοδόμους, κοινωνιολόγους και πολιτικούς, που δεν είχαμε το ανάλογο ιδεολογικό επίπεδο τότε, ώστε να γνωρίζουμε τι ακριβώς σήμαινε όλο αυτό το εγχείρημα της «αποκατάστασης των προσφύγων».

Σχολιασμένη βιβλιογραφία: Β. Λιόγκαρης «Συνοικισμός Χαροκόπου» Αθήνα 1996, όπου περιγράφει συγκλονιστικά τις τελευταίες μέρες του προσφυγικού συνοικισμού του Χαροκόπου, τον οποίο διέλυσαν κυριολεκτικά και συνειδητά· σε άλλους έδωσαν διαμερίσματα στον Ταύρο, σε άλλους αλλού, σε άλλους οικόπεδα στη Νέα Σμύρνη,κυριολεκτικά τους σκόρπισαν.  «Ημερολόγιο 2002 – αφιέρωμα στα 50 χρόνια του Δήμου Δραπετσώνας» του «Εξωραϊστικού Πολιτιστικού Συλλόγου – Ένωσης Δημοτών Δραπετσώνας – Θυμοίτης» Δραπετσώνα 2002 όπου εκτίθεται η Ιστορία της περιοχής με πολλά στοιχεία, μαρτυρίες και φωτογραφίες, Ελίζα Παπαδοπούλου, Γ. Σαρηγιάννης, «Συνοπτική έκθεση για τις προσφυγικές εγκαταστάσεις του Λεκανοπεδίου Αθηνών» έκδοση σε CDαπό το Σπουδαστήριο Πολεοδομικών Ερευνών της Σχολής Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ, Αθήνα 2006, όπου καταγράφονται περί τους 50 τόποι εγκατάστασης των προσφύγων στον Μεσοπόλεμο, με σχέδια, πολεοδομικά και ιστορικά στοιχεία, και φωτογραφίες παλιές και πρόσφατες. Βλ. ακόμη, Ιορδάνη Παυλόσογλου «Οι αγώνες της αριστερής νεολαίας από το 1922 ως το 2008». Το βιβλίο, δεν κυκλοφορεί, αλλά έχει κατατεθεί στις βιβλιοθήκες του ΤΕΕ, του Πανεπιστήμιου Πειραιά και των Δήμων Αμαρουσίου, Πεύκης, Κηφισιάς, Δραπετσώνας κ.α., Α. Καραπαναγιώτου, Β. Παπαδημητρίου, Β. Σάκκος, «Τα Άσπρα Σπίτια της Πεσινέ», Διάλεξη στην Έδρα Πολεοδομίας, 1984 (στην βιβλιοθήκη του Τομέα Πολεοδομίας) όπου αναλύεται όλη η κοινωνική κατάσταση του οικισμού και οι σχέσεις εργοδότη-οικιστών κλπ.

Το Πνευματικό Κέντρο Αθηνών

Η υπόθεση του Πνευματικού Κέντρου Αθηνών είναι μια πολύπλοκη υπόθεση, ιδεολογικών και φιλοσοφικών θέσεων, ανάμικτες με σχέσεις Εξουσίας, σχέσεις χρηματοδότησης, και προσπαθειών δημιουργίας ενός τέτοιου κέντρου, εν μέρει και με ανορθόδοξη διαδικασία, και με πολλές πολεοδομικές συγκρούσεις. Στη διαμάχη που ακολούθησε, έλαβαν μέρος και πολλοί αριστεροί και κομμουνιστές αρχιτέκτονες και διανοούμενοι, όπως και αστοί σοσιαλδημοκράτες ή και δεξιοί, όμως ο στόχος τής συζήτησης ήταν από την αρχή σε πολεοδομικό επίπεδο (θέση στην πόλη, χρήση εδάφους, μέγεθος, λειτουργίες κλπ. του ΠΚ). Κανείς, πλην του Προβελέγγιου τώρα, δεν έθιξε το ιδεολογικό πρόβλημα, όπως το έθετε ο Δεσποτόπουλος, αν και θα μπορούσε να το θέσει και ακόμη και να αντικρούσει τον ίδιο τον Δεσποτόπουλο σε πολλά σημεία.

Από την αρχή, τονίζουμε ότι οι θέσεις του Δεσποτόπουλου ήταν στη γνωστή από τον Μεσοπόλεμο ιδεολογική κατεύθυνσή του, όμως η εφαρμογή αυτών των θέσεων στο συγκεκριμένο παράδειγμα (του ΠΚ)  χώλαινε, τόσο πολεοδομικά, όσο και ακόμη και ιδεολογικά: ποια τελικά θα ήταν η σημασία ενός τέτοιου ΠΚ στην πόλη και την κοινωνία και για ποιους τελικά θα κτιζόταν και θα λειτουργούσε.

Η λύση του αρχιτεκτονικού διαγωνισμού 1959 (Επιθεώρηση Τέχνης 89/1962, αναδημοσίευση από τις Νέες Μορφές τ.1). 1.Κρατικό Θέατρο, 2.κτήριο συναυλιών, χοροδράματος και συνεδρίων, 3. υπαίθριο θέατρο, 4. Βιβλιοθήκη, 5…(;)., 6. η κεντρική Πλατεία, 7. Κρατική Ακαδημία Μουσικής, 8. Μουσείο-Πινακοθήκη, 9. το Βυζαντινό Μουσείο, 10. κτήριο επιστημονικών οργανισμών, 11. κτήριο μορφωτικών οργανώσεων, 12. αίθουσα εκθέσεων (η υφιστάμενη Πινακοθήκη-Μουσείο Α.Σούτζου;)

Το «Πνευματικό Κέντρο Αθηνών» του Ι. Δεσποτόπουλου στην τελική λύση του (Η ιδεολογική δομή…). Έχει αφαιρεθεί όλο το αριστερά τμήμα του, «σύμπτυξη και συμπαγέστερη σύνθεση λόγω οικοπεδικής κερδοσκοπίας», όπως αναγράφεται στο κείμενο του Δεσποτόπουλου (η Ιδεολογική δομή… σελ. 196), ενώ προστέθηκε και πολυώροφο ξενοδοχειακό και συνεδριακό συγκρότημα δεξιά (κατά τον Δεσποτόπουλο «είναι αρχιτεκτονικά μια οριοθέτηση του ΠΚ από την κερδοσκοπική περιοχή κατοικίας … και για την ζωογόνηση του συγκροτήματος» όπ. παρ. 197). – «Ζυγός», τ.78-79/1962, «Νέες Μορφές», τ.1/1962, «Επιθεώρηση Τέχνης», τ.89, Μάιος 1962, J. Despo,«dieideologische Struktur der Städte», Berlin 1973, ελλ. μτφρ. «η ιδεολογική δομή των πόλεων», Αθήνα 1997 (πρόκειται για εισήγηση στην Ακαδημία  Τέχνης του Βερολίνου το 1966).

Το κτηριολογικό του πρόγραμμα είχε, στο αρχικό του σχέδιο, κυρίαρχα στοιχεία την κεντρική πλατεία και το κυκλικής μορφής κτήριο συναυλιών, χοροδράματος και συνεδρίων. Ακόμη, είχε Κρατικό Θέατρο, υπαίθριο θέατρο, Βιβλιοθήκη, Κρατική Ακαδημία Μουσικής (το μόνο κτήριο που κτίστηκε), Μουσείο-Πινακοθήκη, κτήριο επιστημονικών οργανισμών, κτήριο μορφωτικών οργανώσεων.

Στο πρώτο σχέδιο (του διαγωνισμού) είχε ενταχθεί και αίθουσα εκθέσεων (η υφιστάμενη Πινακοθήκη-Μουσείο Α. Σούτζου;) και φυσικά το Βυζαντινό Μουσείο, το οποίο προβλεπόταν να μετακινηθεί σε σιδηροτροχιές όλο μαζί, για να ελευθερωθεί ο χώρος και να δημιουργηθεί η κεντρική πλατεία· πρόταση που ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών, με το σκεπτικό ότι μπορεί στη Σουηδία να είχαν μετακινηθεί έτσι κτήρια (όπως τόνιζε ο Δεσποτόπουλος σε άρθρα του), αλλά εδώ τέτοια πρόταση ήταν και τεχνικά αμφίβολης επιτυχίας, αλλά και δυσανάλογα πολυέξοδη.

Ο Δεσποτόπουλος προσπάθησε να εφαρμόσει τις φιλοσοφικές του θέσεις για την αναγκαιότητα της ύπαρξης και λειτουργίας ενός «Πνευματικού Κέντρου» των Αθηνών, όπως το φανταζόταν να λειτουργεί, σε μια συνεκτική και ιδεολογικά ενιαία κοινωνία, και αυτό το εννοούσε σε εποχές ακμής, όπως η Αρχαιότητα και ο Μεσαίωνας στις περιόδους τους που δεν υπήρχε αμφισβήτηση για το ιδεολογικό πλαίσιο: στην αρχαιότητα, οι δούλοι ήταν, πρακτικά, ή ενσωματωμένοι στους Οίκους ή ανίσχυροι ως τάξη (ισχυροποιήθηκαν στα ρωμαϊκά χρόνια, όπου και ξέσπασαν οι εξεγέρσεις τους με τον Σπάρτακο κλπ.), ενώ στον Μεσαίωνα, η ενότητα που είχε επιτύχει η Εκκλησία ως ιδεολογία, δε θίχτηκε ούτε στις εξεγέρσεις των αστών, των Bürger, στον 13ο -14ο αιώνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Δ. στο άρθρο του – παρουσίαση του ΠΚ στις «Νέες Μορφές» (τ.1) αναφέρει για το Βυζαντινό Μουσείο ότι «… διατηρείται και εξαίρεται μεταφερόμενο σε πιο κατάλληλη θέση … μαζί με την Εκκλησία και το άλσος θα αποτελέσει ιδιαίτερο μουσειακό συγκρότημα του ορθόδοξου ανατολικού χριστιανισμού…».

Τώρα, όμως, έχουμε ένα αστικό καθεστώς σε αποσύνθεση με μια μάλλον ισχυρά ιδεολογικά εργατική τάξη, η οποία μάλιστα μετά μια Δικτατορία, μια Κατοχή και Αντίσταση και έναν Εμφύλιο, ούτε είχε αποδυναμωθεί, ούτε είχε χάσει την ιδεολογική της καθαρότητα, και αυτό ήταν σαφές στην «Άνοιξη του ’60» και όλο το ιδεολογικό της επιστέγασμα. Επομένως, τίθεται άμεσα το ερώτημα: για ποιον θα λειτουργούσε το ΠΚ; Το Ηρώδειο, το Παλλάς, το Κεντρικό, ο Έσπερος κ.ά., στα οποία γίνονταν εκδηλώσεις [Φεστιβάλ Αθηνών, ξένοι θίασοι, ορχήστρες ελληνικές και ξένες -πολλές μάλιστα από τις ανατολικές χώρες-, συγκροτήματα λαϊκών χορών και μπαλέτου, κινηματογραφικές ταινίες -επίσης πολλά από την Σοβιετική Ένωση- κ.ά. (σημειώνεται ο «Έσπερος» που έφερνε συνήθως σοβιετικές ταινίες και γέμιζε αριστερούς, το «Κεντρικό» όπου ο Γεώργιος Κουράκος, ιδρυτής και επικεφαλής του «Καλλιτεχνικού Γραφείου Αθηνών», με το οποίο, ανάμεσα στα άλλα, έφερνε ορχήστρες και συγκροτήματα και από την ΕΣΣΔ και τις λαϊκές δημοκρατίες)], ήταν χώροι που λειτουργούσαν ταξικά «κατά περίπτωση». Υπήρχε το μόνιμο κοινό τής μέσης και ανώτερης αστικής τάξης και, ανάλογα με το αντικείμενο, μετείχαν και μεσαίων εισοδημάτων αριστερής ή και κομμουνιστικής ιδεολογίας, σίγουρα όμως όχι κατώτερων εισοδημάτων τής εργατικής τάξης. Η κύρια μάζα τής εργατικής τάξης, οικοδόμοι και βιομηχανικοί εργάτες τότε, καλύπτονταν από το ρεμπέτικο και τα τραγούδια τού Θεοδωράκη, και αυτό είναι ένα θέμα που ακόμη δεν έχει ερευνηθεί όσο του αξίζει. Άλλωστε, η πολύ μεταγενέστερη λειτουργία τού «Μεγάρου Μουσικής», το οποίο επίσης καλύπτει πολύ μεγάλη κλίμακα εκδηλώσεων, με σαφή όμως ιδεολογικό προσανατολισμό, και που απορρόφησε ακόμη και τον Θεοδωράκη, δείχνει τον δρόμο που θα έπαιρνε νομοτελειακά ένα τέτοιο «ενιαίο» κρατικό Πνευματικό Κέντρο Αθηνών. Μην περιμένουμε διαφορά από ένα «Κρατικό Πνευματικό Κέντρο» και ένα ιδιωτικό «Μέγαρο Μουσικής», στο κάθε Κοινωνικό Σύστημα, κυρίαρχη ιδεολογία είναι η ιδεολογία της κυρίαρχης τάξης, όπως έχει ήδη επισημανθεί από τα μέσα του 19ου αιώνα! (Μαρξ-Ένγκελς, η γερμανική ιδεολογία…)

Το θέμα αυτό, όμως, δε θίχτηκε από όσους αρθρογράφησαν περί το ΠΚ, ακόμη και από τους κομμουνιστές ή έστω αριστερούς, πλην του Προβελέγγιου. Σχεδόν όλοι, δεξιοί, αστοί, κεντρώοι, σοσιαλδημοκράτες, αριστεροί και κομμουνιστές, εστίασαν στα πολεοδομικά ή και στα συνθετικά κατ’ αυτούς προβλήματα, στην ανυπαρξία ενός Ρυθμιστικού Σχεδίου, πολλοί πρότειναν πολλά μικρά πνευματικά κέντρα στις συνοικίες, σχεδόν όλοι αντιτάχθηκαν στη μεταφορά του Βυζαντινού Μουσείου. Από τους «δεδηλωμένους αριστερούς», ο Προβελέγγιος έθιξε το θέμα τής προτεραιότητας του ΠΚ, σχετικά με την Παιδεία και τη χρηματοδότησή της, αργότερα όμως, στην «Επιθεώρηση Τέχνης», επιτέλους θίγει το θέμα γενικότερα, σε ένα μάλλον οξύ άρθρο (αν και σε κάποια σημεία εμπαθές και ανακριβές). Στο άρθρο του θέτει ως θέμα τη σχέση παρόντος Κοινωνικού Συστήματος και του ρόλου του ΠΚ, τονίζοντας με έμφαση -και σωστά-, «… ποια κοινωνία και ποια εποχή θέλει να σφραγίσει ο κ. Δεσποτόπουλος … χρειάζεται μεγάλη αφέλεια για έναν πολεοδόμο για να κάνει αφαίρεση των συνθηκών της Κοινωνίας και της πόλης που θέλει να συμβολίσει ….» («Επιθεώρηση Τέχνης», 597). Σταχυολογώντας τον «Ζυγό» (τ.78-79/1962), σημειώνουμε ότι ο Α. Κοντόπουλος είναι θετικός ως προς την έννοια του ΠΚ και εύχεται να γίνει -δεν τον απασχολεί όμως το «για ποιόν»-, ο Μπίτσιος προτιμά να γίνει πάρκο η περιοχή, και από κει και πέρα θέτει το θέμα ως Πρόεδρος του ΣΑΔΑΣ (σε διαδικαστικά θέματα του διαγωνισμού), ο Α. Τάσσος, αφού εκφράσει τη δυσπιστία του στον «πνευματικό άξονα αυτής της περίεργης προκήρυξης», τονίζει ότι «Η παράδοση και το πνεύμα χρειάζονται περισυλλογή και μέτρον, είναι φανερό ότι το αθηναϊκό μέτρο χάθηκε με το Χίλτον …» και συνεχίζει αμφιβάλλοντας ότι «με την μεταφορά του Βυζαντινού Μουσείου ο χώρος θα αποκτήσει φυσιογνωμία …».

Παράλληλα, εκφράστηκαν σημαντικές γνώμες από τον Νίκο Εγγονόπουλο, ο οποίος το θεωρεί «εκτός της κλίμακος και εκτός του κλίματος της ελληνικής πραγματικότητας», ο Τσαρούχης αμφισβητεί την καταλληλότητα της περιοχής δίπλα στο Χίλτον και την αμερικανική πρεσβεία και περικλειόμενη από «θλιβερές λαϊκές πολυκατοικίες», και πιστεύει ότι η περιοχή της Ακρόπολης αποτελεί ήδη το ΠΚ των Αθηνών. Στο ίδιο αρνητικό κλίμα, αλλά περισσότερο για καθαρά πολεοδομικούς λόγους, είναι και οι γνώμες άλλων αρχιτεκτόνων, ζωγράφων, διευθυντών Μουσείων κ.ά. Μόνο ο Κώστας Κιτσίκης είναι απόλυτα θετικός, το βλέπει ως απαραίτητο έργο, αν και εκφράζει αντιρρήσεις για το πλήθος των κτηρίων και τη διαδικασία τού διαγωνισμού. Σίγουρα, ο Κ. Κιτσίκης επηρεάστηκε από την ισχυρή κυβερνητική στήριξη του θέματος, η οποία, όπως γραφόταν στον Τύπο, είχε και στηρίγματα στο εξωτερικό, ιδίως στις ΗΠΑ, ως προς τη χρηματοδότηση και τη Δυτ. Γερμανία, με την οποία είχε ιδιαίτερους ακαδημαϊκούς δεσμούς ο Δεσποτόπουλος.

Στο δεύτερο σχέδιο που εκπονήθηκε ως φάση οριστικής μελέτης (;), το Βυζαντινό Μουσείο χαρακτηρίζεται από τον Δεσποτόπουλο ως «αδιάφορο κτίσμα» που «αποκτά μια αρνητική σημασία. Γι’ αυτό η κατεδάφισή του θα καταστεί σύντομα αναγκαία» (Η ιδεολογική φυσιογνωμία …197). Παράλληλα, στο νότιο όριο εμφυτεύεται ένα τεράστιο 15ώροφο «συνεδριακό ξενοδοχείο» 1500 κλινών, με σκοπό «μια οριοθέτηση του ΠΚ από την κερδοσκοπική περιοχή κατοικίας…» και «…για την ζωογόνηση του συγκροτήματος» όπ. παρ. 197). Δυστυχώς, φαίνεται ότι οι θέσεις του φιλόσοφου Δεσποτόπουλου υποχώρησαν στις θέσεις του εργοδότη (του ελληνικού δημοσίου ή των ξένων χρηματοδοτών).

Τελικά, το θέμα του ΠΚ και οι συζητήσεις που ακολούθησαν ήταν όντως μια αφορμή για έλεγχο (έστω και εκ των υστέρων, μετά μερικές δεκαετίες) της ύπαρξης και του επιπέδου της «αριστερής Ιδεολογίας» εκείνης της εποχής, μόνο που τα αποτελέσματα του τεστ αυτού δε φαίνονται και πολύ ενθαρρυντικά…

Συμπεράσματα για την αριστερή ιδεολογία στην πολεοδομία στην «Άνοιξη του ’60» (1950-1967)

Ξεκινώντας από το γενικό, υπενθυμίζουμε τη θέση της τότε Αριστεράς, της ΕΔΑ εν προκειμένω, σχετικά με το πολιτικό πλαίσιο που διαμορφωνόταν: σημειώνουμε το κλείσιμο της Εισήγησης του Νίκου Κιτσίκη, με τις φράσεις «… και ίσως μια καινούργια πολιτική, που θα σώσει το λαό μας από την τραγική μοίρα που του επιφυλάσσει η πολιτική της εξυπηρετήσεως ξένων συμφερόντων …και οικονομικής υποδουλώσεως…Εμείς σαν ΕΔΑ υψώνουμε την σημαία της ανασυγκροτήσεως, αλλά θέλουμε δίπλα της να κυματίζει η σημαία της ανεξαρτησίας.» (Εισήγηση Ν. Κιτσίκη στην Α’ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΕΔΑ, 1956). Την εποχή εκείνη, η ΕΔΑ δεν μπορούσε να μιλήσει για μετεξέλιξη ή για οικοδόμηση μιας «Λαϊκής Δημοκρατίας», όπως την εποχή του «Ανταίου» και της «Βαρειάς βιομηχανίας στην Ελλάδα» του 1947, αφ’ ενός γιατί με τις τότε πολιτικές συνθήκες αυτό ήταν πολύ μακριά, και αφ’ ετέρου διότι όλη η πολιτική γραμμή της ΕΔΑ, αλλά και της τότε ηγεσίας του ΚΚΕ μετά την καθαίρεση του Ζαχαριάδη, ευθυγραμμιζόταν με τη χρουστσωφική γραμμή της «ειρηνικής συνύπαρξης» και της σοσιαλδημοκρατίας «εντός των πλαισίων» του Συστήματος.

Σημειώνεται η χρονική αλληλουχία των γεγονότων: Αύγουστος – Σεπτέμβριος 1955 τα γεγονότα της Τασκένδης και η προσπάθεια επιβολής της γραμμής του ΚΚΣΕ (Χρουστσώφ) στο ΚΚΕ > Φεβρουάριος 1956 το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ > Μάρτιος 1956 η 6η πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ που αποφάσισε την καθαίρεση του Ζαχαριάδη > Ιούλιος 1956 Α’ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη της ΕΔΑ ευθυγραμμισμένη με την πολιτική του 20ού Συνέδριου του ΚΚΣΕ  > Αύγουστος 1961 το 8ο Συνέδριο του ΚΚΕ, στη γραμμή του 20ού Συνέδριου του ΚΚΣΕ.

Κατά συνέπεια, η πολιτική της «εξέλιξης μέσα στο Σύστημα» και της διαμόρφωσης όσο γίνεται καλύτερων συνθηκών με «ειρηνική συνύπαρξη» και χωρίς επαναστατική αλλαγή, διαπερνούσε και όλο το πεδίο της πολιτικής της ΕΔΑ και του ΚΚΕ, γενικά της όλης αριστερής τότε ιδεολογίας, από την πολιτική μέχρι και την πολεοδομία – και γενικότερα την ανάπτυξη και ανασυγκρότηση, όπως είδαμε στην Εισήγηση του Νίκου Κιτσίκη.

Στα πλαίσια αυτά, η Αριστερή Ιδεολογία στην Πολεοδομία ακολουθούσε τέσσερεις άξονες :

– έναν γενικό, που ακολουθούσε τις θέσεις του Le Corbusier ως προς τον ρόλο και τη σημασία της πόλης και τη δαμόρφωσή της, και το είδαμε αυτό καθαρά στις θέσεις της ΕΜΟΚΑ και στα κείμενα Προβελέγγιου κ.ά.
– έναν εξειδικευμένο, στην κατεύθυνση ότι τα προβλήματα των πόλεων θα λυθούν με καλύτερη κρατική διαχείριση (αριστερές θέσεις Προβελέγγιου και Νίκου Κιτσίκη -ως προς την Ανασυγκρότηση- αλλά και δεξιών θέσεων, όπως Κώστα Κιτσίκη, Προκόπη Βασιλειάδη κ.ά.)
– έναν ακόμη ειδικότερο, που θέτει ως κύριο κλειδί για την επίλυση των πολεοδομικών προβλημάτων την εκπόνηση Ρυθμιστικών Σχεδίων, χωρίς να τίθεται το θεμελιώδες ερώτημα «για ποιον, για τίνος όφελος;»
– και, τέλος, τίθεται και ως άμεσος στόχος η λαϊκή κατοικία ως κρατική υποχρέωση

Μεμονωμένες φωνές, όπως του Δεσποτόπουλου, παρέμεναν ή άγνωστες ή δεν είχαν κατανοηθεί (όσες δεν είχαν αυτοαναιρεθεί στην υπόθεση του Πνευματικού Κέντρου…), θέσεις και πρακτικές στον Διεθνή χώρο, όπως η Σχολή του Άμστερνταμ και των Συγκροτημάτων της Βιέννης, ήταν εντελώς άγνωστες στη βιβλιογραφία -και όχι μόνο στην Ελλάδα-, ενώ προσπάθειες προς αυτές τις κατευθύνσεις (Πολωνία, Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία) δεν επέζησαν μετά το 1953.

Είναι χαρακτηριστική η συζήτηση που ακολούθησε τη διάλεξη του Δεσποτόπουλου στην Αρχαιολογική Εταιρεία, η οποία έγινε δυο μέρες μετά στα γραφεία του Συλλόγου, όπου προφανώς παρόντες ήταν όχι μόνο αστοί διανοούμενοι αλλά και αριστεροί αρχιτέκτονες. Από μια ευσυνείδητη καταγραφή που δημοσιεύθηκε στο Δελτίο του ΣΑΔΑΣ του Γ. Αναιρούση (τεύχος 2/62), φαίνεται ότι το κέντρο βάρους της συζήτησης κινήθηκε στη μορφή των πόλεων, παρ’ όλο που, όπως προκύπτει από το άρθρο, ο ίδιος ο Δεσποτόπουλος προσπαθούσε επισταμένα να θέσει κοινωνικά θέματα. Δε νομίζω ότι φταίει η «καταγραφή», αν δηλαδή ο αρθρογράφος δεν κατανόησε τα λεγόμενα του Δεσποτόπουλου, φοβάμαι  -και αυτό συνάγεται ή τεκμαίρεται από τις διατυπωμένες εκείνη την εποχή απόψεις των αρχιτεκτόνων- ότι μάλλον δεν έγιναν κατανοητά τα λεγόμενα από τον Δεσποτόπουλο, και αυτό είναι ένα ακόμη μέτρο τού τότε ιδεολογικού επιπέδου των αρχιτεκτόνων, αλλά και της διαβρωτικής ενέργειας των θέσεων που κυκλοφορούσαν στα κείμενα του Le Corbusier και στα τεύχη της LArchitecture dAujourd‘ Hui, την οποία ο Δεσποτόπουλος αποκαλούσε «φιγουρίνι» των αρχιτεκτονικών γραφείων και απέστρεφε με εμφανή αποδοκιμαστική έκφραση το βλέμμα του, όποτε την έβρισκε στα σχεδιαστήριά μας.

Συμπληρωμαρικές πληροφορίες ή και διορθώσεις, θα περιληφθούν στο επόμενο άρθρο (Γ. Μέρος 1967-1974).

Θα ήμουν ευγνώμων και σε κάθε αναγνώστη που θα μου επισημάνει λάθη, ή θα συμπληρώσει αυτά τα άρθρα με δικές του παρατηρήσεις ή αναφορές σε γεγονότα.

του Γεώργιου Σαρηγιάννη

*Περιεχόμενα ΜΕΡΟΣ Β.

Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στην «Άνοιξη του ’60»

.Το ιστορικό πλαίσιο : η πολιτική κατάσταση μετά το 1949 (τέλος του Εμφύλιου)
.Η κατάσταση στην διανόηση και την Τέχνη – η άνθηση του ’60
.Γεγονότα στον πολεοδομικό χώρο

Τα συνέδρια του ΣΑΔΑΣ-Συμπερασματικά για την ιδεολογία των Συνεδρίων-Η Κοσμητεία Εθνικού Τοπίου και Πόλεων-Οι αναθέσεις ρυθμιστικών σχεδίων-Τα «Τεχνικά Χρονικά»-Το «δελτίο του ΣΑΔΑΣ»-Η «Αρχιτεκτονική»-Τα «Σύγχρονα Θέματα»-Η αρθρογραφία για πολεοδομικά θέματα στον καθημερινό τύπο

.Μερικά παραδείγματα ιδεολογικά φορτισμένων πολεοδομικών σχεδίων και πραγματοποιήσεων

Άσπρα Σπίτια-Καμάρι Σαντορίνης-Οικισμοί ΟΕΚ

.Eνα παράδειγμα της ιδεολογικής διαπάλης στην Πολεοδομία, τα προσφυγικά, η Δραπετσώνα.
.Το Πνευματικό Κέντρο Αθηνών
.Συμπεράσματα για την αριστερή Ιδεολογία στην πολεοδομία στην «Άνοιξη του ’60»
.Κάποιες συμπληρώσεις στο προηγούμενο άρθρο (Μεσοπόλεμος-Κατοχή-Εμφύλιος)
.Ευχαριστίες

Ακολουθούν

ΜΕΡΟΣ Γ.
Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στη Δικτατορία

ΜΕΡΟΣ Δ.
Η αριστερή ιδεολογία στην Πολεοδομία στη Μεταπολίτευση

Γενικά συμπεράσματα

http://www.greekarchitects.gr/gr/%CE%B1%CF%81%CF%87%CE%B9%CF%84%CE%B5%CE%BA%CF%84%CE%BF%CE%BD%CE%B9%CE%BA%CE%B5%CF%82-%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%B5%CF%82/%CE%B7-%CE%B1%CF%81%CE%B9%CF%83%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%AE-%CE%B9%CE%B4%CE%B5%CE%BF%CE%BB%CE%BF%CE%B3%CE%AF%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B5%CE%BF%CE%B4%CE%BF%CE%BC%CE%AF%CE%B1-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%B5%CE%BB%CE%BB%CE%AC%CE%B4%CE%B1-%CE%B1%CF%80%CF%8C-%CF%84%CE%BF-1960-%CF%89%CF%82-%CF%84%CE%BF-1990-%CE%BC%CE%AD%CF%81%CE%BF%CF%82-%CE%B2-id6678

Explore posts in the same categories: Αρχιτεκτονική, Αριστερά, Πολεοδομία, Πολιτική

2 Σχόλια στο “Η Αριστερή Ιδεολογία στην Πολεοδομία στην Ελλάδα, από το 1960 ως το 1990.(Μέρος Β)”


Σχολιάστε